Ορίστε μια πρόγευση του υπό έκδοση βιβλίου από την Ασύμμετρη Απειλη, σε μετάφραση του χαλκέντερου συντρόφου kostav και με την πολύτιμη βοήθεια του συντρόφου Α. και της συντρόφισσας Μ.
Η εργασία ως ένα είδωλο του παρελθόντος
Οι κομμουνιστές του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ου αιώνα συχνά διακατέχονταν από τον προοδευτισμό της εποχής τους, και πίστευαν ότι μια νέου τύπου βιομηχανία και εργασία θα απελευθέρωναν την ανθρωπότητα. Εκατό χρόνια αργότερα, θα ήταν αφελές να ασπαστούμε την ακριβώς αντίθετη άποψη μόνο και μόνο επειδή τυχαίνει να είναι της μόδας. Μέσα σε πενήντα χρόνια, ο έπαινος του μόχθου και της θυσίας έχει γίνει τόσο ξεπερασμένος, όσο η πίστη στην απελευθερωτική αστείρευτη πηγή αγαθών της οικονομίας . Αυτή η εξέλιξη είναι τόσο το αποτέλεσμα της ριζοσπαστικής κριτικής των δεκαετιών του '60 και του '70, όσο και της περαιτέρω εμβάθυνσης του κεφαλαίου, μιας και η εντατικοποίηση της παραγωγικότητας της εργασίας σήμερα γίνεται περισσότερο μέσω της ίδιας της εργασιακής διαδικασίας παρά μέσω της ολοκληρωτικής εργασιακής πειθαρχίας. Η οθόνη του υπολογιστή είναι τώρα ο άμεσος προϊστάμενος εκατομμυρίων μισθωτών στις βιομηχανίες και τις υπηρεσίες. Ενώ στους πιο προηγμένους τομείς του, το κεφάλαιο έχει ήδη ξεπεράσει την αυταρχική ιεραρχία και την θεώρηση της εργασίας ως κατάρα. Η "αυτονομία" και το "bottom-up"
είναι τα πιο in λόγια της εποχής μας. Η ματσό, μυώδης, εθνική (= λευκή) εικόνα του εργάτη έχει δώσει την θέση της σε μια πιο ανοικτή, πολυεθνική, θηλυκή και αρσενική φιγούρα.
Το 1900, θα έπρεπε να παράγεις
για να καταναλώσεις, και τα εργατικά κόμματα έλεγαν στον εργάτη ότι έπρεπε να αναπτύξει τις παραγωγικές δυνάμεις πρώτα, προκειμένου να απολαύσει τους καρπούς του σοσιαλισμού αργότερα. Αντί για ένα μοναδικό λυτρωτή που πεθαίνει στο σταυρό, τα εκατομμύρια των πασχόντων («το άλας της γης») θα δημιουργούσαν τις προϋποθέσεις για έναν καλύτερο κόσμο. Η καταναλωτική και πιστωτική κοινωνία μας έχει πλέον απομακρύνει από αυτή την πίστη, μιας και ο οδυνηρός μόχθος δεν χρειάζεται
να υπάρξει
για να μπορέσουμε
να ικανοποιήσουμε τις ανάγκες και τις επιθυμίες μας. Κάτι το οποίο ισχύει και συνοδεύεται από τον πολλαπλασιασμό των κάτεργων, της αναγκαστικής, απλήρωτης ή κακοπληρωμένης εργασίας, καθώς και την αναγέννηση της δουλείας. Αυτές οι μορφές συμπληρώνουν, αλλά δεν έρχονται σε αντίθεση με τη γενική τάση προς την απο-αγιοποίηση της εργασίας. (Ούτε το 1965 οι ανειδίκευτοι εργάτες δεν ήταν η πλειοψηφία των μισθωτών).
Η εργασία
είναι πια ένα γκρεμισμένο
είδωλο. Η επιβολή
της δεν γίνεται
πια μέσω ενός ηθικού ή θρησκευτικού τρόπου ("θα κερδίσετε το ψωμί σας με τον ιδρώτα του προσώπου σας") αλλά μέσω του πραγματισμού και της χυδαιότητας της εποχής μας. Σε ορισμένες χώρες της Ασίας, οι εργάτες πειθαρχούνται πλέον πιο εύκολα από την πίεση του καταναλωτισμού παρά από μια έκκληση προς τον κομφουκιανισμό. Στη Tai-Peh, όπως και στο Βερολίνο, η δημόσια ανησυχία στρέφεται γύρω από τη δημιουργία θέσεων εργασίας, και όχι γύρω από την είσοδο σε κάποιο επίγειο
ή ουράνιο
παράδεισο.
Έτσι, η εργασία
σήμερα χρήζει μιας κριτικής
διαφορετικής από αυτή της περιόδου όπου περιβαλλόταν από μια αύρα αυτο-επιβαλλόμενου πόνου. Η κινητικότητα και η ατομική εξουσία είναι τα σημερινά συνθήματα του κεφαλαίου. Δεν μπορούμε να είμαστε ικανοποιημένοι με τις δηλώσεις εναντίον της εργασίας, όπως αυτές που οι σουρεαλιστές ορθώς έκαναν ογδόντα χρόνια πριν.
Το 2002, οι κανόνες
και οι νόμοι της εργασίας,
αλλά και η ηθική της εργασίας
δεν στηρίζονται
πλέον σε κάποιου
είδους θυσία, αλλά μας καλούν να συνειδητοποιήσουμε τις δυνατότητές μας ως ανθρώπινα όντα. Σήμερα, δεν δουλεύουμε για ένα υπερβατικό στόχο (τη σωτηρία μας, ένα ιερό καθήκον, την πρόοδο, ένα καλύτερο μέλλον, κλπ.). Η ευλογία του έργου είχε δύο όψεις: κάθε αντικείμενο λατρείας είναι ένα ταμπού που πρέπει να σπάσει. Αλλά η εποχή μας είναι εποχή της καθολικής απο-αγιοποίησης. Η υπέρβαση δεν υφίσταται πλέον. Η πρακτική επιδίωξη της ευτυχίας είναι το σημερινή κίνητρο: είμαστε αμερικανοί.
Αυτό, ωστόσο, δεν θα οδηγήσει
σε μια αυξανόμενη
υπόγεια
απόρριψη
της εργασίας.
Μια κοινωνία
απαλλαγμένη
σε μεγάλο βαθμό από την χριστιανική
κουλτούρα,
αντικαθιστά
την επιθυμία του να αισθάνονται καλά υπό το φόβο της αμαρτίας. Η θρησκεία δίνει θέση σε μια λατρεία του σώματος και της υγείας, η γενιά μου έχει να κάνει πολλά περισσότερα για τη διατήρηση μιας καλής φυσικής της κατάστασης από ό,τι για τη σωτηρία της ψυχής της. Έτσι, η εργασία πλέον δεν δοξάζεται γιατί δεν χρειάζεται πια να συμβεί κάτι τέτοιο, είναι απλά αρκετό το ότι υπάρχει. Πρόκειται περισσότερο για μια κυρίαρχη πραγματικότητα παρά για μια ιδεολογία. Η πίεση που ασκεί είναι πιο άμεση και ανοιχτή, και βρίσκεται κοντά σε αυτό που ο Μαρξ είχε περιγράψει ως αμερικάνικη νοοτροπία: "πλήρη αδιαφορία για το συγκεκριμένο περιεχόμενο της εργασίας και εύκολη μετακίνηση από τη μία δουλειά στην άλλη”. Σε έναν σύγχρονο και πιο “καθαρό” καπιταλισμό, η απο-αγιοποιημένη εργασία εξακολουθεί να δομεί τις ζωές και τα μυαλά μας. Και η σημερινή αντιδραστική επιστροφή της ηθικής στις ΗΠΑ αποδεικνύει πόσο πολύ οι αντιδραστικές αντιλήψεις συμπληρώνουν την ανεκτικότητα.
Δεν έχει υπάρξει
μια κάποια επαναστατική αποσαφήνιση αυτών των αλλαγών, μιας και δεν έχουν όλα την ίδια αξία εντός της καπιταλιστικής εξέλιξης. Η κρίσιμη επαναστατική προοπτική διαφέρει εντελώς αν είναι οι εργάτες αυτοί που επιτίθενται στην εργατική ταυτότητα και λατρεία ή, αν το κεφάλαιο είναι αυτό που τις σαρώνει. Τα τελευταία τριάντα χρόνια, ενώ η εργατική ταυτότητα αποδιοργανωνόταν, η δυνατότητα για έναν εντελώς διαφορετικό κόσμο έχει επίσης εξαφανιστεί από την ατομική και την συλλογική σκέψη. Στο παρελθόν, τα σταλινικά και τα γραφειοκρατικά δεσμά δεν εμπόδισαν μια τέτοια ουτοπία, και οι διάφορες μειοψηφίες είχαν ανοίξει έναν διάλογο γι το περιεχόμενο του κομμουνισμού. Αν μια εργατική τάξη μπλεγμένη μέσα στην ταύτισή της με την εργασία δεν έκανε μια επανάσταση, τίποτα δεν έχει ακόμα αποδείξει ότι οι προλετάριοι τώρα απελευθερωμένοι από αυτή θα δράσουν με έναν επαναστατικό τρόπο.
“Δεν είμαστε από αυτόν τον κόσμο” (Babeuf, 1795)
Δυσκολευόμαστε να συμμεριστούμε την αισιοδοξία εκείνων που βλέπουν την παρούσα περίοδο ως εντελώς ανόμοια από τη δεκαετία του '60-'70 ή από οποιαδήποτε προηγούμενη περίοδο, με έναν καπιταλισμό που υποβαθμίζει συστηματικά τις συνθήκες διαβίωσης των μισθωτών, δημιουργώντας έτσι μια κατάσταση που αρκετά σύντομα θα είναι ανυπόφορη και θα οδηγήσει σε μια επαναστατική κρίση. Τα όρια των προλεταριακών εξεγέρσεων από την Αλγερία μέχρι την Αργεντινή και η άνοδος του ριζοσπαστικού ρεφορμισμού στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, δείχνουν μάλλον ότι είναι η μεταρρύθμιση -και όχι η επανάσταση - που γίνεται επίκαιρη και πάλι.
Η προθυμία
τους να γιορτάσουν
τη πτώση της εργατικής
ταυτότητας
έχει κάνει ορισμένους
συντρόφους
να ξεχνούν
ότι αυτή η ταυτότητα
εξέφραζε
επίσης την κατανόηση
της ασυμφιλίωτης αντίθεσης μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου. Οι προλετάριοι είχαν τουλάχιστον συνειδητοποιήσει ότι ζούσαν σε έναν κόσμο που δεν ήταν δικός τους και ποτέ δεν θα μπορούσε να είναι. Δεν κάνουμε έκκληση για επιστροφή σε μια χρυσή εποχή. Εμείς λέμε ότι η εξαφάνιση αυτής της ταυτότητας οφείλεται τόσο στην αντεπανάσταση όσο και στην ριζοσπαστική κριτική. Η επανάσταση θα είναι δυνατή μόνο όταν οι προλετάριοι ενεργήσουν σαν να ήταν οι ίδιοι ξένοι σε αυτόν τον κόσμο, οι απόκληροι του, και κατ’
επέκταση συσχετίσουν τους εαυτούς τους σε μια οικουμενική διάσταση, αυτή μιας αταξικής κοινωνίας, μιας ανθρώπινης κοινότητας.
Αυτό καθιστά
αναγκαία
την ύπαρξη του κοινωνικού
υποκείμενου
σε κάθε πραγματική
κριτική.
Γνωρίζουμε
πολύ καλά τα διάφορα
ερωτήματα
που δημιουργήθηκαν από την λέξη "υποκείμενο" και σίγουρα δεν προσπαθούμε να εφεύρουμε μια νέα μαγική συνταγή. Προς το παρόν, ας πούμε απλά ότι δεν δίνουμε κάποια ιδιαίτερη θέση και σημασία στο υποκείμενο σε βάρος των αντικειμενικών συνθηκών, κάτι που θα τις καθιστούσε κάτι το δευτερεύον ή ασήμαντο. Έχουμε τονίσει πολλές φορές ότι δεν υπάρχει κανένα νόημα στην προσπάθεια να αφυπνίσουμε μια συνείδηση πριν φτάσουμε στο σημείο της δράσης, αλλά κάθε πραγματική επανάσταση προϋποθέτει κάποια ελάχιστη πίστη στην ικανότητα των ανθρώπων που εμπλέκονται στο να αλλάξουν τον κόσμο. Αυτή είναι μια μεγάλη διαφορά σε σχέση με τη δεκαετία του '60-'70. Τριάντα χρόνια πριν, πολλοί προλετάριοι δεν ήταν απλώς δυσαρεστημένοι με αυτήν την κοινωνία αλλά θεωρούσαν τους εαυτούς τους ως παράγοντες της ιστορικής αλλαγής και δρούσαν αναλόγως, ή τουλάχιστον προσπαθούσαν.
Αυτό το ζεύγος υποκείμενο/αντικείμενο
είναι μία από αυτές τις φιλοσοφικές
εκφράσεις
που μια ανθρώπινη
κοινότητα
θα αντικαθιστούσε, η διακηρυγμένη οριστική αντίθεση μεταξύ ατόμου και κοινωνίας,
ψυχής και σώματος,
πνεύματος
και ύλης, θεωρίας
και πράξης, τέχνης και οικονομίας,
ιδανικών
και πραγματικότητας, ηθικής και πολιτικής ... όλα συσχετίζονται με τη διάλυση και τον κατακερματισμό των κοινοτήτων σε τάξεις μέσω της συνδυασμένης δράσης της ιδιοκτησίας, του χρήματος και της κρατικής εξουσίας. Αν και δεν είναι συνώνυμος με την τέλεια αρμονία, ο κομμουνισμός θα προσπαθήσει να υπάρξει πέρα από τέτοιες τραγικές διχοτομήσεις της ανθρώπινης ζωής. Το "υποκείμενο" και το "αντικείμενο" δεν υπάρχουν χωριστά το ένα από το άλλο. Μια κρίση δεν είναι κάτι εξωτερικό ως προς εμάς, το οποίο συμβαίνει και μας αναγκάζει να αντιδράσουμε. Οι ιστορικές καταστάσεις (και ευκαιρίες) είναι επίσης αποτέλεσμα των πεποιθήσεων, των πρωτοβουλιών, και των ενεργειών μας – ή και της αδράνειας
μας ...
Το "ριζοσπαστικό υποκείμενο" του Βανεγκέμ είχε να προσάψει αρκετά ενδιαφέροντα σημεία (και τον σκοπό του εκείνη την περίοδο) και μια βασική αδυναμία: απευθυνόταν στην ελεύθερη βούληση, στην αυτοσυνειδητοποίηση ενός ατόμου η οποία αυξανόταν ενάντια στον κοινωνικό του ρόλο και συνθήκες. Αυτό σαφώς είναι κάτι το οποίο δεν προτείνουμε. Ο καπιταλισμός δεν βασίζεται στην αναγκαιότητα, ούτε και ο κομμουνισμός (ή κομμουνιστική επανάσταση) στην ελευθερία. Η κατάργηση των συνθηκών του από τους προλετάριους δεν μπορεί να διαχωριστεί από σαφείς και συγκεκριμένους αγώνες ενάντια στο κεφάλαιο. Και το κεφάλαιο υφίσταται και πραγματώνεται μέσα από κοινωνικές ομάδες και θεσμούς. Οι αντικειμενικές πραγματικότητες, ιδίως η διαδοχή των «συστημάτων παραγωγής» ριζωμένη και εξαρτώμενη από την ταξική πάλη, αποτελούν το αναπόφευκτο πλαίσιο του κομμουνιστικού κινήματος. Το τι κάνουμε και τι θα κάνουμε με αυτό μένει να το δούμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου