Η ΜΕΡΑ ΠΟΥ ΑΝΑΤΙΝΑΧΤΗΚΕ Η WALL STREET
Ως προσθήκη στο κείμενο που αναρτήθηκε στο halastor για τους γκαλεανιστές, δημοσιεύουμε και ένα κείμενο που αφορά συγκεκριμένα την πολύνεκρη έκρηξη που σημειώθηκε στη Wall str τον Σεπτέμβρη του 1920. Το κείμενο αυτό αποτελεί απόσπασμα της εισαγωγής του βιβλίου της Beverly Gage “Η ΜΕΡΑ ΠΟΥ ΑΝΑΤΙΝΑΧΤΗΚΕ Η WALL STREET” που ο Δαίμων του Τυπογραφείου θα εκδώσει στο μέλλον.
Στη διασταύρωση της Wall str και της Broad str στο Manhattan υπάρχει ένα “μνημείο” για τα θύματα του τερορισμού. Είναι εύκολο το να μην το προσέξεις καθώς δεν είναι παρά κάποιες “ουλές” πάνω στην πρόσοψη του κτιρίου της Morgan Bank. Στο κτίριο δεν υπάρχει κάποια αναμνηστική μαρμάρινη πλάκα, κάποιο άγαλμα ή κάποια λίστα ονομάτων. Μονάχα μια τουριστική πινακίδα στη γωνία, απομακρυσμένη από την περίτεχνη κεντρική είσοδο της τράπεζας, αναφέρεται στην τεροριστική επίθεση που συνέβη εδώ, μια συννεφιασμένη μέρα, εννιά δεκαετίες πριν. Στις 16 Σεπτέμβρη 1920, καθώς οι καμπάνες της εκκλησίας της Αγίας Τριάδας σήμαιναν μεσημέρι, εξερράγη μια βόμβα που βρισκόταν μέσα σε ένα κάρο που το έσερνε άλογο, εν μέσω του πλήθους της Wall str που βρισκόταν σε διάλλειμα για κολατσιό, σκοτώνοντας τριανταοκτώ ανθρώπους και τραυματίζοντας εκατοντάδες. Μέχρι και την έκρηξη στην Oklahoma City το 1995 (1), ήταν η χειρότερη πράξη τερορισμού στην αμερικάνικη ιστορία.
Πραγματωμένη μέσα στην καρδιά του καπιταλιστικού οικονομικού συστήματος, η έκρηξη της Wall str. ενέπνευσε χιλιάδες σελίδες δημοσιογραφικής κάλυψης, με πολλές απ’ αυτές να σπεκουλάρουν πάνω στο ποιος και γιατί την είχε πράξει. Οι επίσημες έρευνες εξελίχτηκαν σε ένα τριετές παγκόσμιο σίριαλ, εμπλέκοντας δώδεκα κυβερνητικές υπηρεσίες, επεκτεινόμενες σε Ρωσία, Ιταλία και Πολωνία. Η υπόθεση της Wall str καθόρισε κάποιες από τις σημαντικότερες πολιτικές δίκες των 20’s, περιλαμβανομένης και αυτής των ιταλών αναρχικών Nicola Sacco και Bartolomeo Vanzetti. Κυρίως όμως έφερε στα φώτα της κεντρικής σκηνής εκατοντάδες κομμουνιστές, αναρχικούς, σοσιαλιστές και μαχητικούς συνδικαλιστές που είχαν ήδη υπομείνει τις συνέπειες του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και της μεταπολεμικής εκστρατείας του “Κόκκινου Τρόμου” (2), βρισκόμενοι ξανά κατηγορούμενοι για “συνομωσία με σκοπό τη βία” και για “προδοσία”.
Η έκρηξη της Wall str συνέβη σε μια στιγμή όπου εκατομμύρια ανθρώπων σε όλο τον κόσμο πίστευαν πως ο καπιταλισμός βρισκόταν στο χείλος της κατάρρευσης, ή τουλάχιστον ενός εκ βάθρων μετασχηματισμού. Η βασική ώθηση για μια τέτοια πεποίθηση προερχόταν από τη ρώσικη επανάσταση που είχε αναδυθεί από τον παγκόσμιο πόλεμο ως ένα σοκαριστικό παράδειγμα για το πόσο εύκολα η καθεστηκυία τάξη μπορούσε να αντικατασταθεί από μία νέα. Ακόμα και μέσα στις ΗΠΑ, όπου και o ίδιος ο Λένιν είχε παραδεχτεί ότι επανάσταση «προφανώς δεν θα επερχόταν άμεσα», οι συνθήκες που παράγονταν από τον βιομηχανικό καπιταλισμό (και την ίδια τη Wall str) εδώ και καιρό αποτελούσαν το αντικείμενο αντιπαραθέσεων.
Οι δεκαετίες πριν την έκρηξη συνοδεύτηκαν από την ανάπτυξη των μεγάλων βιομηχανικών εταιριών, τη δημιουργία τεράστιων κεφαλαιοκρατικών περιουσιών, την εφεύρεση του τηλεφώνου και της ηλεκτρικής ενέργειας, και -όχι λιγότερο σημαντικό- την ανύψωση της Wall str ως οικονομικής και πολιτικής δύναμης. Ήταν ωστόσο χρόνια έντονου προβληματισμού κατά τα οποία πολλοί αμερικάνοι άρχισαν να επικρίνουν το οικονομικό σύστημα ως διαστρέβλωση της δικαιοσύνης, ως μια κούρσα για τα κέρδη των λίγων.
Αυτά τα χρόνια είδαν επίσης την ανάπτυξη μικρών αλλά μαχητικών ομάδων: σοσιαλιστών, αναρχικών και άλλων επαναστατών, αφοσιωμένων όχι στην αναμόρφωση του καπιταλισμού αλλά στην κατάργησή του. Τέλος, ξέσπασε μια σειρά βίαιων συγκρούσεων μεταξύ των εργοδοτών και του αναπτυσσόμενου συνδικαλιστικού κινήματος, σε μια κατάσταση που πολλοί περιέγραψαν ως “εμφύλιο πόλεμο” μεταξύ του κεφαλαίου και της εργασίας. Υπό αυτή την έννοια, η Αμερική ήρθε για πρώτη φορά αντιμέτωπη με το φάσμα του επαναστατικού τερορισμού.
Καθ’ όλα τα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα, οι εφημερίδες γέμιζαν με αναφορές βίαιων επιθέσεων σε σύμβολα της αμερικάνικης κυβέρνησης και εταιριών: βόμβες ταχυδρομημένες σε δημάρχους και κυβερνήτες, δολοφονικές απόπειρες κατά προέδρων και καπιταλιστών, δυναμίτες σε σιδηροδρομικές γραμμές και εισόδους εργοστασίων. Στα χρόνια πριν την έκρηξη στη Wall str, μια τέτοιου είδους βία ήταν κεντρικό θέμα της αμερικάνικης πολιτικής και κουλτούρας, κάτι που διατυμπανιζόταν σε τίτλους και editorial εφημερίδων, αντικείμενο αντιπαραθέσεων στο κογκρέσο και ρητορικής στα “πηγαδάκια” στον δρόμο. Τότε όπως και τώρα, η λέξη “τερορισμός” ανέσυρε εικόνες παράνομων συνομωσιών, επαναστατών ζηλωτών και βομβών τοποθετημένων ώστε να επιφέρουν το μέγιστο ψυχολογικό και πολιτικό αντίκτυπο. Αυτές οι εικόνες, με τη σειρά τους, βοηθούσαν στη δημιουργία μιας ιλιγγιώδους νομοθετικής θωράκισης που στόχευε στον περιορισμό των ριζοσπαστικών και εργατικών κινημάτων· από τοπικά νομοθετήματα εναντίον του επαναστατικού λόγου μέχρι και σαρωτικούς -σε ομοσπονδιακό επίπεδο- περιορισμούς της μετανάστευσης και της πολιτικής αντιπαράθεσης. Τα ακραία νομοθετήματα κορυφώθηκαν με τον Κόκκινο Τρόμο το 1919-’20, όταν η ομοσπονδιακή κυβέρνηση, με αιχμή τον Γενικό Εισαγγελέα Palmer, απέλασε εκατοντάδες ριζοσπάστες μετανάστες, με την υποψία της υποστήριξης της βίας κατά της αμερικάνικης κυβέρνησης. Εννιά μήνες μετά τον τελικό γύρο απελάσεων εξερράγη η βόμβα στη Wall str.
Οι αμερικάνοι αναγνώρισαν την έκρηξη ως ένα συνταρακτικό γεγονός, «μια διαβολική πράξη, δίχως όμοιά της στα χρονικά του τερορισμού». Ταυτόχρονα, είδαν την έκρηξη ως κάτι προβλέψιμο, ακόμα και αναπόφευκτο. Σύμφωνα με την εφημερίδα Washington Post αλλά και πολλούς άλλους, η έκρηξη φαινόταν να είναι η φυσική κορύφωση πενήντα χρόνων σκληρής πολιτικής αντιπαράθεσης γύρω από την αυξανόμενη εξουσία της Wall str, τα δίκια των ριζοσπαστών μέσα στις ΗΠΑ, τα ζητήματα της πολιτικής βίας και τερορισμού, τη φύση του ίδιου του βιομηχανικού καπιταλισμού. Σε μια μονάχα στιγμή, η έκρηξη φαινόταν να συλλαμβάνει όλες αυτές τις αντιθέσεις και να τις εξακοντίζει προς τα εμπρός μέσα σε μια κόλαση μετάλλου, σάρκας και φωτιάς. Προσέλαβε τη λαϊκή πολιτική μεταφορά της “επίθεσης στον καπιταλισμό”, και την πραγμάτωσε.
Το να φτάσει σε ένα οριστικό συμπέρασμα για τις ρίζες ή τον ορισμό του τερορισμού, είναι κάτι που βρίσκεται πέρα από το εύρος αυτού του βιβλίου. Αυτό που όμως φαίνεται σαφές είναι ότι ο τερορισμός, ως θεωρία και ως πρακτική, πέρασε από μια βαθιά μετεξέλιξη στα τέλη του 19ου αιώνα. Η ανακάλυψη του δυναμίτη το 1866 εξέλιξε την ικανότητα ενός ανθρώπου να προκαλέσει μαζική καταστροφή και όλεθρο. Παράλληλα σε αυτή τη ριζική καινοτομία ήρθε να προστεθεί η διάδοση νέων ιδεολογιών που καλούσαν στην ανατροπή του βιομηχανικού καπιταλισμού και στην αντικατάστασή του από μια εξισωτική ουτοπική τάξη πραγμάτων.
Το ευρωπαϊκό αναρχικό κίνημα είχε απευθύνει κάποιες από τις πρώτες ρητές προτροπές του για ενορχηστρωμένες πράξεις βίας που θα πολεμούσαν την εξουσία του κεφαλαίου. Στις ΗΠΑ, συνδικάτα και επαναστατικές ομάδες συζητούσαν τη χρηστικότητα τέτοιων τακτικών, μέσα από τις εφημερίδες τους και ανοιχτές συζητήσεις, καθώς και στη διάρκεια απεργιών. Το ζήτημα επίσης έμπαινε και στη διάρκεια δικών που προκαλούσαν μεγάλη αίσθηση στο κοινό. Οι σημαντικότερες φιγούρες της αμερικάνικης αριστεράς (αναρχικοί όπως η Emma Goldman και ο Alexander Berkman, συνδικαλιστές ηγέτες όπως ο “Big Bill” Haywood, και υπέρμαχοι του σοσιαλισμού όπως ο Eugene Debs) επιχειρηματολογούσαν ανοιχτά πάνω στη χρησιμότητα της βίας και του τερορισμού. Σπανίως έφταναν σε μεταξύ τους συμφωνία πάνω στο ζήτημα. Συμφωνούσαν ωστόσο, με τρόπο που θα σόκαρε τα αυτιά μας στον 21ο αιώνα, πως τα προτερήματά τους θα άξιζε σίγουρα να συζητηθούν. Σε μια εποχή όπου τριανταπέντε χιλιάδες αμερικάνοι πέθαιναν κάθε χρόνο σε εργατικά ατυχήματα, όπου η αστυνομία και ο στρατό συχνά άνοιγαν πυρ κατά απεργών και διαδηλωτών, δεν ήταν ασύνηθες το να ακούς τη χρήση δυναμίτη να επαινείται ως δικαιολογημένη αντίδραση κατά της καπιταλιστικής τυραννίας και σαν όπλο αυτοάμυνας της εργατικής τάξης.
Και τα λόγια, περιστασιακά τουλάχιστον, μεταφράζονταν σε πράξη. Το 1920, οι περισσότεροι αμερικάνοι, ακούγοντας για την έκρηξη της Wall str, μπορούσαν να ανακαλέσουν έναν μακρύ κατάλογο αιματηρών περιστατικών που ξεκινούσε από τα γεγονότα του Μαΐου του 1886 στο Haymarket του Chicago και έφτανε στις, πανεθνικής εμβέλειας, δυναμιτιστικές επιθέσεις στις 2 Ιούνη 1919 (3). Περιστατικά στα οποία πολέμιοι του καπιταλισμού χρησιμοποίησαν τις βόμβες και τις δολοφονικές επιθέσεις για να πετύχουν τους στόχους τους. Τα πιο εντυπωσιακά περιστατικά ήταν στοχευμένες επιθέσεις κατά πλουτοκρατών και πολιτικών ηγετών, αντί για πράξεις τυφλού τερορισμού. Συχνά, οι λεπτομέρειες για το ποιος έκανε τι, παρέμεναν σκοτεινές. Όλα τα περιστατικά ωστόσο συνέτειναν στη διαδεδομένη εντύπωση ότι ο δυναμίτης και οι εκτελέσεις ήταν ζωτικό κομμάτι των αμερικάνικων ταξικών σχέσεων, καθώς και κομμάτι της νέας βιομηχανικής εποχής, όπως και ο ηλεκτρισμός, τα οικονομικά τραστ, οι ατσάλινοι ουρανοξύστες.
Σημειώσεις:
1. Έκρηξη που σημειώθηκε σε κυβερνητικό κτίριο από μέλη ακροδεξιών οργανώσεων, επιφέροντας 168 νεκρούς.
2. Ως “Κόκκινος Τρόμος” αναφέρεται το κλίμα που διαμορφώθηκε στις ΗΠΑ (στον απόηχο της ρώσικης επανάστασης) το 1919-’20. Κύρια γεγονότα που συνθέτουν αυτό το κλίμα είναι:
-Τα βομβιστικά μπαράζ των γκαλεανικών αναρχικών τον Απρίλη του ’19 (με 36 βόμβες-δέματα) και τον Ιούνη της ίδιας χρονιάς (με οκτώ, κατά πολύ ισχυρότερες, βόμβες).
-Οι εξεγέρσεις των μαύρων (τέλη καλοκαιριού-φθινόπωρο 1919) σε δεκάδες αμερικάνικες πόλεις όπου οι μαύρες κοινότητες, για πρώτη φορά σε τέτοιο βαθμό, αντέδρασαν με βία στη βία της αστυνομίας και του ρατσιστικού λευκού όχλου. Για πρώτη φορά ανατράπηκε των σκορ της αιματηρής βίας: πέντε μαύροι νεκροί, δέκα λευκοί, εκ των οποίων οι δύο ήταν μπάτσοι.
-Οι εκτεταμένες πρωτομαγιάτικες ταραχές το 1919 σε αρκετές πόλεις, με έναν μπάτσο να πεθαίνει μαχαιρωμένος όταν προσπάθησε να αφαιρέσει μια κόκκινη σημαία στο Σικάγο.
-Οι μεγάλες, και συχνά βίαιες, απεργίες των ναυπηγών στο Σιάτλ, των ανθρακωρύχων και των εργατών μετάλλου σε πολλές πόλεις.
Ο Κόκκινος Τρόμος κορυφώθηκε στα τέλη του 1919 - αρχές 1920, με το παναμερικανικό κατασταλτικό πογκρόμ που ενορχήστρωσε ο Γενικός Εισαγγελέας Palmer.
3. Βομβιστικό μπαράζ των γκαλεανιστών που προηγουμένως αναφέρουμε στα πλαίσια του “Κόκκινου Τρόμου”.