26/9/14

Ιδεολογία και κληρονομία του ρωσικού νιχιλισμού

από το 9ο τελυχος της ασύμμετρης απειλής:

Ιδεολογία  και  κληρονομία  του  ρωσικού  νιχιλισμού

I.
«-Για εξήγησέ μου επιτέλους… ποιος είναι ο σκοπός σας;
-Να καταστραφούν τα πάντα… Να μην υπάρχουν πια έθνη, ούτε κυβερνήσεις, ούτε ιδιοκτησία, ούτε θεός, ούτε θρησκεία.
-Καταλαβαίνω. Αλλά πού θα οδηγήσει κάτι τέτοιο;
-Στην κομμουνιστική κοινωνία, έναν κόσμο καινούργιο στον οποίο όλα θα ξεκινούν από την αρχή.
-Και πώς θα το πραγματοποιήσετε; Πώς λογαριάζετε να δράσετε;
-Με τη φωτιά, με το δηλητήριο, με το μαχαίρι. Ο ληστής είναι ο αληθινός ήρωας, είναι ο εκδικητής του λαού. Είναι ο επαναστάτης που ενεργεί χωρίς φράσεις παρμένες από τα βιβλία. Μια σειρά από τρομερές απόπειρες πρέπει να τρομοκρατήσει τους ισχυρούς και να ξυπνήσει τον λαό».
Εμίλ Ζολά: Ζερμινάλ


Πολλά έχουν γραφτεί, ακόμα περισσότερα έχουν ειπωθεί στην Ελλάδα σχετικά με το “φαινόμενο Νετσάγιεφ” και το ρώσικο νιχιλισμό (1). Σχεδόν όλα όσα έχουν ειπωθεί μέχρι σήμερα έμειναν στην επιφάνεια, δεν έκαναν τον κόπο να εμβαθύνουν ούτε στις αιτίες ανάπτυξης του ρώσικου μηδενισμού, ούτε στις ιδεολογικές του αναφορές και πηγές. Οι περισσότεροι αναρχικοί ή αναρχίζοντες νεολαίοι έμειναν δέσμιοι είτε της δαιμονοποίησης, είτε της ιεροποίησης και μοιράστηκαν σε νετσαγιεφοκλάστες από την μια πλευρά και νετσαγιεφολάτρες από την άλλη. Οι περισσότερες αξιολογικές κρίσεις, θετικές ή αρνητικές, έγιναν από ανθρώπους οι οποίοι δεν έκαναν τον κόπο να μελετήσουν στοιχειωδώς το φαινόμενο. Αυτό που χρειαζόμαστε, όμως, ως ριζοσπαστικό κίνημα, δεν είναι η ιδεολογική φόρτιση (θετική ή αρνητική) διαφόρων αμαθών, που προβάλουν τις παρούσες πολιτικές τους κόντρες σ’ ένα ιστορικό κίνημα του 19ου αιώνα!

Αντίθετα, αυτό που χρειαζόμαστε είναι μια ανάλυση που να φωτίζει το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο γεννήθηκε και αναπτύχθηκε ο ρώσικος μηδενισμός, να αναδείξει την ιδεολογία που ανέπτυξε, να αποθεαματικοποιήσει το φαινόμενο και να το τοποθετήσει εκεί που πραγματικά ανήκει: μέσα στο παγκόσμιο κομμουνιστικό επαναστατικό κίνημα, ως μια συγκεκριμένη ιστορική έκφανση του κινήματος αυτού, σε μια συγκεκριμένη φάση της ιστορικής εξέλιξης και σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο. Γιατί μέχρι σήμερα όλοι βλέπανε τη μορφή του αγώνα του ρώσικου νιχιλισμού (που ήταν κατά βάση ο τερρορισμός) και ελάχιστοι έκαναν τον κόπο να δουν το θεωρητικό του περιεχόμενο.

II.

Ένας από τους πρωτοπόρους μηδενιστές, ο Πιοτρ Ζαϊκνέφσκι, εκ των ιδρυτών της “Ένωσης των Κομμουνιστών”, συμπυκνώνει το 1862 το πολιτικό πρόγραμμα του μηδενισμού, ως τερροριστική δράση για το σοσιαλισμό και την Κοινωνική - Λαοκρατική Δημοκρατία:« […] Όλος ο οίκος των Ρομανόφ θα εξοντωθεί. Ας εφορμήσουμε στα χειμερινά ανάκτορα κι ας σφάξουμε τους ενοίκους. Ίσως το έργο μας ολοκληρωθεί με την εξολόθρευση της αυτοκρατορικής οικογένειας. Αλλά πιθανότατα δε θα γίνει έτσι. Όλο το αυτοκρατορικό κόμμα θα εξεγερθεί σαν ένας άνθρωπος υπέρ του τσάρου. Στην περίπτωση αυτή έχουμε εμπιστοσύνη στον εαυτό μας, στις δυνάμεις μας, στην αγάπη του λαού, στο ένδοξο μέλλον της Ρωσίας, που πρώτη στον κόσμο θα πραγματώσει την μεγάλη ιδέα του σοσιαλισμού. Θα κραυγάσουμε: αρπάξτε τα τσεκούρια! Θα χτυπήσουμε ανελέητα το τσαρικό κόμμα δίχως να κάνουμε οικονομία στα χτυπήματά μας, όπως εξάλλου δεν κάνουν κι εκείνοι. Θα τους αφανίσουμε στις πλατείες όταν τολμά το σκυλολόι τους να εμφανίζεται εκεί. Θα τους αφανίζουμε στα καλντερίμια της επαρχίας και στις λεωφόρους της πρωτεύουσας. Θα τους αφανίζουμε στα χωριά […]». 

Ένα χρόνο αργότερα, ο κύκλος γύρω από το Ισούτιν συγκροτεί το –όχι και τόσο σύνθετο- πολιτικό του πρόγραμμα: προπαγάνδιση του σοσιαλισμού στο λαό, τερροριστική δράση και συνωμοτική οργάνωση. Το 1866ο Ντιμίτρι Καρακαζόφ, μέλος του κύκλου Ισούτιν (που είχε το διόλου ευφάνταστο όνομα ΟΡΓΑΝΩΣΗ) και μέλος της τερροριστικής οργάνωσης ΚΟΛΑΣΗ, έγραφε: «Τότε θα έχουμε αληθινή ελευθερία. Η γη δε θα ανήκει στους αργόσχολους, αλλά στις κοοπερατίβες και τις ενώσεις των ίδιων των εργαζομένων. Τα πλουτοπαραγωγικά κεφάλαια δε θα κατασπαταλούνται από τον τσάρο, τους ευγενείς και τους αξιωματικούς της αυλής. Με αυτά τα κεφάλαια οι κοοπερατίβες θα παράγουν χρήσιμο έργο και το εισόδημα θα διανέμεται εξίσου μεταξύ των μελών τους. Όταν θα γίνει κύριος αυτών των μέσων, ο ρώσικος λαός θα είναι σε θέση να αυτοδιευθύνεται, χωρίς να χρειάζεται κάποιον τσάρο».

Εδώ εντοπίζουμε και μια βασική διαφοροποίηση του μαρξικού κομμουνισμού με τον μηδενισμό. Ο κομμουνισμός των ρώσων νιχιλιστών είναι αγροτικός, παραδοσιακο-κεντρικός και βασίζεται στην αγροτική κοινότητα (ομπτσίνα). Οι ρώσοι επαναστάτες μάλιστα βασανίζονταν από το άγχος της ανάπτυξης του καπιταλισμού και του “μπουρζουάδικου πολιτισμού”, ο οποίος θα διέφθειρε τις λαϊκές ιδέες και θα κατέστρεφε τις ομπτσίνα. Με δυο λόγια ο ρώσικος μηδενισμός πρέσβευε έναν κομμουνισμό της σπάνης. Αντίθετα, για τον Μαρξ η εκτόξευση των παραγωγικών δυνάμεων που φέρνει ο καπιταλισμός, δημιουργεί την υλική βάση για έναν κομμουνισμό πλούτου: «Σα φανατικός οπαδός της αξιοποίησης της αξίας (ο καπιταλιστής) εξαναγκάζει ανελέητα την ανθρωπότητα να παράγει για να παράγει κι επομένως να αναπτύξει τόσο τις κοινωνικές παραγωγικές δυνάμεις και να δημιουργήσει τέτοιους υλικούς όρους της παραγωγής, που μόνο αυτοί μπορούν να αποτελέσουν την πραγματική βάση μιας ανώτερης κοινωνικής μορφής, που θεμελιακή της αρχή είναι η πλέρια και ελεύθερη ανάπτυξη κάθε ατόμου». (”Κεφάλαιο”).

III.

Σε αντίθεση με τον εξελικτικό κομμουνισμό του Μαρξ, οι ρώσοι μηδενιστές έχουν μια πιο αντι- ιστορική και εσχατολογική αντίληψη του κομμουνισμού, αφού τον βλέπουν ως προϊόν μιας Αποκάλυψης, μιας πανκαταστροφικής επανάστασης. Πρόδρομος της αντίληψης αυτής υπήρξε ο σοσιαλιστής φιλόσοφος Αλέξανδρος Χέρτσεν: «Τι θα βγει από την ερχόμενη επανάσταση; Ας γίνει ότι γίνει. Αρκεί να ξέρουμε ότι σ’ αυτή την πυρκαγιά, που θα την ανάψει η τρέλα, το μίσος, η εκδίκηση και διχόνοια, ο κόσμος θα χαθεί. Συνεπώς, ΖΗΤΩ ΤΟ ΧΑΟΣ, ΖΗΤΩ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ. Θέλουμε να γίνουμε οι δήμιοι του παρελθόντος. Να δείξουμε στους ανθρώπους του παλιού κόσμου κάθε καινούργια λαβωματιά που παθαίνει ο κόσμος».

Λίγο πιο συγκρατημένος, αλλά στο ίδιο μοτίβο της χιλιαστικής Αποκάλυψης, ο Ντιμίτρι Πισάρεφ έλεγε: «Σύντροφοί! Χτυπάτε δεξιά και αριστερά, από τούτο κανένα κακό δε συνέβη, ούτε θα συμβεί. Μας λένε παράσιτα της κοινωνίας. Λάθος! Θέλουμε να είμαστε χρήσιμοι για την κοινωνία. Απλά επί του παρόντος η άρνηση και η ολοκληρωτική καταστροφή της είναι ότι πιο χρήσιμο».

Μέσα σ’ αυτόν τον ιδιότυπο μυστικιστικό κόσμο της επαναστατικής εσχατολογίας αναπτύχθηκε και η ιδιότυπη συμμαχία του αναρχικούΜιχαήλ Μπακούνιν με τον Σεργκέι Νετσάγιεφ. Και όπως συμβαίνει συνολικά με το ρώσικο μηδενισμό, έτσι και στους Νετσάγιεφ – Μπακούνιν συναντάμε μια διαρκή ακροβασία ανάμεσα στον ελευθεριακό / φεντεραλιστικό σοσιαλισμό και στον επαναστατικό ελιτισμό του μπλανκισμού (2). Ο Α. Καπατσίνσκι έγραφε για τον Νετσάγιεφ: «Έθετε τον κομμουνισμό ως ύψιστη ιδέα, αλλά γενικά αντιλαμβανόταν τον κομμουνισμό αυτόν κάπως θολά, ενώ στις αντιρρήσεις μου για την κατά φύση ανισότητα των ανθρωπίνων δυνάμεων, έλεγε ότι είναι δυνατόν ένα νομικό σύστημα το όποιο θα υποχρέωνε τους ανθρώπους να είναι ίσοι».

Το 1870 ο Νετσάγιεφ μετάφρασε στα ρώσικα το “Κομμουνιστικό Μανιφέστο” των Μαρξ - Ένγκελς και μαζί με τον Μπακούνιν παραπέμπουν σε αυτό όσους ενδιαφέρονται για την πλήρη θεωρητική ανάπτυξη των κυριότερων θέσεών τους (εν αγνοία φυσικά των συγγραφέων). Στο 3ο τεύχο ςτης “Λαϊκής Κρίσης” που εξέδιδαν οι Μπακούνιν - Νετσάγιεφ στην Ελβετία, περιγράφανε έναν πιο αυταρχικό κομμουνισμό: συγκέντρωση όλων των μέσων ύπαρξης της κοινωνίας στα χέρια μιας επιτροπής, ένταξη όλων στις κοινότητες εργασίας (αρτέλ) και κοινοί χώροι στέγασης, σίτισης κλπ. Σε μια έξαρση επαναστατικού ελιτισμού ο Μπακούνιν έλεγε: «Αόρατοι καπετάνιοι στη μέση της λαϊκής τρικυμίας, πρέπει να τη διευθύνουμε, όχι με μια χειροπιαστή εξουσία, αλλά με την ομαδική δικτατορία όλων των σύμμαχων. Δικτατορία χωρίς στέμμα, χωρίς τίτλο, χωρίς επίσημους νόμους, που θα είναι παντοδύναμη εφόσον δε θα φαίνεται σαν εξουσία». Ο μελλοντικός κομμουνισμός των Νετσάγιεφ - Μπακούνιν σκιαγραφείται ως “παραγωγή για την κοινωνία όσο το δυνατόν περισσότερο και κατανάλωση όσο το δυνατόν λιγότερο”, ενώ η εργασία είναι υποχρεωτική με την απειλή του θανάτου. Αυτή η ολοκληρωτική κομμουνιστική ουτοπία προκάλεσε τα αιχμηρά και ειρωνικά σχόλια των Μαρξ και Ένγκελς: «Τι ωραίο μοντέλο κομμουνισμού του στρατώνα! Εδώ τα έχετε όλα: κοινοτικό φαγητό, κοινοτικό ύπνο, διευθύνοντες και υπηρεσίες που θα ρυθμίζουν την εκπαίδευση, την παραγωγή, την κατανάλωση, με λίγα λόγια όλες τις κοινωνικές δραστηριότητες και το επιστέγασμα όλων αυτών, Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΜΑΣ, ανώνυμη και άγνωστη σε όλους, ως υπέρτατος διευθύνων. Αυτό είναι πραγματικά ο καθαρότερος αντιαυταρχισμός».

Αντίθετα με τον ολοκληρωτικό κομμουνισμό των Μπακούνιν- Νετσάγιεφ, ο Ένγκελς προτείνει έναν πιο ελευθεριακό κομμουνισμό: «Δεν είμαστε οι κομμουνιστές που εκμηδενίζουμε την προσωπική ελευθερία και θέλουμε να κάνουμε τον κόσμο έναν μεγάλο στρατώνα ή ένα μεγάλο εργαστήρι. Υπάρχουν, βέβαια, κομμουνιστές που αυτό τους βολεύει και αρνούνται την ελευθερία, που χαλάει, κατά την γνώμη τους την αρμονία και θέλουν να τηνκαταργήσουν. Όμως εμείς δεν έχουμε καμιά όρεξη να εξαγοράσουμε την ισότητα με την ελευθερία» (“Βάσεις του Κομμουνισμού”). {Να σημειώσουμε εδώ ότι ήδη από το 1844 στα οικονομικά και φιλοσοφικά χειρόγραφα ο Μαρξ ασκεί σκληρή κριτική στον “ωμό κομμουνισμό”}(3).

Αργότερα, με αφορμή το σχίσμα στη “Διεθνή των Εργαζομένων”, ο Καρλ Μαρξ θα κατηγορήσει τον Μιχαήλ Μπακούνιν για “αυταρχικότητα μιας συνωμοτικής ελίτ”, που έχει ως στόχο να επιβάλλει την ανεύθυνη δικτατορία των πιο επαναστατών ή αυτών που από μόνοι τους αποκαλούνται έτσι: «ο ίδιος άνθρωπος που στα 1870 κηρύσσει στους Ρώσους την παθητική, τυφλή υπακοή στις διαταγές που έρχονται εκ των άνω, από μια ανώνυμη και άγνωστη επιτροπή, ο ίδιος που διακηρύσσει ότιη ιησουίτικη πειθαρχία είναι όρος sine qua non της νίκης, το μόνο που μπορεί να νικήσει το γιγαντιαίο συγκεντρωτισμό του κράτους - όχι ακριβώς του Ρωσικού κράτους αλλά κάθε κράτους, ο ίδιος ο άνθρωπος που επαγγέλλεται έναν κομμουνισμό πιο αυταρχικό από τον πρωτόγονο κομμουνισμό -αυτός ο ίδιος στα 1871, εξυφαίνει μια χωριστή και αποδιοργανωτική κίνηση μέσα στην Διεθνή, με το πρόσχημα ότι καταπολεμά την αυταρχικότητα και το συγκεντρωτισμό των Γερμανών Κομμουνιστών, ότι εισάγει την αυτονομία των τμημάτων, μια ελεύθερη ομοσπονδία αυτόνομων ομάδων κι ότι κάνει τη Διεθνή αυτό που οφείλει να είναι: η εικόνα της κοινωνίας του μέλλοντος. Αν η κοινωνία του μέλλοντος είχε σα μοντέλο το Σύνδεσμο και το ρωσικό τμήμα του, θα ξεπερνούσε κατά πολύ την Παραγουάη των Σεβασμιότατων Ιησουιτών Πατέρων, που είναι τόσο προσφιλείς στον Μπακούνιν».

Ο Μαρξ και ο Ένγκελς θα κατηγορήσουν τους Μπακούνιν και Νετσάγιεφ και για διγλωσσία. Και πράγματι, την ίδια ώρα που προτάσσουν τη (μπλανκιστικής έμπνευσης) δικτατορία της επαναστατικής ελίτ, προπαγανδίζουν και το φεντεραλιστικό σοσιαλισμό που δομείται “από τα κάτω προς τα πάνω και από την περιφέρεια προς το κέντρο”. Στην παράγραφο 23της “Κατήχησης του Επαναστάτη” γράφουν: «υπό την έννοια της λαϊκής επανάστασης η αδελφότητα αντιλαμβάνεται όχι το διεκδικητικό κίνημα, σύμφωνα με τη δυτική κλασική μορφή -κίνημα το οποίο πάντα σταματάει με σεβασμό μπροστά στην ιδιοκτησία και στις παραδόσεις της κοινωνικής ευταξίας, του επονομαζόμενου πολιτισμού και της ηθικής, το οποίο μέχρι σήμερα περιοριζόταν παντού στη διατύπωση μιας πολιτικής φόρμας για την αντικατάσταση μιας άλλης και τη δημιουργία του επονομαζόμενου επαναστατικού κράτους. Σωτηρία για το λαό μπορεί να είναι μόνο εκείνη η επανάσταση η οποία θα καταστρέψει ριζικά κάθε κρατισμό και θα εξοντώσει όλες τις κρατικές παραδόσεις, κανόνες και τάξεις στη Ρωσία».

Στην επόμενη παράγραφο μιλούν για την μεταεπαναστατική κοινωνία, υιοθετώντας το πανκαταστροφικό πρόταγμα των Χέρτσεν και Πισάρεφ: «[…] Η αδελφότητα δε σκοπεύει να επιβάλλει στο λαό οποιαδήποτε μορφή οργάνωσης από τα πάνω. Η μελλοντική οργάνωση αναμφίβολα θα προκύψει από το λαϊκό κίνημα και τη ζωή. Αυτό όμως είναι δουλειά των επερχόμενων γενεών. Δική μας δουλειά είναι η παθιασμένη, πλήρης, ολοκληρωτική και ανελέητη καταστροφή». Αυτό που δε λένε οι Νετσάγιεφ και Μπακούνιν είναι για το πώς η “δική μας” γενιά της πανκαταστροφικής επανάστασης θα προχωρήσει στην απαραίτητη οργάνωση της παραγωγής, ώστε οι “επερχόμενες γενιές” να υπάρξουν βιολογικά για χτίσουν τη “μελλοντική οργάνωση της κοινωνίας”. Εκτός κι αν, όπως έλεγε ο Μπακούνιν, η Κοινωνική Επανάσταση πρέπει να πάει πιο πίσω και από το μεσαίωνα, στην πρωτόγονη κοινωνία (4).Από τον κομμουνισμό του στρατώνα, στον κομμουνισμό των καρποσυλλεκτών δηλαδή!

Η χρήση της λέξης “κατήχηση” φυσικά, δεν ήταν καθόλου τυχαία. Πολλές αντίστοιχες “κατηχήσεις” δημοσιεύτηκαν την περίοδο εκείνη, καθώς ο μηδενισμός στη Ρωσία ήταν ένα κίνημα σχεδόν θρησκευτικό: «Ο μηδενισμός είναι η αρνητική πλευρά των ρώσικων αποκαλυπτικών διαθέσεων. Είναι εξέγερση κατά του ψεύδους της ιστορίας, κατά του ψεύδους του πολιτισμού, απαίτηση να τελειώσει η ιστορία και ν’ αρχίσει καθ’ ολοκληρίαν από την αρχή μια νέα έξω-ιστορική ή υπέρ-ιστορική ζωή. Ο μηδενισμός είναι απαίτηση αποκαθήλωσης, απόρριψης όλων των πολιτισμικών περιβλημάτων, η ολοκληρωτική καταστροφή όλων των ιστορικών παραδόσεων, η χειραφέτηση του ανθρώπου, ο οποίος θα είναι πλέον απελευθερωμένος από κάθε είδους δεσμά. Ο διανοητικός ασκητισμός του μηδενισμού βρήκε την έκφρασή του στον υλισμό, η πιο εκλεπτυσμένη φιλοσοφική κατηγορία ως αμαρτία» (Μπερντάεφ)(5).

«Η διαβόητη Κατήχηση του Επαναστάτη του Νετσάγιεφ και ο υπόγειος μεσσιανισμός του Μπακούνιν, είναι ένας σταθμός στη δυτική εσχατολογία, φτάνοντας στην υπερβολή. Δεν πρόκειται, πράγματι, τόσο για ένα ντοκουμέντο στράτευσης και λατρείας της οργάνωσης[…] όσο για το σημείο της τελικής σύγκλισης της Γνωστικής παράδοσης της κλήσης των εκλεκτών, όπου τα πάντα επιτρέπονται προκείμενου να καταστραφεί η κακή δημιουργία και του αυταρχικού στυλ των μυστικών μασονικών στοών και των ιησουιτικών πρακτικών» (Augusto Illuminati).

IV.

Μετά την αποτυχία της “Καθόδου στο λαό” και της ειρηνικής προπαγάνδισης του σοσιαλισμού, ο μηδενισμός αποκτά μια πιο σφικτή δομή, μαζικοποιείται και εγκαταλείπει σιγά-σιγά τον αναρχικό φεντεραλισμό, υιοθετώντας την μπλανκιστική συγκεντρωτική δομή κι ένα νέο λαϊκό σοσιαλισμό (ναροντνικισμό). Έτσι, το 1878 η οργάνωση Ζέμλια ι Βόλια (Γη και Ελευθερία) δηλώνει: «…ανάμεσα στα διάφορα είδη του δυτικοευρωπαϊκού σοσιαλισμού, δίχως δισταγμό επιλέγουμε τη φεντεραλιστική Διεθνή, δηλαδή τους αναρχικούς. Παραδεχόμαστε, όμως, πως αυτές οι αρχές δεν είναι δυνατόν να πραγματωθούν σήμερα». Πολιτικός στόχος της οργάνωσης υπήρξε η εργατική αυτοδιοίκηση, με βάση τις ρωσικές αγροτικές κοινότητες (ομπτσίνα). Μέσα για την επίτευξη των στόχων ήταν δύο: αγκιτάτσια και τερρορισμός. Το 1879 η οργάνωση θα διασπαστεί: από την μια η τάση του Πλεχάνοφ και της Ζασούλιτς (“Μαύρη Αναδιανομή”), που θα προσχωρήσει στο μαρξισμό, και από την άλλη η αμιγώς τερροριστική τάση, που θα ιδρύσει τη Ναρότναγια Βόλια (Λαϊκή Θέληση) και θα συνδεθεί με τον φυλακισμένο Νετσάγιεφ:

«Είμαστε από βασική πεποίθηση, σοσιαλιστές και ναροντνικοί. Είμαστε πεπεισμένοι πως μόνο μέσω των σοσιαλιστικών αρχών μπορεί η ανθρωπότητα να επιτύχει την ελευθερία, ισότητα, αδελφοσύνη, γενική υλική ευημερία, την ανάπτυξη της προσωπικότητας του καθενός και την ανεμπόδιστη πρόοδο.[…] Παρά την καταπίεση και τις διώξεις, συγκεκριμένες λαϊκές παραδόσεις παραμένουν ζωντανές: το δικαίωμα του λαού στη γη του, η κοινοτική και τοπική αυτονομία, η ομοσπονδιακή αρχή, η ελευθερία λόγου και πίστης. Αυτές οι παραδόσεις είναι ικανές για μια μακρά εξέλιξη. Είναι αποστολή μας να απελευθερώσουμε το έθνος από το ζυγό της υπάρχουσας κυβέρνησης, να διεξάγουμε μια πολιτική επανάσταση και να μεταθέσουμε την ανώτατη εξουσία στο λαό. Το πρόγραμμά μας περιλαμβάνει τα παρακάτω σημεία:

I.          ένα ευρύ επίπεδο τοπικής αυτοδιεύθυνσης.
II.            την ανεξαρτησία της mir (κοινότητας) ως οικονομικής και πολιτικής μονάδας.
III.           η γη να περάσει στην κατοχή του λαού.
IV.          όλα τα εργοστάσια να περάσουν στην κατοχή των εργατών.
V.        ελευθερία συνείδησης, λόγου, τύπου. Δικαίωμα στη συνάθροιση, δικαίωμα εκλογικής προπαγάνδισης.
VI.          ο στρατός να εξελιχθεί σε λαϊκή πολιτοφυλακή».

Για την πραγματοποίηση των στόχων αυτών η Λαϊκή Θέληση χρησιμοποιεί δυο μορφές δράσης: προπαγάνδιση της σοσιαλιστικής δημοκρατικής επανάστασης και τερροριστική δράση εναντίον των εξουσιαστών, αλλά και ως εκδίκηση για την κρατική βία. Το 1880 θα ιδρυθεί η εργατική φράξια της οργάνωσης, που θα εκδώσει την “Εργατική Εφημερίδα”: «οι εργάτες θα πρέπει […] να σχηματίσουν μυστικούς πυρήνες, να στρατολογούν νέα μέλη και να διατηρούν ένα μάχιμο πνεύμα με την οργάνωση απεργιών και με το να εκμεταλλεύονται κάθε πιθανή ευκαιρία σύγκρουσης μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων. Οι εργάτες θα πρέπει να είναι έτοιμοι όταν η οργάνωση δώσει το σήμα, για να καταλάβουν τα εργοστάσια κι άλλα σημεία-κλειδιά στις μεγάλες πόλεις».


Το πρόγραμμα του εργατικού τμήματος της Λαϊκής Θέλησης περιλάμβανε την κοινωνικοποίηση των παραγωγικών μέσων, τη συνεταιριστική και κοινοτική εκτέλεση της εργασίας, την ομοσπονδιοποίηση της κρατικής δομής, την αυτονόμηση των επιμέρους κοινοτήτων και την προσωπική ελευθερία όλων των μελών της κάθε κοινότητας. Εδώ εντοπίζουμε και το πέρασμα από το ανορθολογικό πρόταγμα της πανκαταστροφικής επανάστασης σε έναν πιο ορθολογικό σοσιαλισμό. Ο νιχιλισμός ουσιαστικά γεννά τον ναροντνικισμό, με σημείο σύνδεσης τη συνωμοτική μορφή της οργάνωσης και τον τερορισμό.

Την πρώτη του Μάρτη του 1881 η Λαϊκή Θέληση θα εκτελέσει τον Τσάρο και την επόμενη μέρα θα αναλάβει την ευθύνη:

«Εργάτες της Ρωσίας!
Σήμερα, 1η του Μάρτη, ο Αλέξανδρος ο Τύραννος σκοτώθηκε από εμάς τους Σοσιαλιστές. Σκοτώθηκε γιατί δε νοιαζόταν για το λαό. Τον συνέθλιβε με φόρους. Αφαίρεσε τη γη από τον χωρικό. Παρέδωσε τον εργάτη στους πλιατσικολόγους και τους εκμεταλλευτές. Δεν έδωσε ελευθερία στο λαό. Δεν έδωσε σημασία στα δάκρυα του κόσμου. Νοιάστηκε μόνο για τους πλούσιους […]».

Η εκτέλεση του τσάρου ήταν το κορυφαίο γεγονός για τον ναροτνικισμό. Ένα χρόνο αργότερα, στις 21 Νοέμβρη του 1882 θα πεθάνει και ο Νετσάγιεφ, αφού αποκαλύφθηκε η συνωμοσία για την απόδρασή του. Στη συνωμοσία αυτή συμμετείχαν μέλη της Λαϊκής Θέλησης, αλλά και μυημένοι δεσμοφύλακες.

V.

Σταδιακά ο νιχιλισμός και ο ναροτνικισμός στη Ρωσία θα επισκιαστούν από την επικράτηση του μαρξισμού και την ίδρυση του Σοσιαλιστικού Δημοκρατικού Εργατικού Κόμματος, από τα σπλάχνα του οποίου γεννήθηκε ο μπολσεβικισμός. Στην ουσία όμως, ο μπολσεβικισμός (με βασικό εκφραστή τον Λένιν) θα συγχωνεύσει σε μια νέα σύνθεση τους δυο μεγάλους αντιπάλους στο επαναστατικό κίνημα του19ου αιώνα: τον μαρξισμό και τον νιχιλισμό/ μπλανκισμό. Ο μπολσεβίκος ιστορικός Α. Γκαμπάρωφ υποστήριζε πως οι προδρομικές ιδέες του Νετσάγιεφ «…βρήκαν την πλήρη τους πραγματοποίηση μέσα στις μεθόδους και την τακτική του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ρωσίας», ενώ ο κομμουνιστής συγγραφέας Μάξιμ Γκόρκι κατηγορούσε τον Λένιν ως φανατικό αναρχικό τυχοδιώχτη που θυμίζει Μπακούνιν- Νετσάγιεφ: «Ο Λένιν θέλει να εισάγει το σοσιαλισμό στη Ρωσία σύμφωνα με τη μέθοδο του Νετσάγιεφ: “ολοταχώς μέσα από το βούρκο”. Ο Λένιν, ο Τρότσκι και οι σύντροφοί τους είναι πεπεισμένοι μαζί με τον Νετσάγιεφ πως ο καλύτερος τρόπος να παρασύρει κανείς τους Ρώσους, είναι να τους δείξει το δικαίωμα να είναι άτιμοι».

Ο ίδιος ο Λένιν θεωρεί τους επαναστάτες ναροντνικούς και τους τερροριστές ως προδρομικές μορφές του μπολσεβικισμού. Σχεδόν προφητικά ο Ένγκελς κριτικάροντας τον επαναστατικό ελιτισμό και τη συγκεντρωτική μορφή οργάνωσης του μπλανκισμού κατέληγε στο συμπέρασμα πως αναπόφευκτα μια τέτοια μορφή οργάνωσης θα μετέτρεπε τη δικτατορία του προλεταριάτου -δηλαδή την πιο πλατιά δημοκρατία της λαϊκής αντεξουσίας- σε δικτατορία ενός ή περισσότερων προσώπων, επί του προλεταριάτου(6).

Ενώ οι Μαρξ - Ένγκελς έθεταν το ζήτημα της επανάστασης ως κοινωνική αυτο-απελευθέρωση, που θα προέλθει από την αυτενέργεια του προλεταριάτου, ο Λένιν ακολουθώντας τον μπλανκισμό έλεγε: «καμιά τάξη της σημερινής κοινωνίας δεν μπορεί να φέρει εις πέρας τον αγώνα της, αν δεν καθοδηγείται από μια μικρή ομάδα προικισμένων ηγετών, δοκιμασμένων, επαγγελματικά προπαρασκευασμένων και διαπαιδαγωγημένων από μια μακρόχρονη πρακτική εξάσκηση». Για τον Λένιν δεν αποτελεί το προλεταριάτο τον αληθινό επαναστατικό παράγοντα, αφού είναι ανίκανο να αποκτήσει μια συνοπτική θέα της κοινωνίας που οφείλει να ανατρέψει. Η απελευθέρωση του προλεταριάτου, λοιπόν, θα έρθει από έξω, από την επαναστατική ελίτ.

Οι απόψεις του Λένιν δεν υπήρξαν πρωτότυπες. Ο Τκάτσεφ, συνεργάτης του Νετσάγιεφ στα τέλη της δεκαετίας του 1860, έγραφε: «αφημένος στον εαυτό του, ο λαός δεν είναι σε θέση ούτε στο παρόν, ούτε στο μέλλον, να πραγματοποιήσει την Κοινωνική Επανάσταση. Μόνο εμείς, η επαναστατική μειοψηφία, μπορούμε και οφείλουμε να την πραγματοποιήσουμε […] ο λαός δε μπορεί να σωθεί μόνος του […] δε μπορεί να ορίσει την τύχη του σύμφωνα με τις αληθινές ανάγκες του, ούτε και μπορεί να δώσει σάρκα και οστά στο επαναστατικό ιδεώδες […] ο λαός δεν μπορεί ούτε καν να οικοδομήσει έναν νέο κόσμο ενώ αυτός ο ρόλος και αυτή η αποστολή ανήκει αποκλειστικά στην επαναστατική μειοψηφία». Τις ίδιες πάνω κάτω απόψεις εξέφραζε και ο Μπελίνσκι:«ο Μπελίνσκι είναι πρόδρομος της ηθικής των μπολσεβίκων. Λέει ότι οι άνθρωποι είναι τόσο ανόητοι, που θα πρέπει βίαια να τους οδηγήσουμε στην ευτυχία. Ο Μπελίνσκι παραδέχεται ότι, αν ήταν τσάρος, θα ήταν τύραννος εν ονόματι της δικαιοσύνης. Ρέπει προς την δικτατορία» (Μπερντάεφ).

Σε αντίθεση με την “αριστοκρατική” αυτή αντίληψη, οι Μαρξ και Έγκελς πρότειναν τη λεγόμενη “δικτατορία του προλεταριάτου”, δηλαδή τη δικτατορία της τάξης του προλεταριάτου εναντίον της τάξης των αστών : «έργο της δικτατορίας του προλεταριάτου, επρόκειτο να είναι, κατά τον Μαρξ και τον Ένγκελς, η κατάλυση αυτού του κρατικού μηχανισμού, που εκφράζει την “ετερονομία” και η ολοκληρωτική πραγματοποίηση της “αυτονομίας” της κοινωνίας μέσα σε μια μορφή δημοκρατικής αυτοδιοίκησης, που θα “απέδιδε” στην κοινωνία όλες τις εξουσίες που τις είχε υφαρπάξει ως τώρα το κράτος». (Κ. Παπαιωάννου).

Το πραγματικό περιεχόμενο της “δικτατορίας του προλεταριάτου”, που τόσο διαστρεβλώθηκε από τον Λένιν κι έπειτα, αποδεικνύεται από τα λόγια του Ένγκελς: «τελευταία, οι σοσιαλδημοκράτες μπακάληδες έχουν για άλλη μια φορά κυριευτεί από ευεργετικό τρόμο στο άκουσμα των λέξεων: Δικτατορία του προλεταριάτου. Ωραία κύριοι, θέλετε να μάθετε πως μοιάζει αυτή η δικτατορία; Κοιτάξτε την Παρισινή Κομμούνα. Αυτή ήταν η δικτατορία του προλεταριάτου».

Για τον Μαρξ η Παρισινή Κομμούνα του 1871 ήταν η «πολιτική μορφή που επιτέλους ανακαλύφθηκε, με την οποία μπορεί να επιτευχθεί η απελευθέρωση της εργασίας», η αποκεντρωμένη αυτοκυβέρνηση των παραγωγών, το κοινοτικό καθεστώς που διέλυε την παλιά συγκεντρωτική διακυβέρνηση: «Η Κομμούνα αναφωνούν [οι εχθροί της] σκοπό είχε την κατάργηση της ιδιοκτησίας, της βάσης παντός πολιτισμού! Μάλιστα, κύριοι! Η Κομμούνα είχε την πρόθεση να καταργήσει αυτήν την ταξική ιδιοκτησία που μετατρέπει την εργασία των πολλών σε πλούτο των ολίγων. Σκοπό είχε την απαλλοτρίωση των απαλλοτριωτών. Θέλησή της ήταν να κάνει αληθινή την ατομική ιδιοκτησία μεταβιβάζοντας τα μέσα παραγωγής, τη γη και το Κεφάλαιο, που σήμερα είναι τα μέσα υποδούλωσης και εκμετάλλευση της εργασίας, σε όργανα της ελεύθερης και συνεταιρισμένης εργασίας. Αλλά αυτό είναι Κομμουνισμός, ο “ανεφάρμοστός” Κομμουνισμός!»(7).

Κι αν σκεφτεί κανείς πως στην Κομμούνα οι Μαρξιστές ήταν μια ισχνή μειοψηφία, ενώ τον έλεγχο της Κομμούνας τον είχαν οι μπλανκιστές, οι προυντονιστές και οι αναρχικοί, τότε καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως η καταδίκη της “δικτατορίας του προλεταριάτου” είναι μόνο λεξιφοβική (8).

Βλέπουμε, λοιπόν, πως η πανουργία της Ιστορίας δημιούργησε μία άνευ προηγουμένου σύγχυση: ο ρωσικός αναρχισμός και νιχιλισμός, κουβαλώντας τον μπλανκισμό στις δομές του, συνέβαλαν στη δημιουργία του μπολσεβίκικου ελιτισμού, ενώ στο όνομα του μαρξισμού θάβεται το πραγματικό περιεχόμενο της μαρξικής σκέψης (ο ίδιος ο Μαρξ ενοχλούνταν από τη λέξη μαρξισμός και έλεγε: «Εγώ δεν είμαι μαρξιστής!»).

Γράφει ο Maximilien Rubel: «ενώ ξέρουμε ότι ο Μαρξ πολύ λίγο συμπαθούσε μερικούς αναρχικούς (9), αγνοούμε γενικά ότι κι αυτός είχε το ίδιο ιδανικό, τον ίδιο αντικειμενικό στόχο μ’ αυτούς: την εξαφάνιση του κράτους […] Κάτω από τη λέξη κομμουνισμός, ο Μαρξ ανέπτυξε μια θεωρία της αναρχίας· καλύτερα, υπήρξε στην πραγματικότητα ο πρώτος που έριξε τις ορθολογικές βάσεις της αναρχικής ουτοπίας και που προσδιόρισε ένα σχέδιο πραγμάτωσής της […] Σε αντίθεση με το μεγαλύτερο μέρος των στοχαστών που διακήρυχναν πως ήταν οπαδοί του αναρχισμού ή ενός μηδενιστικού ατομικισμού (Max Stirner!), αλλά και που δε σκοτιζόταν καθόλου να βρουν τα πρακτικά μέσα τα ικανά να οδηγήσουν σε κοινοτικές φόρμες ελευθερωμένες από τους ταξικούς θεσμούς που ευνοούν την εκμετάλλευση και την κυριαρχία του ανθρώπου από άνθρωπο, ο Μαρξ ζήτησε να μάθει τους τρόπους επαναστατικής μεταμόρφωσης στο παρελθόν, για να βγάλει από αυτές τις ιστορικές εμπειρίες γενικά διδάγματα».

VI.

Πολλά θετικά ή αρνητικά μπορούν να ειπωθούν για το ρωσικό νιχιλισμό και ναροτνικισμό. Κανείς όμως δε μπορεί να αρνηθεί πως υπήρξε ένα ιστορικό προϊόν της εποχής του και του τόπου που γεννήθηκε και εξέφρασε μια ιστορική αναγκαιότητα. Κανείς δε μπορεί να αρνηθεί πως υπήρξε ένα κοινωνικό επαναστατικό κίνημα με λαϊκή βάση, που ελάχιστη σχέση έχει με τη σημερινή καρικατούρα του νεομηδενισμού ή του κουτσαβακισμού που πλασάρεται ως τέτοιος. Οι θεωρητικές αδυναμίες και οι ανεπάρκειές του ρωσικού νιχιλισμού αντανακλούν τους συγκεκριμένους περιορισμούς του σταδίου της ιστορικής εξέλιξης μέσα στο οποίο αναπτύχθηκε.

Δεν πρέπει να στεκόμαστε όμως εκεί. Κι αν ορισμένοι ξενίζονται από τη βιαιότητα του ρώσικου νιχιλισμού, ας μην ξεχνούν πως αυτή ήταν δευτερογενής και απευθείας ανάλογη με τον αυταρχισμό του τσαρικού καθεστώτος. Και μπροστά σε μια τέτοια κατάσταση, κι ένας ακόμα εμβληματικός ειρηνιστής σαν τον Γκάντι έλεγε: «Εκεί όπου δεν υπάρχει άλλη εκλογή παρά ανάμεσα στη δειλία και τη βία, συνιστώ τη βία. Θα ριψοκινδυνέψω χίλιες φορές τη βία και δε θα προτιμήσω το ξερίζωμά μας» (Μαχάτμα Γκάντι, Αύγουστος 1920)(10). 

Οι Ρώσοι νιχιλιστές λοιπόν, προτίμησαν να καταφύγουν στα όπλα, παρά να παραμείνουν δειλοί μάρτυρες της ταπείνωσης της ρωσικής κοινωνίας…


Σημειώσεις

1 Με τον όρο νιχιλισμός ή μηδενισμός εδώ αναφέρεται αποκλειστικά το επαναστατικό κίνημα της Ρωσίας που επεδίωκε την ανατροπή του τσαρισμού με τερροριστικές μεθόδους και όχι ο ηθικός ή φιλοσοφικός μηδενισμός της Δυτικής Ευρώπης. Κάτω από το ίδιο όνομα αναπτύχθηκαν δύο εκ διαμέτρου αντίθετα φαινόμενα. Ο Νίτσε, για παράδειγμα, ήταν φανατικός πολέμιος του σοσιαλισμού και του αναρχισμού, ενώ για τον τερρορισμό έλεγε πως οι αναρχικοί πολεμούν τους βασιλιάδες για να τους στεριώσουν καλύτερα στους θρόνους τους. (βλ. “Αντίχριστος”, εκδ. Πανοπτικόν). Επίσης και ο Στίρνερ, όπως και ο Νίτσε, ήταν διακηρυγμένος εχθρός της Επανάστασης.


2 Ο Μπλανκί, που εξέφραζε ένα συγκεντρωτικό κομμουνισμό, έχαιρε της ιδιαίτερης εκτίμησης όλων των τάσεων του εργατικού κινήματος και εκλέχθηκε επίτιμος πρόεδρος της Παρισινής Κομμούνας, όντας φυλακισμένος, με σύμφωνη γνώμη αναρχικών, μαρξιστών, προυντονικών, μετριοπαθών σοσιαλιστών κλπ. . Οι οπαδοί του αποτελούσαν, μαζί με τους προυντονιστές, την πλειοψηφία των κομμουνάρων.

3  Ένα ακόμα δείγμα της ελευθεριακής τάσης των Μαρξ - Έγκελς ήταν η κριτική τους προς τους μπλανκιστές της Παρισινής Κομμούνας, όταν οι τελευταίοι θέλησαν να απαγορεύσουν δια νόμου την θρησκεία. Σχολίαζε ο Ένγκελς: « Κι αυτή η απαίτηση να γίνουν οι άνθρωποί άθεοι “με διαταγή του Μουφτή” υπογράφεται από δύο μέλη της Κομμούνας, που σίγουρα έχουν όλον τον καιρό να διαπιστώσουν ότι μπορείς να διατάζεις οτιδήποτε στα χαρτιά, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι θα πραγματοποιηθεί και δεύτερον, ότι ο διωγμός είναι ο καλύτερος τρόπος για να ενισχυθούν οι ανεπιθύμητες πεποιθήσεις».

4  Ο Μπακούνιν μπορεί να θεωρηθεί ως πρόγονος του συγχρόνου αναρχοπρωτογονισμού

5 Ο Μπερντάεφ, μαρξιστής αρχικά και αργότερα χριστιανός διανοούμενος, υπήρξε μελετητής του ρώσικου νιχιλισμού και σοσιαλισμού και προσέγγισε το επαναστατικό κίνημα του 19ου αιώνα με θεολογικούς όρους.


6  Έλεγε ο Ένγκελς για τους μπλανκιστές: «Διαπαιδαγωγημένοι στη σχολή της συνωμοσίας και διατηρώντας την ενότητά τους με αυστηρή πειθαρχία […] είχαν ως σημείο αφετηρίας την άποψη ότι ένας μικρός σχετικά αριθμός αποφασισμένων και καλά οργανωμένων ατόμων είναι ικανός στην κατάλληλη στιγμή, όχι μόνο να πάρει το πηδάλιο του κράτους, αλλά και να το κρατήσει με μια μεγάλη και ανηλεή ενεργητικότητα, ώσπου να κατορθώσουν να κερδίσουν τη μάζα του λαού στην επανάσταση και να τη στοιχίσουν γύρω από τη μικρή ομάδα ηγετών. Αυτό προϋποθέτει, πάνω από όλα, την αυστηρότατη, δικτατορική συγκέντρωση όλης της εξουσίας στα χέρια της νέας επαναστατικής κυβέρνησης».

7  Για τον Μαρξ: «η ύπαρξη του κράτους και η ύπαρξη της σκλαβιάς είναι αξεχώριστες».Η Κομμούνα υπήρξε μια βαθειά και γνήσια άρνηση του κρατισμού: «η Κομμούνα δεν υπήρξε μια επανάσταση ενάντια σ’ έναν οποιοδήποτε τύπο κρατικής εξουσίας νομιμοφροσύνης, συνταγματικής, δημοκρατικής ή αυτοκρατορικής. Υπήρξε μια επανάσταση εναντία στο κράτος ως τέτοιο, ενάντια σ’ αυτό το τερατώδικο έκτρωμά της κοινωνίας· υπήρξε η ανάσταση της αυθεντικής κοινωνικής ζωής του λαού, που πραγματοποιήθηκε από το λαό». Για τον Μαρξ οι προλετάριοι, αν θέλουν να πραγματώσουν την προσωπικότητα τους οφείλουν να καταστρέψουν το κράτος.

8  Ο Μαρξ, όπως και κάθε άνθρωπος, ήταν δέσμιος της εποχής του κι άρα και των λέξεων κι εκφράσεων και -ως ένα σημείο- των προκαταλήψεων αυτής της εποχής. Η φράση ‘’δικτατορία του προλεταριάτου’’ δεν είναι ανακάλυψη του Μαρξ, υπήρχε ήδη στο επαναστατικό κίνημα της εποχής του. Ενώ οι μπλανκιστές (και πολύ αργότερα οι λενινιστές)εννοούσαν μ’ αυτή τη φράση την επαναστατική δικτατορία μιας πεφωτισμένης ελίτ, γιακωβίνικου τύπου, οι Μαρξ και Ένγκελς με την ίδια φράση εννοούσαν την Κομμούνα, δηλ. τις αμεσοδημοκρατικές δομές της Κοινωνικής Αντιεξουσίας. Για το ίδιο πράγμα κάποιοι αναρχικοί του παρελθόντος μίλησαν για ‘‘ελευθεριακή εξουσία’’.

Όσο κι αν ξενίζουν αυτοί οι όροι σήμερα, όσο κι αν δεν ηχούν όμορφα στα αυτιά μας, η ουσία τους εμπεριέχει ένα καθαρό αντιεξουσιαστικό περιεχόμενο. Εκτός κι αν νομίζουμε πως η επανάσταση γίνεται με τακτ, φροντίδα και προδέρμ. Ως γνωστόν, οι ποσοτικές μεταβολές, από ένα σημείο και μετά, μετατρέπονται σε ποιοτικές. Οι ποσοτικές μεταβολές της επαναστατικής βίας, όταν η κοινωνία βρίσκεται σε πραγματική επαναστατική κατάσταση, μετατρέπονται σε ‘‘εξουσία’’, εφόσον επιβάλλονται δυναμικά από ένα κομμάτι της κοινωνίας σε ένα άλλο κομμάτι της. Έτσι το γνωστό αναρχικό σύνθημα ‘‘βία στη βία της εξουσίας’’ μετατρέπεται στην πράξη σε ‘‘εξουσία στην εξουσία της εξουσίας’’. Έτσι γίνονται οι επαναστάσεις αναντάμ παπαντάμ…

Επομένως, η μαρξική ερμηνεία της “δικτατορίας του προλεταριάτου’’, όσο και αν μας ξενίζει (δικαίως) η φράση αυτή, είναι στην ουσία της αντιεξουσιαστική, εφόσον με αυτή τη φράση περιγράφεται η δομή της Κομμούνας. Και οι αναρχικοί που αρνούνται την Κομμούνα αρνούνται την ίδια την ουσία του αναρχισμού…

9 Παρά την απέχθεια του Μαρξ για την τερρροριστική πρακτική, εκτιμούσε βαθύτατα τον μηδενιστή Τσερνισέφσκι και έμαθε ρώσικα για να διαβάζει τις οικονομικές αναλύσεις από το πρωτότυπο, ενώ διατηρούσε αλληλογραφία με την Βέρα Ζασούλιτς (τμήμα της αλληλογραφίας έχει δημοσιευθεί στο Πανοπτικόν). Είχε πει μάλιστα, πως το να μιλάμε εναντίον του τερρορισμού είναι σαν να μιλάμε εναντίον του σεισμού της Χίου.

10  βλ. Νίκος Ψυρρούκης: Μικρασιατική Καταστροφή εκδ. Αιγαίον- Κουκίδα.

ΠΗΓΕΣ:
Ανιδιοτελείς Χειρονάκτες του Μηδενός, εκδ. Δαίμων του Τυπογραφείου.
Σεργκέι Νετσάγιεφ: «Η Κατήχηση του Επαναστάτη», εκδ. Αρμός. 
Έλλη Παππά: «Κομμούνα του 1871», εκδ. Δελφίνι.
Augusto Illuminat: «Το νέο συντακτικό της στράτευσης»,εκδ. Ελευθεριακή Κουλτούρα.
Καρλ Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», εκδ. Σύγχρονή Εποχή.
Κώστας Παπαϊωάννου: «Η γέννηση του Ολοκληρωτισμού»,
Εναλλακτικές Εκδόσεις.
Max Rubel: «Ο Μαρξ θεωρητικός του αναρχισμού», εκδ. μικρά ΚΕΙΜΕΝΑ.
Γιάννης Γαλανόπουλος- Ανέστης: «Πολιτικά Κείμενα» εκδ. convoy.
Γκυ Ντεμπόρ: « Η κοινωνία του θεάματος» εκδ. Ελεύθερος Τύπος.
Β.Ι.Λένιν: «Τι να κάνουμε;» εκδ. Σύγχρονη Εποχή
Β.Ι.Λένιν: «Ποιοί είναι ο φίλοι του λαοί και πως πολεμούν τους σοσιαλδημοκράτες» εκδ. Σύγχρονη Εποχή