19/1/14

Ο ΣΧΙΖΟΕΙΔΗΣ ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ Ο ΠΡΩΤΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ

(Απόσπασμα από το βιβλίο: "Ο Διάβολος στη σάρκα τους: τα απολωλότα πρόβατα του πληβειακού χριστιανισμού" εκδ. Ασύμμετρη Απειλή)


Ο ΣΧΙΖΟΕΙΔΗΣ ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ Ο ΠΡΩΤΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ

1
«Στο μεταξύ, χάσκει μια αντίφαση ανάμεσα σ’ αυτόν που κηρύττει στα βουνά, στις λίμνες και στα λιβάδια, και που η εμφάνιση του μοιάζει με ενός Βούδα πάνω σε ένα πολύ λίγο ινδικό έδαφος, και σ’ εκείνον τον φανατικό της επίθεσης, τον θανάσιμο εχθρό των θεολόγων και των ιερέων […] Καθώς η πρώτη Κοινότητα είχε ανάγκη από ένα θεολόγο που να κρίνει, να φιλονικεί, να εξοργίζεται, να είναι κακόβουλα οξύνους, εναντίον των θεολόγων, δημιούργησε τον “Θεό” της ανάλογα με της ανάγκες της.»
Φρ. Νίτσε

Ο γερμανός ιδεαλιστής φιλόσοφος Ιμανουέλ Καντ, σε μία επίδειξη πλατωνικού “γενναίου ψεύδους” και πυθαγόρειας υφής ελιτισμού της γνώσης, έλεγε: «εγώ δε πιστεύω, οι ελίτ δε πρέπει να πιστεύουν στο Θεό, αλλά οι φτωχοί πρέπει να πιστεύουν, γιατί αυτό είναι παράγοντας ειρήνης». Στο ίδιο μοτίβο και ο μέγας- νεκροθάφτης της γαλλικής επανάστασης- Ναπολέων θεωρούσε ως απαραίτητη προϋπόθεση της ύπαρξης της κοινωνίας την ταξική ανισότητα και τη θρησκεία ως αναγκαίο συστατικό  στοιχείο στη διαδικασία εσωτερίκευσης αυτού του κοινωνικού διαφορισμού στα μυαλά των πιστών: η ύπαρξη πλουσίων και φτωχών είναι θέλημα Θεού! 

Ο επίσημος χριστιανισμός και το ιερατείο του υπήρξαν επί αιώνες πνευματικοί χορηγοί αυτής της διαδικασίας ιδεολογικής εξομάλυνσης, παρουσιάζοντας την επίγεια ιεραρχία ως αντανάκλαση του επουράνιου βασιλείου. Όπως ο Θεός ήταν ο απόλυτος εξουσιαστής ολόκληρης της πλάσης, έτσι και οι επί της γης εντεταλμένοι του θα έπρεπε να κυριαρχούν σε μια ταξικά διαφορισμένη κοινωνία: η θέση του καθένα εντός της κοινωνίας θεωρούνταν προαποφασισμένη από τη Θεία Πρόνοια και τίποτα πέραν αυτού. Ο καθένας επιβάλλονταν να παίξει από την ιδιαίτερη θέση του τον δικό του ειδικό ρόλο στο πολύπλοκο Θεϊκό Σχέδιο. Ιδέα κλεμμένη από τον στωικισμό αλλά και πάντα πετυχημένη… 


Ο χριστιανός απολογητής Ιωάννης του Σόλσμπερυ το 1059 στο έργο του Polykraticus εμφάνιζε την κοινωνία ως ανθρώπινο σώμα, ώστε να παρουσιαστούν  η εξουσία και η ανισότητα ως δοσμένες από τη φύση καταστάσεις, μέσα  από έναν υπεραπλουστευτικό βιολογικό αναγωγισμό: ο κυβερνήτης αντιπροσώπευε το κεφάλι, η σύγκλητος στη καρδιά, οι δικαστές τα μάτια, τα αυτιά και τη γλώσσα κοκ. Και φυσικά οι εργάτες και οι αγρότες αντιπροσώπευαν τα απαραίτητα μεν, αλλά ταπεινά πόδια.

Την προέλευση του εξομαλυντικού αυτού ρόλου της επίσημης εκκλησίας θα το καταλάβουμε καλύτερα εάν διαβάσουμε τη περίφημη προς Ρωμαίους Επιστολή του Αποστόλου Παύλου, του ανθρώπου που συστηματοποίησε σε θρησκεία τον χριστιανισμό και τον εξέτρεψε από το αρχικό επαναστατικό του περιεχόμενο: «κάθε άνθρωπος οφείλει να υποτάσσεται στις ανώτερες εξουσίες, γιατί δεν υπάρχουν εξουσίες παρά [δοσμένες] από το Θεό· και αυτές οι εξουσίες που υπάρχουν έχουν τεθεί από το Θεό. Έτσι λοιπόν, όποιος αντιτάσσεται στην εξουσία, αντιστέκεται στην τάξη που επέβαλλε ο Θεός· και όσοι αντιστέκονται είναι οι ίδιοι υπεύθυνοι για τη τιμωρία τους. Οι άρχοντες δεν προκαλούν φόβο σε όποιον κάνει το  καλό, αλλά σε όποιον κάνει το κακό. Θέλεις εσύ να μη φοβάσαι την εξουσία; Κάνε το καλό και θα σε επαινέσει η εξουσία γιατί είναι στην υπηρεσία του Θεού για το καλό σου. Αν όμως κάνεις το κακό, να φοβάσαι, γιατί η εξουσία δεν κρατάει χωρίς λόγο το σπαθί· το Θεό υπηρετεί και γίνεται όργανο της οργής του για να τιμωρήσει όποιον κάνει το κακό. Πρέπει λοιπόν, να υποτάσσεστε, όχι μόνο για να αποφύγετε την οργή της εξουσίας, αλλά και γιατί αυτό επιβάλλεται από τη συνείδηση σας. Γι’ αυτό να πληρώνετε τους φόρους, αφού οι άρχοντες που φροντίζουν για την είσπραξη τους, είναι υπηρέτες του Θεού. Να αποδίδετε σε όλους ό,τι τους οφείλετε : το φόρο και το δασμό σε οποίον οφείλετε φόρο και δασμό, τον σεβασμό και τη τιμή σε όποιον οφείλετε σεβασμό και τιμή». (προς Ρωμαίους, κεφ. 13, στ. 1-7) 

Και στην Προς Κολοσαείς Επιστολή (κεφ.3 στ.22-25) διαβάζουμε: «οι δούλοι να υπακούτε τους επίγειους κυρίους σας σε όλα, όχι υποκριτικά, μόνο δηλαδή όταν σας βλέπουν, για να τους είστε αρεστοί, αλλά με ειλικρινή καρδιά και από σεβασμό προς το Θεό. Όποια εργασία κάνετε να τη κάνετε με τη καρδιά σας, σαν να δουλεύετε για τον Κύριο και όχι για τους ανθρώπους. Ξέρετε καλά ότι θα πάρετε από τον Κύριο ως ανταμοιβή σας την κληρονομιά της βασιλείας του». Και στην Επιστολή Προς Τιμόθεον Α’ (κεφ. 6, στ. 1-3) ο Παύλος συμβουλεύει τους δούλους που είναι χριστιανοί να σέβονται τους άπιστους κυρίους τους για μη δυσφημούν τον χριστιανισμό, ενώ αν έχουν ομόθρησκους κυρίους πρέπει να δουλεύουν ακόμα πιο σκληρά. 

Στην Επιστολή Προς Τίτον (κεφ. 3, στ. 1-2) ο Παύλος καλεί τον στενό του συνεργάτη να θυμίζει στους πιστούς να είναι υποταγμένοι στους εξουσιαστές, να πειθαρχούν και να είναι ανεξίκακοι. Αλλά και ο Πέτρος καλεί τους πιστούς: «να υπακούτε λοιπόν σε κάθε ανθρώπινη εξουσία, για χάρη του Κυρίου, είτε είναι ο Αυτοκράτορας, επειδή είναι ο ανώτατος άρχοντας, είτε οι τοπικοί διοικητές, επειδή είναι οι σταλμένοι από αυτόν για να τιμωρούν τους κακοποιούς και να επαινούν αυτούς που κάνουν το καλό» (Α’ Πέτρου, κεφ.2. στ. 13-14). Και σε άλλο σημείο της ίδιας επιστολής ο Πέτρος συμβουλεύει τους δούλους να υποτάσσονται με σεβασμό όχι μονάχα στους καλούς αφέντες, αλλά και στους πιο δύστροπους και να υπομένουν στα βασανιστήρια και τις τιμωρίες τους, για να έχουν την ευλογία του Θεού (κεφ. 2, στ 18-20). Βεβαίως, δε λείπουν και οι συμβουλές προς τους κυρίους να φέρονται με ανθρωπιά και καλοσύνη στους δούλους τους, όπως κάνει ο Παύλος στην προς τους Εφεσίους επιστολή του.

Πετυχαίνουν όμως πάντα αυτά τα κηρύγματα εθελοδουλίας; Δεν είναι λίγες οι φορές που οι φτωχότερες κοινωνικές τάξεις αγνόησαν αυτά τα κηρύγματα (που παρεμπιπτόντως  ενδέχεται η τελική μορφή τους να είναι αποτέλεσμα εξουσιαστικής παραποίησης και διαστρέβλωσης)1 και δημιούργησαν έναν Θεό κατ’ εικόνα τους: κουρελή και καταπιεσμένο, εξεγερμένο και ζηλωτή, ένα Θεό που αντιστέκεται στην Τρόικα του ιερατείου, των αρχών και των πλουσίων. Ήδη πριν κάνει την εμφάνιση του στη Παλαιστίνη ο χριστιανισμός, ως διακριτή αίρεση του ιουδαϊσμού, υπήρχαν αρκετά πληβειακά κινήματα που εξέφρασαν την ταξική πάλη μέσα από θρησκευτική προβιά. Είναι αναγκαίο να ρίξουμε μια ματιά στο ιστορικό και πνευματικό περιβάλλον μέσα στο όποιο αναπτύχτηκε ο αρχικός χριστιανισμός. 

Οι δύο βασικότερες κυρίαρχες τάξεις στο εβραϊκό κόσμο κατά την ρωμαιοκρατία ήταν οι Σαδδουκαίοι και οι Φαρισαίοι. Οι πρώτοι υπήρξαν ελευθεριάζοντες, αφού δέχθηκαν σημαντικές επιρροές από την ελληνική φιλοσοφία, ήταν ανοιχτά μυαλά και εχθροί της μισαλλοδοξίας, αλλά η ίδια η αριστοκρατική τους ταξική θέση και η συνεργασία τους με την ρωμαϊκή εξουσία τους καθιστούσε μισητούς στον απλό λαό. Οι Φαρισαίοι ήταν ένα φανατικό θρησκευτικό κίνημα που είχε τις ρίζες του στην επιτυχημένη εθνική επανάσταση των Μακκαβαίων, το 168 π.χ.. Σταδιακά όμως, ο επαναστατικός εθνισμός των Φαρισαίων ξεθώριασε και πήρε αντεπαναστατικό χαρακτήρα, αφού πρέσβευαν έναν συντηρητικό μεσσιανισμό, ο οποίος καλούσε τους εβραίους σε παθητική στάση αναμονής μέχρι να έρθει ο σωτήρας που θα ξεσκλαβώσει το Ισραήλ. Για να κάνουμε κι έναν πολιτικό αναχρονισμό ο Φαρισαϊσμός ήταν ο καουτσκισμός της εποχής (και τούμπαλιν)2

Μέσα από τα σπλάχνα του Φαρισαϊκού κινήματος γεννήθηκαν οι Ζηλωτές, ο οποίοι εξέφρασαν έναν πιο ενεργητικό μεσσιανισμό, προχωρώντας σε μια πραγματική υλική αντίσταση εναντίον των ρωμαίων. Κομμάτι του ζηλωτικού κινήματος ήταν οι Σικάριοι, που πήραν το όνομα τους από το μικρό ξιφίδιο που κουβαλούσαν πάνω τους. Οι Σικάριοι λειτουργούσαν ως συνωμοτική μυστική οργάνωση και χρησιμοποιούσαν τη μέθοδο του τερρορισμού, εκτελώντας στη μέση του δρόμου και σε μεγάλες λατρευτικές συγκεντρώσεις ή  τελετές , τόσο ρωμαίους κατακτητές όσο και Εβραίους καταπιεστές και συνεργάτες των κατοχικών δυνάμεων. 

Το ζηλωτικό κίνημα οργάνωνε αντάρτικες ομάδες αποτελούμενες από τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα, που λήστευαν και σκότωναν πλούσιους, αριστοκράτες και γαιοκτήμονες: «μια λοιπόν που όλοι περίμεναν τον Μεσσία, παρουσιάζονταν μερικοί από τους δυσαρεστημένους ή ξεπεσμένους αγρότες για Μεσσίες και ανεβαίνοντας τα βουνά κήρυχναν την Επανάσταση ληστεύοντας μαζί και τους πλούσιους ή τα καραβάνια των εμπόρων. Τους Μεσσίες αυτούς τους ακολουθούσαν πολλοί προλετάριοι από την Ιερουσαλήμ καθώς και πολλοί ξεπεσμένοι αγρότες και χτηνοτρόφοι […] όσο όμως κι αν προσπάθησαν οι Φαρισαίοι να σταματήσουν την κίνηση αυτή δεν το κατάφεραν. Χρόνο με το χρόνο πλήθαιναν οι ένοπλες συμμορίες και ο μεσσιανισμός έπαιρνε χαρακτήρα λαϊκής επανάστασης» (Κορδάτος).

Οι ζηλωτές με τον ενεργητικό τους μεσσιανισμό εξέφρασαν τόσο τους εθνικοαπελευθερωτικούς πόθους του εβραϊσμού όσο και το ταξικό μίσος των φτωχών εναντίον των καταπιεστών τους. Αναμειγνύοντας ταυτόχρονα το αναστηλωτικό/νοσταλγικό με το ουτοπικό/ανανεωτικό μεσσιανικό ρεύμα, προκαλούσαν λαϊκές εξεγέρσεις3 αντί να προσεύχονται για τον ερχομό του Μεσσία, όπως έκαναν οι ξεπουλημένοι Φαρισαίοι. Ίσως ο σπουδαιότερος ζηλωτής ηγέτης υπήρξε ο Ιούδας ο Γωλανίτης, ο οποίος άγγιξε ένα αντιεξουσιαστικό πρόταγμα: αρνιόταν την πληρωμή φόρων, υμνούσε την ελευθερία, υποτιμούσε την σκλαβωμένη ζωή και θεωρούσε πως όλοι οι θνητοί είναι ίσοι μεταξύ τους, αφού μοναδικός Κύριος είναι ο Γιαχβέ και κανένας άλλος! Απέρριπτε δηλαδή την εγκόσμια ιεραρχία, καθιστώντας ως μοναδικό “εξουσιαστή” ένα πλάσμα της φαντασίας…

Επαναστάτης ζηλωτής ήταν και ο επί δύο χιλιετίες συκοφαντημένος Βαραββάς. Ο Βαραββάς συμμετείχε σε ένοπλη αντιρωμαϊκή εξέγερση και καταδικάστηκε για φόνο που διαπράχθηκε κατά τη διάρκειά της (κατά Μάρκον, κεφ. 15, στ. 7). Σημαντικό, όμως, είναι και το γεγονός πως δύο από τους μαθητές του Ιησού, ο Ιούδας και ο Σίμων, είχαν ενεργή παρουσία στο κίνημα των ζηλωτών.

Εκτός από το βίαιο ζηλωτικό κίνημα, υπήρχε και ένα ειρηνιστικό αναχωρητικό κίνημα που στράφηκε εναντίον των ορθόδοξων Φαρισαίων και των ελληνιζόντων Σαδδουκαίων και οι οπαδοί του ζούσαν σε κοινόβια στη νότια Ιουδαία σε κατάσταση αρχέγονου κομμουνισμού. Η αίρεση αυτή έμεινε στην ιστορία με το όνομα “Εσσαίοι”. Σύμφωνα με τον ιστορικό Φλάβιο Ιώσηπο, οι Εσσαίοι εμφανίστηκαν περίπου το 150 π.χ. οργανώνοντας κοινόβια μακριά από την κοινωνική ζωή, εφάρμοζαν την κοινοκτημοσύνη, απαγόρευαν το εμπόριο και τη δουλεία, εργάζονταν από κοινού και στήριζαν τον κοινοτικό τους βίο στις αρχές της αλληλοβοήθειας, της αλληλεγγύης και της συντροφικότητας. Γράφει ο Ιώσηπος: «καταφρονητές του πλούτου είχαν οργανώσει θαυμάσια της κοινότητες τους και είναι αδύνατον να βρεις μέσα σ’ αυτές κανέναν που να είναι πλουσιότερος από τον άλλον. Νόμος απαράβατος για όλους είναι, όσοι μπαίνουν στα κοινόβια τους να απαλλοτριώνουν την περιουσία τους για όφελος της οργάνωσης. Και έτσι όλοι είναι ίσοι και δεν υπάρχουν φτωχοί και πλούσιοι. Η ατομική ιδιοκτησία του καθενός είναι ιδιοκτησία που την εξουσιάζουν όλοι σα σύντροφοί».

Ο αρχέγονος χριστιανισμός, λοιπόν, από αυτά τα δύο κηρύγματα πήρε τις βασικές του αρχές και διαμόρφωσε την ιδιαίτερη του αίρεση: από τη μία πλευρά το βίαιο και Επαναστατικό Ζηλωτισμό και από την άλλη τον ειρηνιστικό Εσσαϊσμό που κήρυχνε την παθητική αντίσταση σα κίνημα “πολιτικής ανυπακοής”. Έτσι εξηγείται κι ως ένα βαθμό η ύπαρξη ενός σχιζοειδούς Χριστού που ακροβατεί ανάμεσα στο ζηλωτικό ριζοσπαστισμό και τον εσσαϊκό πασιφισμό. Αλλά αυτή η εξήγηση δεν αρκεί…


2

«Ο χριστιανισμός, όπως και άλλες σωτηριακές θρησκείες, εμφανίστηκε και εξαπλώθηκε σε μια περίοδο πρωτοφανούς κοινωνικής κρίσης και βαρβαρότητας […] Σκλάβοι, φτωχοί κατεστραμμένοι αγρότες, απόβλητοι, βρήκαν ελπίδα στα κηρύγματα του αρχέγονου χριστιανισμού. Κι επίσης δεν είναι τυχαίο ότι ο χριστιανισμός ενέπνευσε επαναστατικές-κομμουνιστικές ουτοπίες όπως του Καμπανέλα και επαναστατικά κινήματα όπως των γερμανών χωρικών»
Ευτύχης Μπιτσάκης

Η Καινή Διαθήκη είναι ένα εν πολλοίς αντιφατικό κείμενο. Η τελική μορφή της Καινής Διαθήκης αποφασίστηκε στον Δ’ αιώνα μ. Χ. και ήταν αποτέλεσμα σκληρών ανταγωνισμών και συμβιβασμών. Πολλές ήταν και οι λαθροχειρίες και οι πλαστογραφήσεις, ώστε να καταστεί ο χριστιανισμός πιο συμβατός με τη νέα αυτοκρατορική εξουσία, την οποία καλούνταν να υπηρετήσει ως επίσημη ιδεολογία. Το ζήτημα της σταδιακής μετάβασης του χριστιανισμού από πληβειακή μαχητική ιδεολογία σε εξουσιαστική θρησκεία (μια μετάβαση διαρκείας τριών αιώνων!) είναι ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα, αλλά δε θα το δούμε εδώ. Θα αρκεστούμε να πούμε πως σε μεγάλο βαθμό ο σχιζοειδής χαρακτήρας του Ιησού και των οπαδών του εξηγούνται από το γεγονός αυτό: όταν ο χριστιανισμός βγήκε από τον πληβειακό “βούρκο” για να στρογγυλοκαθίσει στις αυτοκρατορικές πορφύρες, έπρεπε να εμφανιστεί ένας Χριστός πιο εθελόδουλος και πράος. Έτσι, τόσο ο εσσαϊκός ειρηνισμός του Χριστού όσο και ο συντηρητισμός του Παύλου υπερτονίστηκαν σε βάρος άλλων, πιο μαχητικών χαρακτηριστικών. Αν ξύσουμε όμως καλά την Καινή Διαθήκη, δε θα βρούμε μονάχα Θεούς και Δαίμονες, θαύματα και μεταφυσική. Κάτω από αυτή την επιφάνεια θα εμφανιστεί σαν παλίμψηστο κάτι ακόμα πιο βαθύ, παρά τις λαθροχειρίες και της πλαστογραφίες. Εκεί μέσα αντανακλάται και η σκληρή ταξική πάλη της εποχής. Γι’ αυτό και θα πρέπει να κάνουμε μια υλιστική ερμηνεία του κειμένου, αντί να κοκορομαχούμε άσκοπα με τα μεταφυσικά απολιθώματα της θρησκείας για την ύπαρξη ή όχι του Θεού, των θαυμάτων, της ιστορικότητας του προσώπου του Ιησού (το λεγόμενο χριστολογικό πρόβλημα), της παρθενίας της Μαρίας κλπ. Αυτή ήταν δουλειά του αστικού διαφωτισμού και του επιστημονικού αθεϊσμού και την περαίωσαν με λαμπρή επιτυχία (αν και τα τελικά αποτελέσματα αποδείχθηκαν ανεπαρκή, αφού ακόμα οι περισσότεροι άνθρωποι πιστεύουν σε πλάσματα της φαντασίας σαν το Θεό, το Αλλάχ, τη Μαντόνα κλπ.). Δική μας δουλειά δεν είναι η εξ αντιδιαστολής ενασχόλησή μας με τη μεταφυσική, αλλά ο εντοπισμός του επαναστατικού περιεχομένου και της ταξικής πάλης που συναντάμε τόσο στον πρωτογενή “χριστιανισμό” (πριν την εξουσιαστική κατασκευή της χριστιανικής θρησκείας), όσο και στα παράγωγά του (αιρέσεις και σέχτες που συγκρούστηκαν με την επίσημη εκκλησία).

Έτσι, λοιπόν, στη Καινή Διαθήκη δε συναντάμε μονάχα τον γλυκανάλατο ειρηνιστή Ιησού, που όταν τον ραπίζουν στο ένα μάγουλο προσφέρει και το άλλο. Συναντάμε και έναν άλλο Χριστό, ζηλωτή και πυρφόρο: «πυρ ήλθον βάλειν επί την γην, και τι θέλω ει ήδη ανήφθη!». (Κατά Λουκάν κεφ. 12 στ. 49) και «μη νομίσητε ότι ήλθον βάλειν ειρήνην επί την γην· ουκ ήλθον βάλειν ειρήνην, αλλά μάχαιρα» (κατά Ματθαίον κεφ. 10, στ 34). Αυτός ο πολεμοχαρής Χριστός μας θυμίζει περισσότερο Ρώσο επαναστάτη του 19ου  αιώνα 4 παρά τον πασιφιστή Χριστό που διδαχθήκαμε στα σχολεία: καλεί τους μαθητές του να πουλήσουν τα υπάρχοντα τους για να αγοράσουν όπλα5 να εγκαταλείψουν το οικογενειακό τους και κοινωνικό τους περιβάλλον και στέλνει μήνυμα όχι ειρήνης αλλά διχόνοιας: «νομίζεται ότι ήρθα να δώσω ειρήνη στη γη, όχι, σας λέω, ήρθα να φέρω διχόνοια» (κατά Λουκάν κεφ. Ιβ’, στ. 51) και : «ήρθα να διχάσω άνθρωπο κατά του πατέρα του και κόρη εναντίον της μητέρας της και τη νύφη κατά της πεθεράς» (κατά Ματθαίον, κεφ. ι, στ. 35). Καλεί τους οπαδούς του να στρατευθούν στην Υπόθεση, πάντα έτοιμοι να δεχθούν τις διώξεις και τις φυλακίσεις και να θεωρούν ως συγγενείς τους συντρόφους στη μάχη και όχι την εξ αίματος οικογένεια: «όποιος έρχεται σε μένα και δε μισεί τον πατέρα του και τη μητέρα του και τη γυναίκα του και τα παιδιά του και τους αδερφούς του και τις αδερφές του, μέχρι και την ίδια του την ψυχή, δεν μπορεί να είναι μαθητής μου» (κατά Λουκάν, κεφ. Ιδ’, στ. 26). Ας σημειωθεί πως τα πύρινα αυτά λόγια ο Ιησούς τα εκτόξευσε στο όχλο που τον ακολουθούσε και όχι στον κλειστό κύκλο των 12 “μαθητών” του! Αυτό το μίσος προς τις οικογενειακές συμβάσεις6 αποτελεί μία διαχρονική σταθερά των επαναστατικών κινημάτων που λειτουργούν σε ακραίες κοινωνικές συνθήκες, αφού η προσήλωση ενός επαναστάτη στους οικογενειακούς και φιλικούς δεσμούς μπορεί να αποτελέσει τροχοπέδη για την αφοσίωση του. Όπως σχολιάζει και ο Ίγκλετον: «[…] ο Ιησούς κρατάει απέναντι στην οικογένεια στάση αδυσώπητης εχθρότητας. Έχει φτάσει εν ονόματι της αποστολής του να διαλύσει, φέρνοντας τα μέλη τους στα μαχαίρια μεταξύ τους, αυτούς τους μικρούς συμβιωτικούς θύλακες τρυφηλού συντηρητισμού, τους οποίους αγαπούν τόσο πολύ οι αμερικάνοι διαφημιστές […] Τα κινήματα για τη δικαιοσύνη αψηφούν τους παραδοσιακούς δεσμούς αίματος, όπως και τις φυλετικές, κοινωνικές ή εθνικές διαιρέσεις. Η δικαιοσύνη αίμα δε γίνεται».
Ο ίδιος ο Ιησούς που αλλού μακαρίζει τους πράους και τους ειρηνοποιούς, ξαφνικά εξαγριώνεται και απειλεί πως δε θα αφήσει λίθο πάνω στο λίθο, 7 ενώ καλεί τους μαθητές του να φέρουν μπροστά του τους εχθρούς του και να τους σφάξουν (κατά Λουκάν, κεφ.18 στ 27). Είναι ο ίδιος που εισβάλλει έξαλλος στο Ναό, βιαιοπραγεί εναντίον των εμπόρων και προβαίνει σε βανδαλισμούς. Μέχρι και αυτοσχέδιο μαστίγιο (φραγγέλιον) έφτιαξε για να βιαιοπραγήσει εναντίον των κερδοσκόπων (κατά Ιωάννη κεφ. 2, στ.15). 

Ο ίδιος ο Ιησούς που συμβουλεύει τους πιστούς να αγαπούν τους εχθρούς τους και να μην αντιστέκονται στο κακό, συγκρούεται με το θρησκευτικό κατεστημένο, καθυβρίζει τους θεματοφύλακες της πίστης, τους αποκαλεί γεννήματα εχιδνών, πονηρή γενιά, υποκριτές και τυφλούς οδηγούς τυφλών. Καταγγέλλει με ιδιαίτερη σφοδρότητα την πλεονεξία, την υποκρισία και την αρπακτική διάθεση του ιερατείου και των γραφειοκρατών: « προσέχετε τους γραμματείς, που θέλουν να περπατούν με στολές και αγαπούν τους ασπασμούς στις αγορές και τις πρωτοκαθεδρίες στις συναγωγές και τις πρώτες θέσεις στα δείπνα. Αυτοί κατατρώγουν τα σπίτια των χηρών και προφασιζόμενοι την ευλάβεια κάνουν μακρές προσευχές. Αυτοί θα λάβουν τη μεγαλύτερη καταδίκη» (κατά Λουκάν, κεφ. 20, στ. 46-47).

 Αλλά, το πλέον ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της διδασκαλίας του Χριστού και των πρώτων οπαδών του είναι ο έντονος αντιπλουτοκρατικός του χαρακτήρας, γεγονός που δείχνει και τον πληβειακό χαρακτήρα του κινήματος. Ίσως η πιο διάσημη φράση του Ιησού είναι η ακόλουθη: «δύσκολα όσοι έχουν χρήματα να μπουν στην Βασιλεία του Θεού! […] πιο εύκολα είναι η κάμηλος  να περάσει από μια τρύπα που ανοίγει η ραφίδα, παρά να εισέλθει ένας πλούσιος στη βασιλεία του Θεού» (κατά Μάρκον, κεφ.10, στ. 23-25). (Ας σημειωθεί πως η “Βασιλεία του Θεού” για τους πρώτους χριστιανούς είναι επίγεια και η “βασιλεία των ουρανών” είναι μετέπειτα κατασκευάσματα, ανάλογο με τη θρυλική “ωρίμανση των αντικειμενικών συνθηκών” του ορθόδοξου μαρξισμού, που στοχεύει στην αναβολή της δράσης για ένα ακαθόριστο μέλλον. Για τους πρώτους χριστιανούς, που δεν απογαλακτίστηκαν από τον ιουδαϊσμό, η λύτρωση δεν είναι μονάχα ένα πνευματικό γεγονός που αφορά την προσωπική ψυχή, αλλά ένα δημόσιο γεγονός που λαμβάνει χώρα στο ιστορικό πεδίο). 

Χαρακτηριστική του αντιπλουτοκρατικού πνεύματος του Ιησού είναι η παραβολή του πλούσιου και του φτωχού Λαζάρου (κατά Λουκά, κεφ.16, στ.19-31). Ο πλούσιος απολαμβάνει τα πολυτελή ενδύματα και το λαμπρό τραπέζι, ενώ ο φτωχός Λάζαρος, γεμάτος πληγές προσπαθεί να χορτάσει την πείνα του από τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι του πλούσιου. Όταν πεθαίνει ο Λάζαρος, οι άγγελοι τον οδηγούν στον Αβραάμ, ενώ τον πλούσιο τον τιμωρούν με φρικτά βασανιστήρια με μοναδικό κριτήριο τον πλούτο του και την ταξική του καταγωγή! Βεβαίως, δεν αποκλείονται τελείως οι πλούσιοι από τη βασιλεία του Θεού. Υπάρχει μια μικρή ελπίδα να τη γλυτώσουν, αλλά βασική προϋπόθεση είναι να αρνηθούν την τάξη τους, να πουλήσουν όλα τα υπάρχοντα τους, να τα μοιράσουν στους φτωχούς και να ζήσουν ως πένητες!

Ο Χριστός στέκεται στο πλευρό των απόκληρων, των φτωχών και όλων των περιφρονημένων πλασμάτων, πλησιάζει τις πόρνες, τις γυναίκες και τα παιδιά, συγκρουόμενος με το συντηρητικό πατριαρχικό περιβάλλον της εποχής. Μακαρίζει τους φτωχούς 8 ,γιατί δική τους θα είναι η επίγεια “βασιλεία του Θεού”, τους πεινασμένους γιατί θα χορτάσουν, κι αυτούς που τώρα κλαίνε, γιατί αυτοί θα γελάσουν, ενώ απειλεί ευθέως τους πλούσιους και τους χορτάτους, γιατί θα πεινάσουν και θα πενθήσουν (Επί του Όρους Ομιλία, κατά Λουκάν, κεφ.6, στ 17-49).

Οι ίδιες αντιπλουτοκρατικές ιδέες διαποτίζουν και τους πρώτους οπαδούς του Ιησού. Ο Ιάκωβος προειδοποιεί τους πλούσιους να είναι ταπεινοί γιατί σύντομα θα μαραθούν σαν τα λουλούδια, ενώ οι άσημοι και οι φτωχοί θα ανυψωθούν: «όπως με την ανατολή του ηλίου έρχεται ο λίβας και ξεραίνει το χορτάρι, ρίχνει τον ανθό του και καταστρέφει την ομορφιά του, έτσι και ο πλούσιος θα αφανιστεί μέσα στις επιχειρήσεις του». Οι φτωχοί είναι οι μοναδικοί κληρονόμοι της βασιλείας του Θεού και όχι οι πλούσιοι που εξευτελίζουν τους φτωχούς: «κι όμως οι πλούσιοι είναι αυτοί που σας καταδυναστεύουν, αυτοί που σας σέρνουν στα δικαστήρια». Για όσους δε δείχνουν ευσπλαχνία δε θα υπάρξει κανένα έλεος! Ο Ιάκωβος προειδοποιεί: «ακούστε με τώρα κι εσείς πλούσιοι. Κλάψτε με γοερές κραυγές για τα βάσανα σας, που όπου να ναι έρχονται. Ο πλούτος σας σάπισε και τα ρούχα σας τα έφαγε ο σκόρος. Το χρυσάφι και το ασήμι κατασκούριασαν και η σκουριά τους θα είναι μαρτυρική κατάθεση εναντίον σας και θα καταφάει τις σάρκες σας σαν τη φωτιά. Και ενώ πλησιάζει η κρίση εσείς μαζεύετε θησαυρούς. Ακούτε! Κραυγάζει ο μισθός των εργατών που θέρισαν τα χωράφια σας και εσείς τους τον στερήσατε. Κι οι κραυγές των θεριστών έφτασαν ως τα αυτιά του παντοδύναμου Κυρίου. Ζήσατε πάνω στη γη με απολαύσεις και σπατάλες. Παχύνατε σα τα ζώα, που τα πάνε για σφάξιμο. Καταδικάσατε και φονεύσατε τον αθώο που δεν πρόβαλε αντίσταση καμιά» (βλ. επιστολή Ιάκωβου κεφ.1,στ.9-11, κεφ.2, στ.5-13  κεφ.5, στ.1-6).

Αλλά και η Αποκάλυψη του Ιωάννη, αυτό το “σάλπισμα της εκδίκησης” που έγινε το επαναστατικό μανιφέστο των πληβείων, περιέχει έντονο αντιπλουτοκρατικό περιεχόμενο. Είναι ενδεικτικό πως για αιώνες η επίσημη εκκλησία αμφιταλαντευόταν για τη στάση της απέναντι στην Αποκάλυψη. Η Σύνοδος της Λαοδίκειας απέρριψε την Αποκάλυψη από τα Κανονικά βιβλία της Καινής Διαθήκης. Μόνο με τη Σύνοδο της Ιππώνας (393) και της Καρθαγένης (419) εντάχθηκε με μισή καρδιά στον Κανόνα. Το περιεχόμενο της Αποκάλυψης είναι ιδιαίτερα σκληρό και βίαιο και δε ταιριάζει με τη γλυκανάλατη εικόνα που προσπαθεί να προσδώσει στον χριστιανισμό η επίσημη εκκλησία. Ιδού ένα δείγμα: «μετά είδα το αρνίο [τον  Χριστό] ν’ ανοίγει την έκτη σφραγίδα. Τότε έγινε σεισμός μεγάλος, ο ήλιος έγινε μαύρος σα πένθιμο ρούχο, το φεγγάρι έγινε ολοκόκκινο από αίμα και τ’ αστέρια του ουρανού έπεσαν στη γη, όπως πέφτουν τ’ άγουρα σύκα, που τα ρίχνει η συκιά όταν φυσάει ο δυνατός άνεμος. Ο ουρανός εξαφανίστηκε όπως τυλίγεται με μιας ένα κυλινδρικό χειρόγραφο κι όλα τα βουνά και τα νησιά μετακινήθηκαν από τη θέση τους. Τότε οι βασιλιάδες της γης και οι κυβερνήτες, οι στρατηγοί, οι πλούσιοι , οι δυνατοί κι όλοι, δούλοι κι ελεύθεροι, κρύφθηκαν στις σπηλιές και στα βράχια των βουνών και έλεγαν στα βουνά και στα βράχια: πέστε πάνω μας και κρύψτε μας από αυτόν που κάθεται στο θρόνο κι από την οργή του Αρνίου. Έφτασε η μεγάλη μέρα της οργής του. Ποιος μπορεί να την αντέξει;» (Αποκάλυψις Ιωάννου, κεφ.6, στ.12-17). Και σ’ ένα ακόμα πιο σαφές και βίαιο ξέσπασμα: «και είδα να στέκεται στον ήλιο ένας άγγελος, που έκραξε με δυνατή φωνή σ’ όλα τα όρνια τα πετούμενα μεσουρανίς: εμπρός μαζευτείτε στο μεγάλο δείπνο του Θεού για να φάτε σάρκες βασιλιάδων και σάρκες στρατηγών, σάρκες δυναστών και σάρκες αλόγων με τους καβαλάρηδές τους». Στο όραμα αυτό το Θηρίο συμμαχεί με τους βασιλιάδες της γης και τα στρατεύματα τους για να πολεμήσουν εναντίον του στρατού της Δικαιοσύνης, το τέλος όμως για το “θηρίο” και τον “ψευδοπροφήτη” και τους ακολούθους τους είναι βασανιστικό : «και τους δύο τους έριξαν ζωντανούς στη λίμνη της φωτιάς, που έκαιγε με θειάφι. Οι υπόλοιποι θανατώθηκαν με το σπαθί που έβγαινε από το στόμα του καβαλάρη του αλόγου. Κι όλα τα όρνια χόρτασαν από τις σάρκες τους» (κεφ. 19, στ.11-21).
Το ταξικό μίσος που εμπεριεχόταν στα βίαια παραληρήματα της Αποκάλυψης φλόγισε αργότερα και τα επαναστατικά πληβειακά κινήματα του χιλιασμού, όπως θα δούμε σε επόμενο κεφάλαιο.

Πάνω σ’ αυτή τη βάση πάτησαν οι πρώτοι χριστιανοί για να συγκροτήσουν ένα κίνημα που θυμίζει έντονα τον εσσαϊσμό : τακτική “πολιτικής ανυπακοής” προς την εξουσία, δημιουργία κοινοβίων και κατάργηση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας: «το πλήθος των πιστευσάντων είχε μια καρδιά και ψυχή και τίποτα από τα υπάρχοντα τους δεν ήταν δικό τους, αλλά είχαν τα πάντα κοινά […] και δεν υπήρχε ενδεής ανάμεσά τους. Και όσοι ήταν ιδιοκτήτες χωραφιών ή σπιτιών, τα πουλούσαν και έφερναν τα χρήματα των πωληθέντων και τα παρέδιδαν στους αποστόλους και τα μοίραζαν σε όποιον είχε ανάγκη» (Πράξεις των Αποστόλων, κεφ.4, στ.32-35) και αλλού: «όλοι οι πιστοί ήταν ενωμένοι μεταξύ τους, έχοντας τα πάντα κοινά και πουλούσαν τις περιουσίες τους μοιράζοντας τα εισπραττόμενα στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του και καθημερινά σύχναζαν όλοι μαζί στο ιερό, τρώγοντας σε κοινά γεύματα με καρδιά γεμάτη αγαλλίαση και απλότητα» (κεφ. 2, στ.44-46). Ο πρωτοχριστιανικός αυτός κομμουνισμός ήταν φυσικά πρωτόλειος και ανεπαρκής, θυμίζει όμως διαβολεμένα το γνωστό μαρξικό πρόταγμα: ο καθένας ανάλογα με τις δυνατότητες του, στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του! Οι πρώτοι χριστιανοί περιγράφονται καλύτερα ως ένα οιoνεί κίνημα πολιτικής ανυπακοής και λιγότερο ως επαναστατικό κίνημα. Ως τέτοιο κίνημα, ανέπτυξε ιδιαίτερα την αυτοθυσιαστική κουλτούρα, αλλά και μια συνωμοτική οργανωτική δομή: «ήταν οργανωμένος σα μια μυστική εταιρεία με πυρήνες, που αργότερα έγιναν παρεκκλήσια. Είχε κωδικοποιημένες λέξεις, όπως το σημείο του ψαριού, ιχθύς στα ελληνικά (Ιησούς Χριστός, Θεού Υιός, Σωτήρ)» (Σινκλέρ). 

Παρότι ο πρωτοχριστιανισμός έδινε περισσότερο βάρος στην ειρηνιστική εσσαϊκή του πλευρά, δεν έλειψαν και περιστατικά που θύμιζαν το ζηλωτικό του παρελθόν, όπως ήταν η εκτέλεση του προδότη Ανανία και της συζύγου του Σαπφείρας. Σταδιακά ο πρωτοχριστιανισμός απογαλακτίστηκε από τον εβραϊκό επαναστατικό εθνισμό και μέσα από το παυλιανικό διεθνισμό έχασε τον αρχικό του χαρακτήρα. Ο Παύλος υπήρξε ο ακούραστος αγκιτάτορας του χριστιανισμού, που έσπασε τα στενά σύνορα του εβραϊκού κόσμου καθιστώντας την νέα πίστη οικουμενική: ουκ ένι έλλην και Ιουδαίος! Όπως επισημαίνει και ο μαρξιστής ιστορικός Γ. Κορδάτος, ο Παύλος με το διεθνικό του κήρυγμα ελευθέρωσε τον χριστιανισμό από τον Ιουδαϊκό εθνικισμό και τα δεσμά του μωσαϊκού νόμου και με την ελληνική του παιδεία τον προσάρμοσε στον εξωιδουδαϊκό κόσμο και δημιούργησε τις προϋποθέσεις για να επεκταθεί. Αυτός ο διεθνισμός είναι το προοδευτικό στοιχείο του παυλικού χριστιανισμού. Ωστόσο το κοινωνικό του μήνυμα ήταν συντηρητικό και αντιδραστικό. Από την άλλην, όμως, εξάγοντας έναν συντηρητικό χριστιανισμό στον εξωιουδαϊστικό κόσμο, ο Παύλος, ουσιαστικά και παρά τη θέληση του εξήγαγε και τα επαναστατικά στοιχεία του πρωτοχριστιανισμού. Αυτή είναι άλλωστε η διαλεκτική πανουργία της ιστορίας…

Από τον 2ο αιώνα και μετά, όταν άρχισε σταδιακά να διαμορφώνεται ένας επίσημος εξουσιαστικός χριστιανισμός, οι ελίτ της νέας πίστης θέλοντας να προσεγγίσουν τις ελίτ της αυτοκρατορίας έριξαν μπόλικο νερό στο κρασί του αντιπλουτοκρατισμού και προτάξανε την ταξική συνεργασία. Χαρακτηριστικά ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, στο έργο του “Τις ο σωζόμενος πλούσιος” θεωρούσε τον πλούτο ως χρήσιμο εργαλείο και μη κατακριτέο, αρκεί οι πλούσιοι να ωφελούν την κοινωνία. Αυτή έγινε και η επίσημη θέση του απονευρωμένου πλέον χριστιανισμού, κυρίως μετά την εγκαθίδρυση του ως επίσημης θρησκείας της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από τον 4ο αιώνα. Η πορεία όμως, προς την Εξουσία δεν ήταν και η μοναδική. Πλήθος αιρέσεων του πληβειακού χριστιανισμού αντιτάχθηκαν σ’ αυτόν τον συμβιβασμό και πάλεψαν για την επιστροφή στο πνεύμα του επαναστατικού μεσσιανισμού (καρποκρατιστές, Εβιωναίοι κλπ.). Κάποιοι απ’ αυτούς πήγαν μακρύτερα, ανέκτησαν το ζηλωτικό πνεύμα και άρπαξαν τα όπλα, όπως οι Δονατιστές και οι Circumcilliones στη Β. Αφρική, που εξεγέρθηκαν εναντίον του κράτους και των πλουσίων. Όταν ασκήθηκαν διώξεις εναντίον τους, οι αυτοαποκαλούμενοι “Στρατιώτες του Χριστού” κήρυξαν την επανάσταση για ελευθερία και αδελφοσύνη, ξεσήκωσαν τους αγρότες, λήστευαν πλούσιους και ρωμαίους χριστιανούς, βάζοντας φωτιά στα αρχοντικά τους.

Τέτοιου είδους αιρέσεις με επαναστατικό περιεχόμενο εμφανίστηκαν αργότερα τόσο στο δυτικό χριστιανισμό όσο και στο Βυζάντιο όπως θα δούμε παρακάτω.


3

Εν κατακλείδι:

Στην Καινή Διαθήκη δεν εμφανίζεται μονάχα ένας Χριστός, αλλά δύο: ο ένας ο γλυκανάλατος ειρηνιστής (στα όρια της εθελοδουλίας) και ο άλλος πυρφόρος εξτρεμιστής. Κι ο ένας αναιρεί τον άλλον. Αυτό δε πρέπει να μας εκπλήσσει και τόσο, κρίνοντας με την υπάρχουσα ορθολογικότητα της δικής μας εποχής. Όπως αναφέρει και ο αναρχικός Πιοτρ Κροπότκιν: «[από τη Βίβλο]μπορεί κανείς εύκολα να αντλήσει επιχειρήματα υπέρ ή κατά του κομμουνισμού, υπέρ ή κατά της εξουσίας κι αοριστίες όταν τίθενται θέματα που έχουν σχέση με την ελευθερία κάθε ατόμου». Ο Ζακ Ελλύλ απ’ την πλευρά του θεωρεί πως το γενικό ρεύμα της Βίβλου δείχνει προς την αναρχία, ενώ οι ενισχυτικές της εξουσίας θέσεις αποτελούν εξαίρεση9. Αυτή η αντιφατικότητα προφανώς μπορεί να εξηγηθεί, αν λάβουμε υπόψη μας πως η ίδια η Καινή Διαθήκη, μακράν του να είναι θεόπνευστο κείμενο όπως φαντασιώνονται οι χριστιανοί, υπήρξε πεδίο ταξικής αντιπαράθεσης, και όπως πολλοί ιστορικοί τονίζουν, η τελική της διαμόρφωση ήταν προϊόν ενός άτυπου συμβιβασμού του επίσημου και λαϊκού χριστιανισμού, που αντανακλούσε ένα συσχετισμό δυνάμεων υπέρ του πρώτου (δηλ. των πλουσίων και ισχυρών που ιδιοποιήθηκαν μια πληβειακή θρησκεία για τους δικούς τους σκοπούς).

Για να κατανοήσουμε, λοιπόν, το περιεχόμενο της Καινής Διαθήκης, δεν αρκεί να κάνουμε βουτιά στη μεταφυσική, αλλά να δώσουμε υλιστική ερμηνεία, εξάγοντας “τον λογικό πυρήνα από τον μυστικιστικό καβούκι”. Όπως ορθά συμβουλεύει ο Ίγκλετον: «η θρησκεία χρειάζεται να αποκρυπτογραφηθεί υπομονετικά, όχι να αποκηρυχτεί αλαζονικά».

Στη δική μας εποχή μάλιστα, χρειαζόμαστε κάτι περισσότερο από την κριτική της θρησκείας που τόσο λαμπρά έκαναν τόσο οι εκπρόσωποι του αστικού διαφωτισμού όσο και επαναστάτες, όπως ο Μαρξ κι ο Μπακούνιν. Χρειαζόμαστε πλέον και μια κριτική της κριτικής της θρησκείας, μια επαναστατική κριτική του επιστημονισμού10 και μια άθεη κριτική του σύγχρονου αθεϊσμού…


Σημειώσεις:

1. Όπως γράφει ο Ένγκελς: «Η νέα παγκόσμια θρησκεία, ο χριστιανισμός, εμφανίστηκε σιωπηρά από το ανακάτεμα της ανατολικής- προπάντων της εβραϊκής της διεθνώς διαδεδομένης -και της ελληνικής- προπάντων στωικής- φιλοσοφίας. Μονάχα με μια επίμονη έρευνα μπορούμε να γνωρίσουμε σήμερα την πρωταρχική μορφή του χριστιανισμού, που για μας μεταδόθηκε με την επίσημη μορφή που του  έδωσε η Σύνοδος της Νίκαιας (325) και με τη σημασία της κρατικής θρησκείας». Για τον Ένγκελς ο πρωτοχριστιανισμός μπορεί  να παραλληλιστεί με το σύγχρονο εργατικό κίνημα: ήταν ένα κίνημα καταπιεσμένων, σκλάβων, φτωχών κι απόκληρών, που οι οπαδοί του καταδιώχθηκαν ως εχθροί του κράτους, της οικογένειας, της θρησκείας και του status quo. Και για τον Μαρξ, ο πρωταρχικός χριστιανισμός ήταν ένα   διεθνιστικό κίνημα, ένα ανατρεπτικό κόμμα που κινούνταν παράνομα, είχε μυστική δράση, υπονόμευε την κρατική θρησκεία και τα θεμέλια του ρωμαϊκού κράτους. Αυτή ήταν η μορφή του χριστιανισμού πριν γίνει κρατική θρησκεία και προπαγανδίσει την εθελοδουλεία, πριν δηλαδή διαστρεβλωθεί το περιεχόμενο του.

2. Για όσους δε γνωρίζουν ο Καρλ Κάουτσκι υπήρξε κορυφαίος μαρξιστής στοχαστής και θεωρητικός της ρεφορμιστικής γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας. Στην ντετερμινιστική του ανάγνωση του μαρξισμού, θεώρησε ως ιστορικά αναπόφευκτη την επικράτηση του κομμουνισμού όταν ωριμάσουν οι συνθήκες, οπότε μοναδικό έργο των σοσιαλιστών έπρεπε να είναι οι βελτιωτικές μεταρρυθμίσεις που θα ανακουφίσουν το προλεταριάτο μέχρι την ημέρα του “θριάμβου”…

3. Οι ζηλωτές προκάλεσαν πλήθος εξεγέρσεων εμπνευσμένοι από το παράδειγμα του Μακκαβαίου. Η μεγαλύτερη ήταν το 66 μΧ. όταν απελευθέρωσαν την Ιερουσαλήμ και σφάγιασαν ολόκληρη τη ρωμαϊκή φρουρά. Τελικά ηττήθηκαν μετά από 30 μήνες πολιορκίας. Σύμφωνα με τον Φλάβιο Ιώσηπο, οι ζηλωτές αυτοκτόνησαν για να μην πέσουν ζωντανοί στα νύχια των κατακτητών. Ο ηγέτης τους Ελεάζαρ είπε: «Ας φύγουμε από τον κόσμο μαζί με τα παιδιά μας και τις γυναίκες μας, σε κατάσταση ελευθερίας. Αυτό μας προστάζουν να κάνουμε οι νόμοι μας».

4. Όπως σχολιάζει κι ο Νίτσε, τα λόγια του σίγουρα θα τον έστελναν στη Σιβηρία, ακόμα και σήμερα.

5. «Αλλά νυν ο έχων βαλάντιον αρατώ, ομοίως και πήραν, και ο μη έχων πωλησάτω το ιμάτιον αυτού και αγορασάτω μάχαιραν». (Κατά Λουκάν, κεφ. 22, στ. 36)

6. Ο Χριστός απαξίωσε τους συγγενείς του μπροστά στον όχλο: «τις εστίν η μητήρ μου ή οι αδελφοί μου;». Και δείχνοντας προς τον συγκεντρωμένο λαό είπε: «ίδε η μητήρ μου και οι αδερφοί μου» (Κατά Μάρκον, κεφ.3, στ. 31-35)

7. Ενδεικτικά ας θυμίσουμε πως αυτή είναι μια από τις αγαπημένες φράσεις των Μπακούνιν- Νετσάγιεφ.

8. Η άλλη παραλλαγή του μακαρισμού (στους φτωχούς τω πνεύματι) δεν έχει το νόημα της υπεράσπισης της βλακείας, όπως βλακωδώς υποστηρίζουν μερικοί. Την εποχή εκείνη η μόρφωση θεωρούνταν (και ήταν) ταξικό προνόμιο των αριστοκρατών, γι αυτό και οι πρώτοι χριστιανοί απαξίωσαν την  “σοφία του κόσμου ετούτου”, μέχρι κι αυτοί να μετατραπούν σε ελίτ και να ενσωματώσουν την ελληνική φιλοσοφία (κυρίως τους στωικούς και τους νεοπλατωνικούς και αργότερα τον Αριστοτέλη).

9. Φυσικά ο Ελλύλ ως χριστιανός αναρχικός υπερβάλει. Ο Ζακ Ελλύλ ήταν ειρηνιστής αναρχοχριστιανός, καθώς και προσωπικός φίλος του Γκυ Ντεμπόρ. Όταν θέλησε να γίνει μέλος της Καταστασιακής Διεθνούς, έφαγε πόρτα εξαιτίας της θρησκευτικής του πίστης.



10. Η κριτική του επιστημονισμού φυσικά δεν πρέπει να έχει σχέση με τις νέες μόδες της τεχνοφοβίας και του πρωτογονισμού! Όπως σχολιάζει ο Ίγκλετον: «όπως η θρησκεία, μεγάλο κομμάτι της επιστήμης έχει προδώσει τις επαναστατικές καταβολές του, παίζοντας τον ρόλο του ευπροσάρμοστου εργαλείου στα χέρια των υπερεθνικών εταιρειών και του στρατιωτικό- βιομηχανικού κατεστημένου. Δεν πρέπει, όμως να μας παρασύρει αυτό και να μας κάνει να λησμονούμε τη χειραφετητική της ιστορία».

14/1/14

Απ’ την Υπαρξιακή Ανταρσία στην Κοινωνική Επανάσταση

(Πρώτη δημοσίευση στην εφημερίδα Άπατρις #21)

Ι

«Μόνο συλλογική ύπαρξη υπάρχει, μόνο κοινωνική ύπαρξη υπάρχει. Είναι γελοίο να υποστηρίζει κανείς ότι η Κόλαση είναι οι Άλλοι. Οι άλλοι, όπως και η ίδια η πραγματικότητα, μπορεί να είναι πηγή εμποδίων, αλλά είναι επίσης και πηγή δυνατοτήτων» Κορνήλιος Καστοριάδης

«Πραγματικός πλούτος είναι η ανάπτυξη της κοινωνικής ατομικότητας»
Καρλ Μαρξ


Η υπαρξιακή ανταρσία, το εξεγερτικό βίωμα "εδώ και τώρα", είναι αναμφίβολα ένα σημαντικό κομμάτι του συνολικού αντιεξουσιαστικού επαναστατικού προτάγματος και δεν πρέπει να το υποτιμούμε: επανασυνδέει το οραματικό στοιχείο της κοινωνικής επανάστασης με την παρούσα πρακτική δραστηριότητα μέσα στις υπάρχουσες κοινωνικές σχέσεις και δεν εξορίζει την πράξη (ως ενότητα θεωρίας – δράσης) σε ένα μέλλον σκοτεινό και ακαθόριστο. Δεν περιμένουμε μια όμορφη Μεγάλη Νύχτα να βρέξει επανάσταση εξ’ ουρανού, ενεργοποιούμε το δυναμικό μας σήμερα, εδώ και όχι στον ακαθόριστο χρόνο των "ώριμων αντικειμενικών συνθηκών", που -μεταφυσικώ τω τρόπω- διαχωρίζονται απ’ τον υποκειμενικό παράγοντα. Άλλωστε, στην υπάρχουσα ιστορική στιγμή, οι αντικειμενικές συνθήκες είναι υπερ-ώριμες, σε αντίθεση με την ισχνή συνείδηση του υποκειμενικού παράγοντα. Και ο ύπουλος ρόλος της κατατονικής Αριστεράς, μαζί με τη δική μας ανεπάρκεια, έχουν παίξει καθοριστικό ρόλο για τη σημερινή αντίφαση: ο μεν ταξικός πόλεμος οξυμένος, το δε επαναστατικό κίνημα ισχνό.

Το εξεγερτικό βίωμα, μαζί με την επαναστατική μνήμη και τη στόχευση για μια μελλοντική αταξική κοινωνία, συναποτελούν τα τρία νήματα που συνδέουν το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της Επανάστασης. Ωστόσο, η δυσανάλογη κεντρικοποίηση του κάθε προτάγματος δημιουργεί στρεβλώσεις και σπάει το ενιαίο χωρο-χρονικό συνεχές. Το εξεγερτικό βίωμα, λοιπόν, δεν είναι πανάκεια για πάσα νόσο. Η πρακτική επαναστατική δραστηριότητα το εμπεριέχει ως συστατικό της στοιχείο, αλλά το υπερβαίνει. Το ίδιο συμβαίνει και με την άσκηση υλικής βίας. Τόσο το εξεγερτικό βίωμα, όσο και η χειραφετική βία είναι υποσύνολα του πολυπλόκαμου αντιεξουσιαστικού προτάγματος και δεν ταυτίζονται μ’ αυτό.

Όταν οι ενέργειές μας αποκόβονται απ’ την περιρρέουσα κοινωνική πραγματικότητα και τις κοινωνικές σχέσεις, τότε δημιουργούν την ιδιότυπη (ένοπλη ή άοπλη, βίαιη ή ειρηνική) ιδιώτευση των "νησίδων ελευθερίας", των καταφυγίων "ελευθερίας" σ’ έναν ανελεύθερο κόσμο. Η λειτουργία τέτοιων "καταφυγίων" μοιάζει σατανικά με την περιγραφή της θρησκείας απ’ τον Μαρξ: η καρδιά ενός κόσμου δίχως καρδιά! Εν τέλει, το βίωμα ως εξεγερτικό Θέαμα γίνεται το όπιο των αναρχικών!! Για να μην εκφυλίσουμε, λοιπόν, την υπαρξιακή μας ανταρσία σ’ ένα απλό εξεγερτικό Θέαμα, πρέπει αναγκαστικά να το γειώσουμε στον πραγματικό κόσμο της ταξικής πάλης και του κοινωνικού ανταγωνισμού. Δεν πρέπει να τεμαχίζουμε το εξεγερτικό βίωμα από το κοινωνικό του περιεχόμενο, ούτε την υπαρξιακή ανταρσία απ’ το κομμουνιστικό περιεχόμενο της αναρχίας (ή το αναρχικό περιεχόμενο του κομμουνισμού...)

Η επανάσταση είναι μια σύνθετη και πολύπλοκη ιστορική-κοινωνική εξελικτική διαδικασία και δεν πρέπει να την ακρωτηριάζουμε τεμαχίζοντας αυθαίρετα το ατομικό απ’ το κοινωνικό ή κόβοντας σε φέτες το χωροχρονικό συνεχές. Η επανάσταση λέει κάτι παραπάνω απ’ το αναγκαίο (αλλά ανεπαρκές από μόνο του) "εδώ και τώρα": λέει "ήμουν, είμαι και θα είμαι" (κατά τη γνωστή έκφραση της Ρόζα Λούξεμπουργκ). Επιπλέον, η επανάσταση δε σταματά στην ατομική ανταρσία: καταδύεται στο ατομικό και το μοριακό, όχι για να βυθιστεί εκεί αιωνίως, αλλά για να αναδυθεί στο κοινωνικό. Θα πρέπει επιτέλους να ανακτηθεί εκ νέου η αντίληψη της ιστορικότητας και τη κοινωνικότητας της ύπαρξής μας, που τόσο έχει χτυπηθεί απ’ τον υπεραπλουστευτικό βιωματισμό που ηγεμόνευσε ιδεολογικά στον αναρχικό χώρο τα τελευταία χρόνια. Η αντίφαση ανάμεσα στο σύντομο του βιολογικού βίου του ανθρώπου, που θέλει να δει τα οράματά του πραγματωμένα "εδώ και τώρα", και στην επίπονη και μακροχρόνια ιστορική διαδικασία της κοινωνικής μεταβολής, που υπερβαίνει τον ατομικό χρόνο, δεν λύνεται με το να αυτονομούμε το εξεγερτικό βίωμα και να το τοποθετούμε στο θρόνο του Απόλυτου.

Ο βιωματικός φετιχισμός καθιστά το βίωμα κενό περιεχομένου πολιτικό κουφάρι. Πρέπει να χωνέψουμε την αντίφαση ατομικού και ιστορικού χρόνου, το μεγάλο βάθος των ιστορικών μεταβολών που ίσως ως άτομα δε βιώνουμε άμεσα (ή έτσι νομίζουμε τουλάχιστο...), τοποθετώντας τη δική μας πρακτική δραστηριότητα, το ιδιαίτερο προσωπικό μας βίωμα, ως κομμάτι της ιστορικής κίνησης και όχι σαν "Νησίδα Ελευθερίας" (ομολογημένη ή ανομολόγητη!)

Η απο-αλλοτρίωση των ζωών μας δεν πραγματώνεται με την υλική μας βία, αλλά μέσω αυτής και πέρα απ’ αυτήν. Δεν είναι το εξεγερτικό βίωμα αυτοσκοπός, αλλά μέσο για τη δημιουργία αλληλέγγυων-ανθρώπινων κοινωνικών σχέσεων (αναρχικών και κομμουνιστικών σχέσεων). Η επανάσταση δεν είναι ο εαυτός μας, είναι το ξεπέρασμα του εαυτού μας ή, όπως έλεγε ο Βίκτωρ Ουγκώ, είναι η νίκη της ανθρωπιάς πάνω στον άνθρωπο. Κάτι τέτοιο, φυσικά, είναι αποτέλεσμα μιας μακράς εξελικτικής διαδικασίας, που προϋποθέτει το τέλος της εξουσιαστικής/ταξικής κοινωνίας, κάτι που ενδεχομένως δε θα βιώσουμε ποτέ ως άτομα. Μπορούμε όμως να δούμε τα χνάρια του κομμουνισμού και να πλάσουμε την προεικόνιση μιας αταξικής/αντιεραρχικής κοινωνίας, μέσα από τις σχέσεις που χτίζουμε στο ξεδίπλωμα της πρακτικής μας δραστηριότητας (1). Μέσα απ’ τις ίδιες μας τις αντιφάσεις. Όχι, βέβαια, ως "νησίδα ελευθερίας", αλλά ως νησίδα αντίστασης στη σύγχρονη βαρβαρότητα.

Η υλική βία που χρησιμοποιούμε δεν είναι αυτοσκοπός, δεν είμαστε εκ φύσεως βίαιοι άνθρωποι. Είναι ένα μέσο αγώνα για τη δημιουργία εκείνης της κοινωνικής οργάνωσης που θα καθιστά κάθε βία περιττή. Είναι βία χειραφετική, βία που σκοπεύει στην κατάργηση του εαυτού της. Γι αυτό και στη σύνθετη διαλεκτική διαδικασία της απο-αλλοτρίωσης των ζωών μας (που είναι μια ιστορική-κοινωνική διαδικασία και όχι μονάχα ατομική-μοριακή), οι επαναστάτες χρησιμοποιούν τη συνειδητή αυτο-αλλοτρίωση της βίας: μπαίνουν φυλακή επειδή αγαπούν την ελευθερία, σκοτώνονται επειδή αγαπούν τη ζωή. Γράφει ο Τέρι Ίγκλετον: «Αυτό που έχει σημασία είναι η πληρότητα της ζωής. Αλλά το να εργάζεται κανείς προς κάθε κατεύθυνση για μια αφθονότερη ζωή συνεπάγεται ενίοτε την αναστολή ή την εγκατάλειψη ορισμένων απ’ τα καλά πράγματα που χαρακτηρίζουν αυτόν τον τρόπο ύπαρξης [...] Το πρόβλημα είναι ότι για να καταστεί ο συγκεκριμένος τρόπος ύπαρξης διαθέσιμος σε όλους, πρέπει ο αντάρτης πολεμιστής να απέχει προς το παρόν από τέτοιες ικανοποιήσεις. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ο εν λόγω αντάρτης ή η αντάρτισσα γίνεται αυτό που η Καινή Διαθήκη ονομάζει "ευνούχος δια την βασιλείαν". Το χειρότερο λάθος θα ήταν να εκλάβει κανείς αυτήν την εξ’ ανάγκης ασκητική συμπεριφορά ως εικόνα της καλής ζωής καθ’ εαυτή. Σπανίως αποτελούν οι επαναστάτες τη βέλτιστη εικόνα της κοινωνίας για τη δημιουργία της οποίας εργάζονται». (2)

Αυτή η συνειδητή αυτο-αλλοτρίωση συνυπάρχει με το κίνημα ως προεικόνιση της αταξικής αλληλέγγυας κοινωνίας, σε μια διαλεκτική αντιφατική ενότητα, που αντανακλά το διπλό καθήκον της Επανάστασης: Καταστροφή και Δημιουργία (συνεξελικτικά και όχι ως χωριστά στάδια).

Η υπαρξιακή ανταρσία, λοιπόν, αντιπροσωπεύεται καλύτερα μέσα απ’ την επινοητική-δημιουργική δραστηριότητα, μέσα από την ποίηση ανθρώπινων κοινωνικών σχέσεων. Η υλική βία αντιπροσωπεύει την αναγκαιότητα, είναι εργαλείο και όχι το περιεχόμενο της ανταρσίας μας: είναι η συνειδητή αυτο-αλλοτρίωση που απο-αλλοτριώνει τις ζωές μας. Ένας μεταφυσικός ειρηνιστής θα βραχυκύκλωνε μ’ αυτήν την εσωτερική αντίφαση της Επανάστασης, αλλά στην πραγματική ζωή τίποτα δεν είναι "καθαρό". Η αντίφαση γεννά την κίνηση (την ιστορική κίνηση, επίσης): ας μην ξεχνάμε πως απ’ το ερωτικό σμίξιμο του Άρη (θεού του πολέμου) και της Αφροδίτης (θεάς του Έρωτα) γεννήθηκε η κόρη τους, που την ονόμασαν Αρμονία!

Εν κατακλείδι: είναι λάθος να λέμε πως βιώνουμε την "αναρχία εδώ και τώρα" μέσω της επαναστατικής βίας. Κάτι τέτοιο είναι ετεροκαθορισμός. Δυστυχώς, δεν περνάμε εμείς "πρώτοι στη επίθεση", αλλά δεχόμαστε την πρωτογενή επίθεση της εξουσιαστικής/ ταξικής κοινωνίας απ’ τη στιγμή που γεννιόμαστε και σε κάθε στιγμή του βίου μας. Η δική μας βία είναι η επιστροφή ενός μικρού κομματιού βίας που δεχόμαστε, είναι η αντεπίθεση μας. Είναι και κάτι παραπάνω απ’ την αντανακλαστική μας αντεπίθεση: είναι το αναγκαίο σκαλοπάτι πάνω στο οποίο πατάμε για να βιώσουμε την ανάδυση της ανώτερης ανθρώπινης δημιουργικότητας, που οι αρχαίοι έλληνες ονόμαζαν Ποίηση. Αυτή η ποίηση των ανθρώπινων κοινωνικών σχέσεων (η κομμουνιστικο-ποίηση) είναι η "αναρχία εδώ και τώρα", η επανάσταση νυν και αεί. Η υπαρξιακή ανταρσία, λοιπόν, το εξεγερτικό βίωμα σε ενεστώτα χρόνο, είναι αναγκαίες προϋποθέσεις της επανάστασης, αλλά δεν αρκούν. Η αναρχία δεν είναι "τρόπος ζωής στο σήμερα". Κάτι τέτοιο θα ήταν φενακισμένη συνείδηση που συμμετέχει αθέλητα στην ιδεολογική εξομάλυνση του υπάρχοντος.

Δεν αρκεί το "εδώ και τώρα", αφού παρελθόν, παρόν και μέλλον συνυπάρχουν στην ιστορική διαλεκτική ενότητα: «Το παρελθόν δεν πεθαίνει. Δεν είναι καν παρελθόν», έλεγε ο Φώκνερ και ο Εμπειρίκος συμπλήρωνε: «Είμεθα όλοι εντός του μέλλοντός μας». Δεν μπορούμε να πηδήξουμε πάνω απ’ τη σκιά μας, να ζήσουμε την "αναρχία εδώ και τώρα" εντός των εξουσιαστικών κοινωνικών σχέσεων. Αντί, όμως, να μας απογοητεύει αυτό το συμπέρασμα, ας μας δώσει το κίνητρο για την επανάκτηση της ιστορικής αντίληψης: «Για να γεννηθεί ένα αγριολούλουδο χρειάζεται τοκετός αιώνων», έλεγε ο William Blake. Η επανάσταση είναι πια θέμα αιώνων! Υπομονή...

 
ΙΙ.

 «Η επανάσταση σε μερικούς μπορεί να μην αρέσει / μα είναι ο μόνος σίγουρος και δίκαιος τρόπος / να καθαρίσεις απ’ το ρύπος τους ανθρώπους» Λόρδος Μπάιρον

«Ο κόσμος μόνο όταν τον μοιράζεσαι υπάρχει»
Τάσος Λειβαδίτης


Δεν περιμένουμε να ξεκινήσει η Επανάσταση. Έχει ήδη ξεκινήσει. Αιώνες τώρα. Και είναι εδώ. Και θα ολοκληρώσει το διπλό της έργο (καταστροφή και δημιουργία) μονάχα όταν κι αν καταφέρει στα ερείπια της ταξικής/ ιεραρχικής κοινωνίας να δημιουργήσει τον Αναρχικό Κομμουνισμό (την κοινωνία του πλήρους ατομικισμού και όχι της κίβδηλης καρικατούρας του). Όταν η κοινωνία των ιδιωτών αντικατασταθεί απ’ την κοινωνία των ελεύθερων καθολικών ατομικοτήτων. Κοινωνία και άτομο απο-αλλοτριώνονται συνεξελικτικά και όχι χωριστά. Χειραφετούνται το ένα δια μέσου του άλλου.

Στον πραγματωμένο αναρχικό κομμουνισμό το άτομο παύει να είναι μονάδα διαχωρισμένη απ’ την κοινωνία και τη φύση. Εναρμονίζεται μαζί τους, καθώς η πλήρης ανάπτυξη του ενός προσώπου είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πλέρια ανάπτυξη όλων, και η φύση δεν λογίζεται ως εξωτερικό του ανθρώπου στοιχείο, καθώς το άτομο παύει να είναι ξεκομμένη αριθμητική μονάδα (παρά φύση υπήκοος) και γίνεται κατά φύση Άνθρωπος. Η εικόνα αυτή είναι σίγουρα εξιδανικευμένη, αλλά ας μην ξεχνάμε πως η ουτοπία δεν είναι μόνο άσκηση επί χάρτου, αλλά: «εργαστήρι παραγωγής μέλλοντος».(3)

Η επανάσταση, λοιπόν, δεν είναι κάτι που ΘΑ γίνει σ’ ένα ακαθόριστο μέλλον. Είναι κάτι που ήδη έχει ξεκινήσει, γίνεται τώρα, γινόταν και πριν από εμάς, θα συνεχιστεί και μετά από εμάς. Ο κομμουνισμός είναι μια δυνητική κατάσταση της ανθρωπότητας, ζει και αναπνέει ανάμεσά μας ως λανθάνουσα κοινωνική κατάσταση, ως ένα έμβρυο που είναι ακόμα αγέννητο, αλλά παρ’ όλα αυτά ΥΠΑΡΧΕΙ. Είναι στο χέρι των καταπιεσμένων να πραγματώσουν αυτήν τη δυνατότητα και στο χέρι το δικό μας να (ξανα)κοινωνικοποιήσουμε την επαναστατική ιδέα, καθιστώντας την υλική δύναμη, δηλαδή κοινωνικό-ιστορικό κίνημα. Να συμβάλουμε στο ξεπέρασμα του κοινωνικού βαλτώματος, που ο Οκτάβιο Πας ονόμαζε "ιστορική παύση".

Ο αναρχικός κομμουνισμός δεν είναι το Τέλος της Ιστορίας του Φουκουγιάμα ή το Άριστον Τέλειον του Αριστοτέλη. Είναι το μέσο για τον επανανθρωπισμό του Homo Economicus, του εκφυλισμένου ανθρωπολογικού τύπου που παράγει ο καπιταλισμός. Γι αυτό και ο Μαρξ έθεσε τον κομμουνισμό όχι σαν τέλος, αλλά σαν ξεκίνημα της ανθρώπινης ιστορίας (4). Επιπλέον, είναι και το τέλος της Ανάθεσης, η επιστροφή της ευθύνης και το ξεκίνημα μιας αυτεξούσιας κοινωνίας αυτεξούσιων ατόμων. Γιατί δεν αρκεί η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής της υλικής ζωής, είναι αναγκαία προϋπόθεση και η κοινωνικοποίηση της λήψης αποφάσεων (άμεση δημοκρατία): η εξουσία που ανήκει σε όλους, δεν ανήκει σε κανέναν! Έτσι, αποκλείεται ένα προνομιακό πεδίο που γεννά εκ νέου κατακερματισμό, όχι πια στη βάση της παραγωγής, αλλά στη βάση της άσκησης διαχωρισμένης εξουσίας. Ο αναρχικός κομμουνισμός, λοιπόν, δεν είναι μόνο το τέλος του Homo Economicus, αλλά και το τέλος του Homo Apoliticus!

Ο κομμουνισμός δεν είναι η ανθρώπινη ευδαιμονία καθεαυτή. Είναι η προϋπόθεση, το υλικό και πνευματικό υπέδαφος της ελευθερίας και της ευδαιμονίας. Με τα λόγια του Λούκατς: «Κάποιος σπάει το μυαλό του για να επιλύσει ένα πολύπλοκο επιστημονικό πρόβλημα και κατά τη διάρκεια της δουλειάς του αντιμετωπίζει έναν ανυπόφορο πονόδοντο. Είναι σαφές ότι κατά πάσα πιθανότητα αυτός δεν θα μπορέσει να διατηρήσει τον ειρμό των σκέψεων του και να εργαστεί, ώσπου ν’ ανακουφιστεί από τον άμεσο πόνο. Ο αφανισμός του καπιταλισμού [...] σημαίνει τη θεραπεία όλων των πονόδοντων για το σύνολο της ανθρωπότητας». (5)

Κάτι τέτοιο, όμως, δεν πραγματώνεται απ’ τη σκοπιά ενός ομιχλώδους, αόριστου και αν-ιστορικού Αγαθού. Η ιστορία δημιουργείται στη βάση των αναγκών, η επανάσταση ξεκινά απ’ τις υλικές συνθήκες ύπαρξης και όχι από υπερ-ιστορικά ιδεώδη. Η επανάσταση δεν είναι μια αιώνια και αμετάβλητη Ιδέα, είναι το ταξικό συμφέρον των προλεταριακών και πληβειακών κοινωνικών στρωμάτων. Συμφέρον ιστορικά καθορισμένο και όχι αιώνια δοσμένο. Με τον όρο "ταξικό συμφέρον" δεν εννοούμε φυσικά το απλό οικονομικό συμφέρον, δηλαδή το πλασάρισμα με καλύτερους όρους πώλησης της εργασιακής δύναμης των προλετάριων. Ταξικό συμφέρον των προλετάριων, όλων αυτών δηλαδή που στερούνται τα μέσα παραγωγής και αναπαραγωγής της υλικής τους ζωής και βιώνουν ένα καθεστώς καθολικής ετερονομίας, είναι η καταστροφή της ταξικής κοινωνίας, η Αυτο-κατάργηση του προλεταριάτου! Ο αντιεξουσιαστικός κομμουνισμός είναι το ταξικό μας συμφέρον και όχι ένα υπερ-ιστορικό ιδανικό που αγκαλιάζει όλη την ανθρωπότητα (αφεντικά και δούλους ...) (6).

Η Κοινωνική Επανάσταση δεν είναι ακραία όπως θέλουν να την εμφανίσουν οι καθεστωτικοί κήνσορες. Ακραίος είναι ο καπιταλισμός με τους πολέμους του, τα "εργατικά ατυχήματα", την εξαθλίωση στον Τρίτο Κόσμο, το βιασμό και καταστροφή της φύσης. Ακραίο είναι να πεθαίνει ένα παιδί κάθε τρία δευτερόλεπτα απ’ την πείνα, την έλλειψη πρόσβασης στο νερό κι από ιάσιμες ασθένειες. Ακραίο είναι να πεθαίνουν κάθε χρόνο 30 εκατομμύρια άνθρωποι από ασιτία, την ώρα που οι παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας έχουν εκτοξευθεί σε απίστευτο βαθμό. Ακραίο είναι να μην έχουν επαρκή στέγαση 640 εκατομμύρια παιδιά, να μην έχουν πρόσβαση σε εγκαταστάσεις υγιεινής 500 εκατομμύρια παιδιά, να μην έχουν πρόσβαση σε πόσιμο νερό 400 εκατομμύρια παιδιά (σύμφωνα με έκθεση της UNISEF το 2005). Ακραίο είναι να υποβάλλονται σε καταναγκαστική εργασία 218 εκατομμύρια παιδιά (σύμφωνα με το Διεθνή Οργανισμό Εργασίας το 2009). Ακραία είναι η πτώση του μέσου προσδόκιμου ζωής στην Αφρική απ’ τα 62 χρόνια στα 47, μέσα σε μόλις 20 χρόνια! Ακραίο είναι το ότι ενώ το 2002 ο Οργανισμός Τροφίμων του ΟΗΕ έθεσε ως στόχο να μειωθούν οι υποσιτιζόμενοι απ’ τα 800 εκ. στα 400, μέχρι το 2015, αντίθετα οι λιμοκτονούντες ξεπέρασαν το 1 δις! Ακραίο είναι πως στις ΗΠΑ το 1% του πληθυσμού διαθέτει περιουσία μεγαλύτερη απ’ το φτωχότερο 40%, την ώρα που 50 εκατομμύρια αμερικάνοι ζουν από συσσίτια. Ακραίο είναι πως στον πλανήτη 358 πλουτοκράτες κατέχουν ίση περιουσία με 2.3 δις ανθρώπους! Ακραία είναι η κανονικότητα στον Καπιταλισμό και όχι η Επανάσταση!!

Όλα αυτά τα στοιχεία δεν είναι απλή στατιστική. Είναι η αριθμητική του Τρόμου του καπιταλισμού. Δείχνουν, όμως, και κάτι άλλο: δισεκατομμύρια άνθρωποι στον πλανήτη δεν έχουν την πολυτέλεια να σκεφθούν την "υπαρξιακή ανταρσία" και το "ατομικό εξεγερτικό βίωμα", αφού παλεύουν για τη στοιχειώδη επιβίωσή τους, για την απλή αναπαραγωγή της βιολογικής τους ύπαρξης. Η υπαρξιακή ανταρσία είναι ένα εποικοδόμημα της ταξικής πάλης και απαιτεί ένα προνομιούχο υπόβαθρο για να εμφανιστεί (όπως συμβαίνει μ’ εμάς, τους αναρχικούς του προνομιούχου δυτικού κόσμου).

Γι αυτό αν η υπαρξιακή ανταρσία και το ατομικό εξεγερτικό βίωμα αποσυνδεθούν απ’ τον κοινωνικό ανταγωνισμό, εάν χάσουν την ταξική τους βάση, τότε μετατρέπονται σε κούφιο μποεμισμό και χομπισμό. Οφείλουμε, λοιπόν, να τα εντάξουμε σ’ ένα ολιστικό αντιεξουσιαστικό πρόταγμα (7), στην απόπειρα συγκρότησης ενός επαναστατικού κινήματος ανατροπής. Γιατί όποιος μιλάει για ατομικό εξεγερτικό βίωμα χωρίς να μιλάει ταυτόχρονα για κοινωνική επανάσταση, έχει ένα πτώμα στο στόμα του. Κι όποιος μιλάει για ατομικισμό, χωρίς να μιλάει για αντιεξουσιαστικό κομμουνισμό, καταπίνει και το φέρετρο...

Σημειώσεις:

1. «Το επαναστατικό κίνημα πρέπει να είναι εμβρυωδώς ένας μικρόκοσμος της νέας κοινωνίας, η οποία έρχεται στο φως δημιουργημένη στο κέλυφος της παλιάς» Τζων Κλαρκ (αλιευμένο απ’ το βιβλίο του Γιώργου Ρούσση: «Μαρξ – Μπακούνιν: για το σοσιαλιστικό κράτος», εκδ. Γκοβόστη)

2. Τέρι Ίγκλετον: «Λογική, πίστη και Επανάσταση», εκδ. Πατάκη.

3. Αντώνης Λιάκος: «Αποκάλυψη, Ουτοπία και Ιστορία: οι μεταμορφώσεις της ιστορικής συνείδησης», εκδ. Πόλις.

4. Στον Μαρξ, η κατάργηση του κράτους, της ιδιωτικής ιδιοκτησίας και της μισθωτής εργασίας (δηλ. ο αναρχικός κομμουνισμός) ταυτίζεται με την επανάκτηση των συνθηκών ύπαρξής μας, σε μια κοινωνία που δεν είναι στατική, αλλά δυναμική: «και θα άλλαζε χάρη στην κατάκτηση της ελευθερίας "αυτοπραγμάτωσης" των ανθρώπων. Έχοντας δηλαδή ελευθερία να σχεδιάσουν τον εαυτό τους, οι άνθρωποι θα σχεδίαζαν την κοινωνία τους, και μέσα σε μια μεταβαλλόμενη συνειδητά κοινωνία θα άλλαζαν τον εαυτό τους» (Λιάκος). Έτσι, από ενεργούμενο τυφλών δυνάμεων το άτομο μετατρέπεται σε δημιουργό της ιστορίας του, από κοινού με τα άλλα κοινωνικά άτομα: «ο μελλοντικός παγκόσμιος κομμουνισμός του Μαρξ είναι η αφετηρία συνεχών συνειδητών αλλαγών της κοινωνίας και των ατόμων». Γι αυτό και ο κομμουνισμός τίθεται ως το τέλος της προϊστορίας και αρχής της ιστορίας του ανθρώπου, ανατρέποντας το αποκαλυπτικό εσχατολογικό πνεύμα που μέχρι τότε επικρατούσε στο επαναστατικό κίνημα.

5. Εδώ ο Λούκατς τρώει μια γερή "λογοκρισία", γιατί πέρα απ’ τον αφανισμό του καπιταλισμού μιλάει και για τη μακαρίτισσα τη "σοσιαλιστική ανοικοδόμηση της οικονομίας". Ας είναι βαρύ το χώμα που τη σκεπάζει...

6. Ας σημειωθεί πως σε αντίθεση με τον ορθόδοξο μαρξισμό, ο αντιεξουσιαστικός κομμουνισμός προχωρά πέρα απ’ το σημείο εκκίνησης του ταξικού συμφέροντος: καταργεί στην κίνησή του και τις διαταξικές (αλλά όχι υπερταξικές!) μορφές καταπίεσης (σεξισμός, ρατσισμός, εθνικισμός, εγκλεισμός σε σχολεία, στρατόπεδα, ψυχιατρεία, οικολογική καταστροφή κλπ). Η διαταξικότητα, ωστόσο, δεν σημαίνει υπερταξικότητα, αφού η ταξική θέση ή καταγωγή λειτουργεί πολλαπλασιαστικά. Ακόμα και οι ασθένειες δεν μπορούν να ξεφύγουν απ’ αυτόν τον κανόνα: έρευνες δείχνουν πως η ταξική θέση ή καταγωγή είναι ο πιο σοβαρός επιβαρυντικός παράγοντας στην εμφάνιση ασθενειών όπως κάποιες μορφές καρκίνου, καρδιοπάθειας, ψυχικών διαταραχών κλπ (βλ. Χ.Λάσκος – Ε.Τσακαλώτος: «Χωρίς Επιστροφή», εκδ. ΚΨΜ).

7. Ολιστικό με τρεις έννοιες: α) Εναρμονίζει το ατομικό, το συλλογικό/ μοριακό και το κοινωνικό, β) ενώνει όλα τα επιμέρους προτάγματα (τις μερικότητες) σ’ ένα συνεκτικό σύνολο κι σ’ ένα ενιαίο σχέδιο συγκρότησης ιστορικού-κοινωνικού επαναστατικού κινήματος, και γ) κάθε μέσο αγώνα αντί να ιεραρχείται, εξυπηρετεί το συνολικό σκοπό, μακριά από βίαιους ή ειρηνικούς φετιχισμούς.

Πολύκαρπος Γεωργιάδης
Φυλακές Κέρκυρας, Σεπτέμβρης 2012

6/1/14

Για το (αυτο)ξεπέρασμα του μηδενισμού

(Το παρακάτω κείμενο δημοσιεύθηκε  στο πρώτο και μοναδικό τεύχος του εντύπου "Αιρετικό")


Όχι πως θέλω να φανώ αγνώμων απέναντι σε αυτή την αρρώστια. Υποστηρίζοντας σε αυτό το κείμενο πως ο μηδενισμός βλάπτει, επιθυμώ εξίσου να πω ότι είναι και απαραίτητος -στον επαναστάτη. Άλλοι μπορούν να επιβιώσουν μια χαρά χωρίς τον μηδενισμό: ο επαναστάτης όμως δεν είναι ελεύθερος να παραμερίσει τον μηδενισμό. Πρέπει να είναι η κακή συνείδηση της εποχής του -γι’ αυτό πρέπει να τη γνωρίζει όσο γίνεται καλύτερα. Ποιος είναι καλύτερος οδηγός για το λαβύρινθο της μοντέρνας ψυχής από τον μηδενισμό, πού θα βρίσκαμε πιο εύγλωττο ψυχολόγο από τον μηδενισμό; Μέσω του μηδενισμού η νεωτερικότητα μιλά την πιο μύχια γλώσσα της: δεν κρύβει ούτε τα καλά, ούτε τα κακά της, έχει απαλλαγεί από όλες τις ντροπές της. Και ανάποδα: κανείς κρίνει με ακρίβεια την αξία του μοντέρνου όταν έχει ξεκαθαρίσει μέσα του τα καλά και τα κακά τον μηδενισμού. Το καταλαβαίνω απολύτως να λέει ένας επαναστάτης σήμερα “μισώ τον μηδενισμό, αλλά δεν αντέχω πια καμιά άλλη επανάσταση”. Θα καταλάβαινα όμως κι έναν επαναστάτη που θα υποστήριζε: «Ο μηδενισμός ανακεφαλαιώνει τη νεωτερικότητα. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος, πρέπει πρώτα να γίνουμε μηδενιστές…"
(μικρή μεταστροφή από Φρ. Νίτσε)

Απαραίτητη διευκρίνιση
Η συγγραφή του κειμένου αυτού ξεκίνησε το 2009 και αφού έμεινε για αρκετό καιρό στο «συρτάρι», πήρε την τελική του μορφή αρκετούς μήνες πριν τα τραγικά γεγονότα της Marfin. Τραγικά όχι μονάχα λόγω του θανάτου των τριών εργαζομένων, αλλά και γιατί ουσιαστικά φρενάρησαν μια λαϊκή εξέγερση εναντίον του Δ.Ν.Τ και της κυβέρνησης. Έτσι, αν η 6η Δεκέμβρη σήμανε την ευρύτερη ριζοσπαστικοποίηση της κοινωνίας, η 5η Μάη σήμανε την προσωρινή υποχώρηση.

Όλο αυτό το διάστημα πολλά ακούστηκαν περί μηδενισμού. Το ζήτημα όμως του μηδενισμού δεν αφορά μονάχα μια τάση του αναρχικού «χώρου» (έστω και περιφερειακή ή "περιθωριακή"). Ολόκληρη η εποχή μας και η κοινωνία είναι βαθιά μηδενιστική και το ξεπέρασμα του μηδενισμού αυτού δεν γίνεται με ευεργετικές απεραντολογίες περί κάποιας γενικής και αόριστης (πάντα ομιχλώδους) ελευθερίας.

Το γνήσιο ξεπέρασμα του μηδενισμού πραγματώνεται θετικά μόνο μέσω ενός κινήματος που θα παλέψει για ένα συγκεκριμένο σκοπό: για την κοινωνική επανάσταση και την δημιουργία της αταξικής κοινωνίας. Μάλιστα, στη σημερινή συγκυρία της επίθεσης του κεφαλαίου και της σταδιακής αφύπνισης των προλετάριων διεθνώς, ένα γνήσια επαναστατικό κίνημα που θα μάχεται στην πράξη για τον κοινωνικό μετασχηματισμό θα παίξει καταλυτικό ρόλο στο ξεπέρασμα όχι μόνο του περιορισμένου “αναρχικού” μηδενισμού, αλλά και του ευρύτερου κοινωνικού μηδενισμού. Το προλεταριάτο ήδη ενσωματώνει αναρχικά συνθήματα ενεργητικού μηδενισμού («να καεί το μπουρδέλο η βουλή»). Στην εξελικτική του κίνηση πιθανότατα να ενσωματώσει (όπως παλιότερα) και τις επαναστατικές ιδέες και πρακτικές, ξεπερνώντας αυτόν τον απλοϊκό -αλλά αναγκαίο ως πρώτο βήμα- μηδενισμό. Γιατί όχι; Τα πάντα ρει…

Αντί εισαγωγής
«Κι αν από τώρα κι ύστερα σου λείψουν όλες οι σκάλες, πρέπει να μάθεις να πατάς στο ίδιο σου το κεφάλι: πώς αλλιώς θα ήθελες να ανέβεις ψηλότερα;» Νίτσε
Ο αναρχικός μηδενισμός είναι μια πολύ σημαντική συνιστώσα του ριζοσπαστικού κινήματος και με την ενεργητικότητα του έχει προσφέρει πολλά. Σε περιόδους κοινωνικής νηνεμίας βοήθησε στη διατήρηση πολλών δυνάμεων του επαναστατικού κινήματος, όταν άλλοι είτε λάκιζαν απογοητευμένοι από το «μάταιο του αγώνα» και ενσωματώνονταν στη ταξική κοινωνία, είτε προσεύχονταν για την έλευση της Αγίας Ιστορικής Αναγκαιότητας, τότε που οι ουρανοί θα σχιστούν και θα βρέξει επανάσταση. Ο μηδενισμός λοιπόν στην ενεργητική του μορφή επανέφερε την επαναστατική δράση από το ακαθόριστο μέλλον σε χρόνο ενεστώτα και εν μέσω κοινωνικής ειρήνης κάλυψε την ανάγκη για υπαρξιακή ανταρσία, ανάγκη που είναι θεμελιώδης για το επαναστατικό κίνημα (ας θυμηθούμε ότι για τον Μαρξ η επανάσταση δεν είναι μόνο μια διαδικασία αλλαγής του κόσμου αλλά και μια ταυτόχρονη διαδικασία ατομικής πραγμάτωσης). Ο επαναστάτης δεν θυσιάζεται για την κοινωνία, λέει ο Μαρξ, αλλά αντίθετα θυσιάζει την υπάρχουσα κοινωνία. Ίσως αυτά τα λόγια να πέφτουν βαριά στα στομάχια των ορθόδοξων... Η επανάσταση δεν είναι ένα έξωθεν επιβαλλόμενο καθήκον που πρέπει να εκτελεστεί από ανιδιοτελείς αυτοθυσιαζόμενους οσιομάρτυρες. Αντίθετα, εμπεριέχει και την ατομική ανταρσία, καθώς είναι εκείνο το σημείο όπου η αλλαγή του εαυτού συναντά την αλλαγή του κόσμου.
Ο μηδενισμός λοιπόν προσέφερε πολλά στο ριζοσπαστικό κίνημα. Αλλά ο ακτιβισμός δεν αρκεί. Ο μηδενισμός έχει τα όρια του, τους περιορισμούς του. τις αδυναμίες του και μπορεί να αποτελέσει τροχοπέδη για την παραπέρα ανάπτυξη του ριζοσπαστικού κινήματος. Ο σεχταρισμός, ο ελιτισμός, η αυτοαναφορικότητα, ο ακραίος βολονταρισμός, η μεγαλοστομία, ο φετιχισμός, ο πεσιμιστικός ντετερμινισμός, η (κατά φαντασία) αρνησικοσμία και άλλα εγγενή προβλήματα του μηδενισμού δημιουργούν στασιμότητα και από τα στάσιμα νερά μόνο δηλητήριο μπορούμε να περιμένουμε.

Ο μηδενισμός εκπλήρωσε τον ιστορικό του σκοπό, τώρα πρέπει να ξεπεραστεί, αλλά όχι να ενταφιαστεί. Το διαλεκτικό σχήμα της Αρνησης της Αρνησης είναι ιδανικό για το σκοπό μας: καταργεί τη μορφή αλλά όχι και το περιεχόμενο. Το περιεχόμενο υψώνεται σε νέα ανώτερα επίπεδα. Με δυο κουβέντες, το κείμενο αυτό δεν προσπαθεί μόνο να εντοπίσει τις ρίζες του μηδενισμού στον πεσιμισμό και να κριτικάρει τις αδυναμίες του, αλλά και να υποστηρίξει ότι το περιεχόμενο του μηδενισμού μπορεί και οφείλει να βρει μια ανώτερη έκφραση μέσα από ένα κίνημα γνήσια ριζοσπαστικό, γνήσια αντισυστημικό, γνήσια επαναστατικό. Ένα κίνημα που από τα μέσα θα θέτει και ένα σαφή σκοπό: μια ελεύθερη κοινωνία ελεύθερων ατόμων, μέσα από την καταστροφή του κράτους, της μισθωτής εργασίας και της ιδιωτικής ιδιοκτησίας. Μηδενιστές! Αλλη μια προσπάθεια να γίνουμε επαναστάτες!!

Ι.
Ο πεσιμισμός ως γεννήτορας του μηδενισμού
«Ο μηδενισμός ως ψυχολογική κατάσταση πραγματοποιείται όταν έχουμε αναζητήσει ένα “νόημα” σε όλα τα συμβάντα, τη οποίο δεν βρίσκεται εκεί: έτσι ο αναζητητής χάνει τελικά το θάρρος του. Ο μηδενισμός είναι τελικά η συνειδητοποίηση της μακρόχρονης σπατάλης, η αγωνία του “εις μάτην”, η ανασφάλεια, η έλλειψη κάθε ευκαιρίας να συνέλθουμε και να ανακτήσουμε την ηρεμία μας -η ντροπή απέναντι στον ίδιο μας τον εαυτό, σαν να τον εξαπατήσαμε για πάρα πολύ καιρό.» Φρ. Νίτσε
Παρά τις πολλές και διαφορετικές μορφές που μπορεί να πάρει ο μηδενισμός (άλλωστε υπάρχουν τόσοι μηδενισμοί όσοι είναι και οι μηδενιστές), η βάση του μηδενισμού είναι μία: ο πεσιμισμός. Στην πολιτική της μορφή η απογοήτευση που μπορεί να γεννήσει είτε μια ηττημένη επανάσταση είτε μια επανάσταση που δεν έρχεται, γεννά τον αναρχικό μηδενισμό, στις διάφορες εκδοχές του (ενεργητικός ή παθητικός, βίαιος ή ειρηνικός, αναρχοατομικισμός, ιλλεγκαλισμός. χαοτισμός, νεολαιίστικες υποκουλτούρες -σαν το punk rock, τον νεοχιπισμό κλπ.). Το “εις μάτην” του αγώνα και το “χαμένο νόημα” μεταφράζονται ποικιλοτρόπως, ανάλογα και με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του υποκειμένου. Παρά το διαφορετικό (ακόμα και εχθρικό μεταξύ τους) περιεχόμενο των διαφόρων μηδενισμών, έχουν κι ένα κοινό σημείο: τεμαχίζουν την επανάσταση ανάμεσα στην ατομική υπαρξιακή ανταρσία και στην κοινωνική δράση για την αλλαγή του κόσμου, προτάσσοντας μόνο την πρώτη ως ρεαλιστική και τη δεύτερη ως “ουτοπία” ή “παραμύθι για μικρά παιδιά”. Το ίδιο κάνουν και οι υπερορθόδοξοι επαναστάτες, με τη διαφορά ότι προτάσσουν τη δεύτερη, θεωρώντας την πρώτη ως “μικροαστικό κατάλοιπο”. Αμφότεροι εσχατολογούν ασύστολα, οι ορθόδοξοι φανερά κι από την πόρτα, οι μηδενιστές από το παράθυρο.
Διαβάσαμε κάπου:
«Ζούμε λοιπόν “το τέλος των ιδεολογιών”, όπως αναφέρει ο Φουκουγιάμα [...] Μιλάμε για την απελπισία που εκφράζει την κατάσταση όλων όσων δεν μας έχει απομείνει καμιά ελπίδα να δούμε να αλλάζει η πραγματικότητα που μας επιβάλλουν […] Είμαστε ρεαλιστές και χαιρόμαστε που δεν πρέπει να υπερασπιστούμε το όραμα και την ελπίδα ενός καλύτερου κόσμου που μπορεί να μην έρθει ποτέ [...] Οι παράνομες Επαναστατικές οργανώσεις δεν είναι εργαλεία για τον κόσμο του μέλλοντος αλλά πρόταση ζωής για το σήμερα».
Η αποσαρκωμένη εσχατολογία θεωρεί ότι ζει στην εσχατιά της ιστορίας. Όπως κάθε αντιδιαλεκτική ερμηνεία της πραγματικότητας βλέπει τα γεγονότα ως απόλυτα, ασύνδετα και ακίνητα. Η εθελόδουλη κοινωνία ως συμπαγές σύνολο θα μείνει για πάντα έτσι, χωρίς να κινηθεί ποτέ. Το κέρμα της μελλοντολογίας έχει ριφθεί: η πραγματικότητα θα μείνει απαράλλαχτη. Οπότε τι κάνουμε; Ευνουχίζουμε την επανάσταση και το νόημα της ως ενότητας Ατομικής και Κοινωνικής Ανταρσίας και την βαπτίζουμε εκ νέου ως μια απλή “πρόταση ζωής”. Το συντηρητικό μήνυμα της δημιουργίας μιας απλής “ένοπλης όασης” μέσα στο υπάρχον βαπτίζεται “επαναστατική αυτονομία”. Ταυτόχρονα τεμαχίζεται ιδεατά το παρόν από το μέλλον (όσο για το παρελθόν αυτό έχει εξοριστεί οριστικά στα Τάρταρα του Αρνητικού…) λες και οι πράξεις του παρόντος δεν δημιουργούν την μελλοντική πραγματικότητα, λες και το μέλλον φυτεύεται από τους ουρανούς, λες και το χωροχρονικό συνεχές μπορεί να διασπαστεί έτσι απλά, με ένα διάταγμα της Μεταφυσικής. Κι αυτό αποκαλείται ρεαλισμός!!!

Όταν εξετάζουμε ένα κοινωνικό φαινόμενο μόνο με τον τρόπο που εμφανίζεται στο παρόν (ως ακίνητη φωτογραφία της στιγμής), τότε απορροφούμαστε από την μεταφυσική σκέψη. Ένα φαινόμενο πρέπει να το εξετάζουμε διαλεκτικά, όχι μόνο στην παρούσα του μορφή αλλά και στην κίνηση του, στη δυναμική και στις δυνατότητες που εμπεριέχει, καθώς και στην αλληλεπίδραση του με άλλα φαινόμενα. Όπως έγραφε ο Ένγκελς: «Δεν πρέπει να αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο ως σύμπλεγμα έτοιμων πραγμάτων, αλλά ως σύμπλεγμα διαδικασιών, όπου φαινομενικά σταθερά πράγματα και παρόμοια οι ιδεατές απεικονίσεις τους στο μυαλό μας, οι έννοιες, υφίστανται αδιάκοπη αλλαγή γίγνεσθαι και θανάτου». Ρεαλισμός, λοιπόν, είναι η εξέταση των γεγονότων στην κίνηση τους και όχι ο κάθε είδους ντετερμινισμός που προτάσσει είτε την ακινησία των κοινωνικών φαινομένων είτε την προδιαγεγραμμένη κίνηση τους στις ράγες του μηχανιστικού κισμέτ.

Η κυρίαρχη τάση κάθε εποχής βλέπει τον εαυτό της ως έκφραση των καθολικών συμφερόντων ολόκληρης της κοινωνίας, εξ ου και το αναμασημένο ιδεολόγημα του “τέλους των ιδεολογιών”. Ιδεολόγημα πολύ παλιότερο από τον απολογητή του νεοφιλελευθερισμού Φουκουγιάμα (και αδρά χρηματοδοτούμενου βεβαίως -βεβαίως…). Οι κυρίαρχες τάξεις που αποζητούν τη διαιώνιση του ταξικού διαχωρισμού και των ιδιαίτερων συμφερόντων τους πάντα έχουν ανάγκη τον μεταφυσικό τρόπο σκέψης, ώστε να παρουσιάζουν την εκάστοτε κοινωνική δομή ως φυσικά δοσμένη και αμετάβλητη. Οι επαναστάτες όμως, εάν θέλουν να είναι τέτοιοι πέρα από το να αυτοαποκαλούνται ως τέτοιοι, καμιά σχέση δεν πρέπει να έχουν με αυτόν τον αντιδιαλεκτικό τρόπο σκέψης και να κάνουν επικλήσεις στον Φουκουγιάμα.

Η πηγή του απαισιόδοξου αυτού ντετερμινισμού γίνεται φανερή από τα παραπάνω αποσμάτα: “η απελπισία” όλων εκείνων που “δεν τους έχει απομείνει καμιά ελπίδα” για κοινωνική αλλαγή. Επιστρέφουμε λοιπόν στις πεσιμιστικές ρίζες του μηδενισμού…

ΙΙ.
Σε ποιες, όμως, ιστορικές περιόδους εμφανίζεται ο μηδενισμός; Όταν η κοινωνική ειρήνη προκαλεί την ύφεση του επαναστατικού κινήματος, τότε κάποιοι μαχητές που κυλάει αίμα στις φλέβες τους απαντούν αντανακλαστικά στην παρακμή αυτή, εγκαταλείποντας την ιδέα της κοινωνικής επανάστασης αλλά όχι την άμεση δράση. Εγκαταλείπουν δηλαδή το περιεχόμενο της επανάστασης, διατηρώντας την εξωτερική της μορφή. (Φυσικά υπάρχει και ο παθητικός μηδενισμός που εγκαταλείπει και τα δύο ταυτόχρονα, αλλά εδώ μας ενδιαφέρει μόνο εκείνη η μορφή μηδενισμού που εμπεριέχει σπερματικά τις δυνατότητες του αυτοξεπεράσματος).

Έτσι, για παράδειγμα, ο ρωσικός νιχιλισμός του 19ου αιώνα γεννήθηκε όταν ένα υπεραισιόδοξο επαναστατικό, υλιστικό και επιστημονικό κίνημα επιχείρησε την “κάθοδο προς τον λαό” και γνώρισε την αδιαφορία, την ήττα και την απογοήτευση. Παρόλα αυτά όμως. ο ρωσικός νιχιλισμός δεν εγκατέλειψε την ιδέα της κοινωνικής επανάστασης. Οι διαψευσμένες ελπίδες ενεργοποιούν και τον ευρωπαϊκό αναρχοατομικισμό: τόσο η ήττα της σπουδαιότερης προλεταριακής εξέγερσης, της παρισινής κομμούνας, όσο και η αποκαθήλωση της εργατικής τάξης ως αδιαμφισβήτητου και αυτόματου φορέα της επανάστασης προκάλεσαν αντανακλαστικά την άνοδο μηδενιστικών και ατομικιστικών ρευμάτων. Τόσο ο ρωσικός όσο και ο ευρωπαϊκός μηδενισμός, όταν έπαυε η ύφεση του επαναστατικού κινήματος και παρουσιαζόταν ριζοσπαστικοποίηση της κοινωνίας ενσωματώνονταν ξανά στο ευρύτερο κίνημα για την κοινωνική ανατροπή. Μιας και ο μηδενισμός ήταν αντανάκλαση της επαναστατικής ύφεσης δεν είχε λόγους ύπαρξης σε περιόδους κοινωνικών εκρήξεων. Έτσι για παράδειγμα στο πλευρό των κομμουνιστών και των αναρχικών στη γερμανική συμβουλιακή επανάσταση πολεμούν και οι ντανταϊστές, ακόμα και ο στιρνερικός Μαρούτ. Στη Ρωσία στο πλευρό της επανάστασης πολεμούν οι νιχιλιστές και οι φουτουριστές, ενώ ο αναρχοατομικιστής Βικτώρ Σερζ προσχωρεί στον μπολσεβικισμό.

Οι κοινωνικές συνθήκες μέχρι και τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο δεν επέτρεπαν κανένα αναχωρητισμό. Ακόμα και αντικαλλιτεχνικές πρωτοπορίες που έκλιναν προς τον μηδενισμό, όπως το dada και ο σουρεαλισμός, αναπτύσσουν έντονη κοινωνική δράση μέσα στους κόλπους του αναρχικού και κομμουνιστικού κινήματος (άλλωστε, ντανταϊστές ήταν και οι ιδρυτές του Κ.Κ. Ρηνανίας), ενώ το ξαδερφάκι τους στην Ιταλία, ο φουτουρισμός, προσχωρεί τελικά στο φασισμό.
Η κοινωνική κατάσταση στη Ευρώπη άλλαξε άρδην μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η κουρασμένη από τους πολέμους Ευρώπη αναζητά την κοινωνική σταθερότητα.

Η δεκαετία του ΄50 ήταν πράγματι μια δεκαετία σταθερότητας στη Δύση, η οποία μέσα από την υπερεκμετάλλευση του τρίτου κόσμου και την ανάπτυξη των παραγωγικών της δυνάμεων κατάφερε να δημιουργήσει μια σχετική αφθονία στους κόλπους της. Η δεκαετία του ΄60 όμως απέδειξε πως “η ιστορία ξεγελά και τους καλύτερους μαθητές της”. Ένα νέο επαναστατικό κίνημα, πολύμορφο και αντιφατικό, γεννήθηκε, άκμασε και δυστυχώς παράκμασε. Μια παρακμή που ολοκληρώθηκε οριστικά και με την πτώση των καθεστώτων του “υπαρκτού σοσιαλισμού”. Το ήδη κατακρεουργημένο, από αυτά τα καθεστώτα, επαναστατικό κίνημα κατέρρευσε (ανοίγοντας όμως το δρόμο για τη δημιουργία ενός νέου αντιεξουσιαστικού επαναστατικού κινήματος, αφού η τελεσίδικη αποτυχία του εξουσιαστικού μοντέλου επανάστασης γεννά νέες ιστορικές δυνατότητες).

Πλέον, η δυτική κοινωνία ακολουθεί την πορεία που ήδη από την δεκαετία του ’50 δρομολογήθηκε: καταναλωτική κουλτούρα, παθητικότητα, γενίκευση της απολιτίκ διάθεσης, μοιρολατρία, με δυο λέξεις παθητικός μηδενισμός. Η ηττημένη αριστερά, βαθιά μηδενιστική, δεν κάνει τίποτα άλλο από το να γκρινιάζει για τη μη ορθολογική λειτουργία του καπιταλισμού. Ενίοτε συμμετέχει και ως κυβερνητικός εταίρος (ή καλύτερα εταίρα, μιας και είναι πόρνη που αναμφίβολα διαθέτει πνευματική και αισθητική καλλιέργεια) στη διαχείριση του καπιταλισμού. Έτσι η Αριστερά βολεύεται με το ρόλο του παθητικού γκρινιάρη που εξαντλεί την “αγωνιστικότητα” σε τελετουργικές αναπαραστάσεις αγώνων περασμένων εποχών και ο ‘κομμουνισμός’ της μετατρέπεται σε ένα απλό άρθρο πίστης, που παραπέμπεται για το αόριστο μέλλον, όταν ο ουρανός θα βρέξει επανάσταση και θα επικρατήσει η χιλιόχρονη βασιλεία του σοσιαλισμού. Από την άλλη, η Ακρα Αριστερά έχει μείνει προσηλωμένη στη θρησκευτική ανάγνωση του μαρξισμού (και πολλών ακόμα -ισμών) και ακροβατεί ανάμεσα στον στείρο ακαδημαϊσμό, που μακριά από τον καθαρό αέρα της πράξης αποπνέει μούχλα, και στην αιώνια αναμονή της μεσσιανικής έλευσης των αντικειμενικών συνθηκών.
Αναμφίβολα, υπάρχουν ακόμα αρκετές ζωντανές δυνάμεις στην Αριστερά, αλλά πνίγονται μέσα στη γενικότερη παρακμή της. Με λίγα λόγια, η κοινωνική ειρήνη και η συνακόλουθη επαναστατική ύφεση δημιούργησαν μια Αριστερά ενσωματωμένη και βαθιά μηδενιστική (με την παθητική έννοια του όρου). Από την άλλη ο αναρχικός /αντιεξουσιαστικός χώρος, σε μεγάλο βαθμό έμεινε δέσμιος του υπεραυθορμητισμού του (της παιδικής αρρώστιας του αναρχισμού), ο οποίος βοήθησε μεν στο να κρατήσει επαφή με τις “από τα κάτω” κοινωνικές διεργασίες, αλλά δε βοήθησε στην ψύχραιμη ερμηνεία των διεργασιών αυτών.

Έτσι, σε περιόδους κοινωνικής έντασης οι αναρχικοί έβλεπαν εξεγέρσεις και την επανάσταση προ των πυλών, ενώ σε περιόδους ύφεσης γίνονταν απαισιόδοξοι και μοιρολάτρες. Μέσα σε διάστημα δέκα-δεκαπέντε ετών τμήματα του χώρου ακροβατούσαν ανάμεσα στους δύο ντετερμινισμούς: από το “κουφάλες κρατιστές λίγα χρονάκια ακόμα”, στο “οι αντικειμενικές συνθήκες για την αταξική κοινωνία δε θα έρθουν ποτέ”. Εν τέλει η ανάλυση που κάνουν πολλοί αναρχικοί στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στη ψυχολογική κατάσταση στην οποία βρίσκονται και όχι στα εργαλεία ανάλυσης που του παρέχει η πλούσια, πλέον, επαναστατική θεωρία!!

Αυτή η ψυχολογικοποίηση της θεωρίας είναι που σε περιόδους κοινωνικής ειρήνης συμβάλλει στην άνοδο μηδενιστικών ρευμάτων. Και αυτά τα μηδενιστικά ρεύματα δεν είναι τίποτα άλλο από αντανάκλαση αυτής της κοινωνικής ειρήνης, που εκφράζεται είτε με τον ειρηνιστικό νεοχιπισμό, είτε με τον βίαιο αναρχοατομικισμό. Και όσο δεν υπάρχει ένα ισχυρό επαναστατικό κίνημα (άλλη μια αντανάκλαση των κοινωνικών συνθηκών), ώστε να εντάξει στους κόλπους του αυτά τα μηδενιστικά ρεύματα, τόσο αυτά θα γεννιούνται και θα αναπτύσσονται με τα θετικά τους στοιχεία (που δεν είναι λίγα), αλλά και με τα αρνητικά τους (που είναι πολλά).


Μηδενισμός και κοινωνία
Ο Νίτσε έλεγε ότι η απόφαση των χριστιανών να βλέπουν τον κόσμο ‘κακό και άσχημο’ πράγματι, έκανε τον κόσμο κακό και άσχημο. Κατ’ αναλογία και η απόφαση των μηδενιστών να βλέπουν την κοινωνία (ως κοινωνία καθεαυτή) ‘κακή και άσχημη’ συμβάλλει στη διατήρηση μιας κοινωνίας κακής και άσχημης. Επιπλέον, οδηγεί και σε μια τεράστια ιδεολογική στρέβλωση: δεν τεμαχίζουν μονάχα την επανάσταση σε Ατομική και Κοινωνική, αλλά βλέπουν κιόλας την ατομική τους επανάσταση ως εξω-κοινωνικό φαινόμενο: «Απευθυνόμαστε σε όλους αυτούς που έχουν αυτοεξοριστεί από αυτήν την κοινωνία και τα ψεύτικα αγαθά της».

Ο εκκοσμικευμένος ασκητικός μηδενισμός του 19ου αιώνα αντικαθίσταται πλέον με ένα αρνησίκοσμο, αντιασκητικό μηδενισμό ο οποίος δεν θέτει κανένα σκοπό πέρα από την ίδια του την αυτοανακύκλωση, μέσω της αυτοαναφορικής βίας που εμφανίζεται ως ‘πρόταση ζωής’ για το σήμερα (ένα ένοπλο χόμπυ μήπως;). Αλλά τι ζητούσε κάποτε ο ρωσικός μηδενισμός: Ο Ντιμίτρι Πισάρεφ έλεγε: «Σύντροφοι! Χτυπάτε δεξιά και αριστερά, από τούτο κανένα κακό δε συνέβη ούτε θα συμβεί. Μας λένε παράσιτα της κοινωνίας. Λάθος! Θέλουμε να είμαστε χρήσιμοι στην κοινωνία. Απλά επί του παρόντος η άρνηση και η ολοκληρωτική καταστροφή της είναι ό,τι πιο χρήσιμο». Βλέπουμε λοιπόν ότι για τους ρώσους νιχιλιστές η άρνηση και η καταστροφή δεν είναι σκοπός αλλά μέσο (όπως και για τον ιλλεγκαλιστή Μάριους Ζακόμπ η παρανομία είναι ένα προσωρινό μέσο και όχι αυτοσκοπός).
Ακόμα και ο απόστολος της παν-καταστροφικής επανάστασης Νετσάγιεφ έγραφε: «Η μελλοντική οργάνωση (σ.σ. της κοινωνίας) θα προκύψει από το λαϊκό κίνημα και τη ζωή. Αυτό όμως είναι δουλειά των επερχόμενων γενεών. Δική μας δουλειά είναι η παθιασμένη, πλήρης, ολοκληρωτική και ανελέητη καταστροφή». Με δυο λόγια, ο ρώσικος μηδενισμός δεν ήταν αυτοαναφορικός, που έβλεπε τον εαυτό του ως μέσο και σκοπό ταυτόχρονα, αλλά ήταν ένα επαναστατικό κίνημα που έβλεπε την απόλυτη καταστροφή της υπάρχουσας κοινωνίας ως μέσο για την έλευση του κομμουνισμού (του τραχύ και πρωτολείου κομμουνισμού, που ο Μαρξ αποκαλούσε «κομμουνισμό του στρατώνα»).

Αντίθετα, ο σύγχρονος μηδενισμός βλέπει τον εαυτό του σαν όχημα και προορισμό ταυτόχρονα, διακηρύσσοντας την «έξω-κοινωνική» του φύση και τον ένοπλο (ή άοπλο), βίαιο (ή ειρηνικό) αναχωρητισμό. Αυτή η αντίληψη περί οάσεων και ελεύθερων ζωνών ταυτίζει το μέσο με το σκοπό, γιατί απλούστατα λείπει ο σκοπός! Το αισιόδοξο, όμως, στο όλο ζήτημα είναι ότι ο αναχωρητισμός αυτός υπάρχει μονάχα στα κεφάλια των επίδοξων «έξω-κοινωνικών» επαναστατών, γιατί απλούστατα στον ενοποιημένο κόσμο του καπιταλισμού κάθε αυτό-εξορία από την κοινωνία βρίσκεται στις νεφέλες της ιδεολογίας. Στην έρημο του καπιταλισμού όλες οι οάσεις είναι οφθαλμαπάτες…

Δεκεμβριανά 2008
Πραγμάτωση και ξεπέρασμα του Μηδενισμού
«Για τη διαλεχτική φιλοσοφία τίποτα δεν είναι τελικό, απόλυτο, ιερό [...] Το ζήτημα δεν είναι να αρνηθώ κάτι, αλλά να αρνηθώ και την άρνηση του. Πρέπει, δηλαδή, να κάνω την πρώτη άρνηση με τέτοιον τρόπο, ώστε να είναι ή να μην μπορεί να γίνει δυνατή η άρνηση της.» Φρ. Ένγκελς
Η εξέγερση του Δεκέμβρη υπήρξε η έμπρακτη άρνηση του παθητικού μηδενισμού της υπάρχουσας κοινωνίας, που με την παθητικότητα της συντηρεί τη βαρβαρότητα που γεννά ο καπιταλισμός. Γιατί αν δούμε τα κοινωνικά φαινόμενα όχι σταθερά και αμετάβλητα, αλλά στην κίνηση τους, στην αλληλουχία τους, στην αλληλεπίδραση τους και όχι με σύνορα να υψώνονται μεταξύ τους, τότε μόνο μπορούμε να κατανοήσουμε πως πέρα από την από τα πάνω κρατική επιβολή, είναι και η παθητικότητα αυτή που συνδιαμορφώνει την εξουσιαστική πραγματικότητα που οπλίζει το χέρι του κάθε Κορκονέα. Η εξέγερση ενάντια στον παθητικό μηδενισμό της υπάρχουσας κοινωνίας, λοιπόν, δε θα μπορούσε να πάρει άλλη μορφή, πέρα από τον ενεργητικό μηδενισμό. Με δυο λόγια, η κοινωνία πλάθει τους εξεγερμένους που της αρμόζουν.

Μόνο η ιδεολογική τυφλότητα θα μπορούσε να δει πίσω από την έκρηξη του Δεκέμβρη μια «τυφλή» εξέγερση. Τόσο η επιλογή των στόχων (κατά κύριο λόγο στόχοι του κράτους και του κεφαλαίου) όσο και η γεωγραφική εξάπλωση της εξέγερσης σε ολόκληρο σχεδόν τον ελλαδικό χώρο, όχι μόνο δίνουν στην εξέγερση ένα συγκεκριμένο περιεχόμενο, αλλά την καθιστούν ως το σπουδαιότερο κοινωνικό γεγονός της ύστερης μεταπολίτευσης. Αλλά το πιο σπουδαίο δεν είναι η εξέγερση καθαυτή, αλλά οι δυνατότητες και η προοπτική εξέλιξης που εμπεριέχει. Γιατί ως επαναστάτες θα πρέπει να γνωρίζουμε και τα όρια της εξέγερσης. Όσο αναλωνόμαστε σε ύμνους και ψαλμωδίες, τη μουμιοποιούμε, την περιορίζουμε στα στενά όρια της αντιδραστικότητας και του ετεροκαθορισμού (της απλοϊκής άρνησης). Η άρνηση της υπάρχουσας αθλιότητας είναι αναμφισβήτητα το πρώτο βήμα. Η εξέγερση και ο μηδενισμός είναι αναγκαίοι. Το Μηδέν πρέπει να γίνει ο βατήρας που θα μας εκτοξεύσει στο άπειρο και όχι η κινούμενη άμμος που θα μας βουλιάξει.

Η άρνηση της άρνησης, η επαναστατική διαλεχτική είναι το επόμενο. Ο ενεργητικός μηδενισμός πρέπει να ξεπεραστεί διαλεχτικά και να υψωθεί εκ νέου μέσα από ένα αντιεξουσιαστικό ριζοσπαστικό κίνημα. Κι αυτό θα πει: όχι πια «χώρος», αλλά Κίνημα! Όχι αυτό το δήθεν «κίνημα» που εννοούν κάποια αριστερίστικα γκρου-πούσκουλα ή κάποιοι ενσωματωμένοι «αντιεξουσιαστές» σε έκπτωση και οι νεοχίπηδες ακολουθητές τους για να διατηρούν τα πολιτικά τους μαγαζάκια, αλλά η επανάσταση σε διαρκή κίνηση, πολύμορφη και ενεργητική.

Εάν ο Δεκέμβρης απέδειξε κάτι, είναι ότι το τέλος της ουτοπίας είναι μια ουτοπία δίχως τέλος. Εάν δε θέλουμε απλώς να αυτοθαυμάζουμε το επαναστατικό μας είδωλο στον καθρέφτη του σεχταρισμού, του φετιχισμού και της αυτοανακύκλωσης, τότε ας στρώσουμε τον κώλο μας για την ανάπτυξη ενός πραγματικά επαναστατικού /ριζοσπαστικού κινήματος. Αυτό είναι το στοίχημα της εποχής μας.

Επανάσταση ή βαρβαρότητα.

Πολύκαρπος Γεωργιάδης
Δεκέμβρης 2009
Κ.Κ Κορυδαλλού

3/1/14

Οι διασυνδέσεις αντιεξουσιαστών και ποινικών απ’ το 1821 ώς σήμερα

( Κείμενο που στάλθηκε και δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Ποντίκι, στις 15-01-2010, με αφορμή την παραφιλολογία του μιντιακού οχετού για το δήθεν "επαναστατικό ταμείο" και τις "σχέσεις ποινικών- αναρχικών". Βλ. http://www.topontiki.gr/article/3194/ )


Οι διασυνδέσεις αντιεξουσιαστών και ποινικών απ’ το 1821 ώς σήμερα

ΠΑΣΟΚ και Δέος! 
Με μεγάλη προσοχή παρακολούθησα τις συγκλονιστικές αποκαλύψεις του τηλεγυρολόγου υπουργού Προστασίας του Πολίτη (οργουελιανή αδεία). Ο σύντροφος Χρυσοχοΐδης επιτέλους αποκάλυψε τον οχετό της εγκληματικότητας που τόσο έντεχνα κρύβουν οι τρομοκράται κάτω απ’ τον μαυροκόκκινο μανδύα που φορούν.

Ως ακάματος ιστοριοδίφης και δημοσιοτσανακογλείφτης έκανα μια βουτιά στον βούρκο της παράδοσης ανταρσίας του λαϊκού πολιτισμού και κομίζω στον υπουργό μας νέες συγκλονιστικές αποκαλύψεις! Η διασύνδεση πολιτικού και ποινικού εγκλήματος, λοιπόν, δεν είναι καινούργιο φρούτο στη μαρτυρική πατρίδα μας. Ήδη, πριν απ’ το 1821 κοινοί κλέφτες πραγματοποιούσαν ποινικά κολάσιμες πράξεις εναντίον της νομίμου οθωμανικής εξουσίας, αναγκάζοντας τον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄ να απευθυνθεί, με τη μνημειώδη του «Πατρική Διδασκαλία», στους πνευματικούς ταγούς του Έθνους μας:
«Άγιοι Πατέρες Γρηγορείτε! Με το κακοποιό και τα αποστατικά πνεύματα που ξεσηκώνουν τους ραγιάδες, ενάντια στην κραταιά και αήττητη βασιλεία της ελέω Θεού Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κινδυνεύουμε να χάσουμε την εύνοια του αφέντη Σουλτάνου μας».

Με την πάροδο των ετών το οργανωμένο έγκλημα των κλεφτών εκσυγχρόνιζε τις μεθόδους του, δημιουργώντας «επαναστατικό ταμείο» για να χρηματοδοτεί τρομοκρατικές ενέργειες εναντίον της νομίμου κυβερνήσεως. Ληστείες, απαγωγές, εκβιασμοί κι άλλες έκνομες ενέργειες γέμιζαν τον «επαναστατικό» κορβανά:
«Εβγήκε ο Νάννος στα βουνά, ψηλά στα κορφο βούνια, κλεφτόπουλα εμάζωνε, παιδιά και παλληκάρια. Τα μάζωξε, τα σύναξε, τα ’καμε τρεις χιλιάδες κι ολημερίς τα δίδαχνε, κι ολημερίς τα λέγει: Ακούστε παλληκάρια μου κι εσείς παιδιά δικά μου, δε θέλω κλέφτες για τραγιά, κλέφτες για τα κριάρια, μόν’ θέλω κλέφτες για σπαθί, κλέφτες για το ντουφέκι, τριών μερών περπατηριά να πάρουμε μια νύχτα, να πάμε να πατήσουμε της Νικολούς τα σπίτια, οπόχει τ’ άσπρα τα πολλά και τ’ ασημένια πιάτα – Καλώς το Γιάννη πόρχεται, καλώς τα παλληκάρια   – Παράδες θέλουν τα παιδιά, φλουριά τα παλληκάρια».

Όπως είναι φανερό απ’ το παραπάνω κλέφτικο άσμα, στο στόχαστρο των αδίστακτων κλεφτών δεν έμπαιναν μονάχα οι νόμιμες οθωμανικές αρχές, αλλά και απλοί μεροκαματιάρηδες γαιοκτήμονες ελληνικής καταγωγής. Η τυφλή βία των μηδενιστών κλεφτών ξέσπασε ακόμα και σε εργαζόμενους ιερείς της γενιάς των εφτακοσίων γροσιών, όπως μας ιστορεί το παρακάτω δημοτικό τραγούδι:
«Τι ’ν’ το κακό που γένεται τούτο το καλοκαίρι· τρία χωριά μας κλαίγονται, τρία κεφαλοχώρια, μας κλαίγεται κι ένας παπάς από τον Άγιο Πέτρο. Τι του ’καμα του κερατά και κλαίγεται από μένα. Μήνα τα βόδια του ’σφαξα, μήνα τα πρόβατά του; Τη μια νύφη φίλησα, τες δυο του θυγατέρες, το ’να παιδί του σκότωσα, τ’ άλλο το πήρα σκλάβο, και πεντακόσιαδυο φλουριά για ξαγορά του πήρα. Όλα λουφέ τα μοίρασα, λουφέ στα παλληκάρια, κι ατός μου δεν εκράτησα τίποτε για τ’ εμένα».

Μέσα στην εκδικητική τους μανία οι ασεβείς τρομοκράτες δεν δίσταζαν να απειλούν με εμπρησμούς ακόμα και μοναστήρια. Η άνανδρη βία τους (γιατί όπως είπε και η Σώτη «η βία είναι το καταφύγιο των δειλών») ξεσπούσε κι εναντίον ιερών θεσμών:
«Βαστάτε τούρκοι τ’ άλογα, λιγού να ξανασάνου, να χαιρετήσουν τα βουνά, τα πρώτα μου λημέρια, ν’ αφήσου διάτα τα πιδγιά, διάτα τουν Λιπινιώτη, φουτχιά να βάλει στ’ Άγραφα στου μέγα μοναστήρι, για να καεί κι η ηγούμενους μ’ όλους τους καλο γοίρους, που παν κι μι προυδώσανε στους σκυλο Αρβανίτις. Με πήραν και μι πάιναν, στα Γιάννινα με πάνουν, στα Γιάννινα και στου πασιά, στη φυλακή μι βάνουν».

Η κλέφτικη μαφία, όμως, δεν στράφηκε μονάχα εναντίον της νομίμου εξουσίας και των φιλήσυχων ραγιάδων, αλλά προχώρησε και σε εσωτερικές εκκαθαρίσεις. Έτσι, όταν ένας καπετάνιος εξέφρασε την επιθυμία του να εγκαταλείψει την τρομοκρατική και εγκληματική του δράση για να παντρευτεί μια «κοντούλα», τα μέλη της τρομοκρατικής του οργάνωσης εκτέλεσαν συμβόλαιο θανάτου εναντί ον του:
«Τρεις ντουφεκιές τον δώσανε, τες τρεις φαρμακωμένες. Βαρείτε τον τον κερατά, βαρείτε τον τον πούστη. Από μας πήρε τα φλουριά να παντρευτεί τη ρούσα· η ρούσα είναι πιστολιά και το σπαθί κοντούλα».

Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, κλέφτες και πολιτικές οργανώσεις (όπως η Φιλική Εταιρεία, που χάιδευε τ’ αυτιά των φουστανελοφόρων) αποτελούσαν συγκοινωνούντα δοχεία. Ταυτόχρονα ερευνάται και το ενδεχόμενο διεθνών διασυνδέσεων με τρομοκράτες του εξωτερικού, όπως οι χαϊντούκοι και οι ζεϊμπέκηδες. Αξιωματικοί της αντιτρομοκρατικής δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο να έχει σχηματιστεί μια Διεθνής του Τρόμου, που με την εγκληματική της δράση προκαλεί την ευρύτατη κοινωνική ανασφάλεια.

Παρά την αιματοκυλισμένη τους ιστορία, οι κλέφτες βρήκαν απήχηση ακόμα και σε επιστήμονες, όπως τον μαρξιστή ιστορικό Χομπσμπάουμ, που ιδεολογικοποιώντας την εγκληματική τους δράση τη χαρακτήριζε ως «κοινωνική ληστεία» και «πρωτόλεια επανάσταση». Ακόμα και άνθρωποι των τεχνών γοητεύθηκαν απ’ τις ποινικές σειρήνες, σαν τον Κωστή Παλαμά: «Μπαλκανικοί αδερφοποιοί, χορεύετε τον πυρρίχιο χορό παλληκαρίσια, τον χορό τον χαϊντούκο και τον κλέφτη και σύρτε τον χορό με την αράδα».

Η συνεργασία ποινικών και πολιτικών συνεχίστηκε ακόμα και με τον ΕΛΑΣ το 1941, που με την προβοκατόρικη δράση του έδινε το άλλοθι στη γερμανική καταστολή και αποπροσανατόλιζε τις λαϊκές μάζες απ’ τα πραγματικά τους προβλήματα. Ταυτόχρονα οι προβοκάτορες ελασίτες δημιούργησαν το άβατο των ελληνικών βουνών, ένα κράτος εν κράτει στο οποίο δεν τολμούσαν να πατήσουν οι νόμιμες αρχές της χώρας.

Κάπως έτσι, λοιπόν, απ’ το 1821 ώς τις ημέρες μας ποινικοί και «αντιεξουσιαστές» εγκληματίες συμπράττουν σε έργο θεοστυγές, μιαρό κι ανίερο, θέλοντας να διαταράξουν την άνεση και ησυχία των πιστών ραγιάδων της κραταιάς βασιλείας των οθωμανογερμανοαγγλοαμερικανοτσολιάδων. 

Με τις υγείες σας, πολυχρονεμένε μου Βοναπάρτη.

Ο ανανήψας και μεταμεληθείς
αναρχοκομμουνιστοληστοσυμμορίτης
ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ

1/1/14

Η επιστήμη ως πόρνη του κεφαλαίου

( Το παρακάτω κείμενο δημοσιεύθηκε πρώτη φορά στο έβδομο τεύχος του αντιεξουσιαστικού έντυπου αντιπληροφόρησης Κακά Μαντάτα, που εκδίδονταν στη Θεσ/νίκη. Επαναδημοσιεύθηκε στο δωδέκατο τεύχος της Ασύμμετρης Απειλής)




Η επιστήμη ως πόρνη του κεφαλαίου



“Με πελέκι αστραπόμορφον
 η αλύπητη επιστήμη 
 χτυπάει και σπάει το είδωλο
 και το ρίχνει συντρίμμι
 κι ύστερα γίνεται είδωλον 
 εκείνη μες την πλάση
 ξαναγεννώντας άθελα ό,τι ήρθε να χαλάσει.
 Κι έτσι αλυσίδες γύρω μας παντου, σκοτάδια θεία.
 Κάθε Αιτία, μυστήριο κάθε Αλήθεια, θρησκεία” 

  Κωστής Παλαμάς 



Είναι μακρινοί οι καιροί που τα επαναστατικά ή τα μεταρρυθμιστικά κινήματα έβλεπαν στην επιστήμη την προοδευτική δύναμη που θα διέλυε τα σκοτάδια της μεταφυσικής. Η εκπόρνευση της επιστήμης από το κεφάλαιο, η προσαρμογή της στα ιδιαίτερα συμφέροντα διαφόρων ελίτ του πλούτου, γρήγορα μετέτρεψαν την επιστήμη σ’ έναν ειδικό τομέα ενσωματωμένο στους υπόλοιπους θεσμούς της διαιώνισης του καπιταλισμού. Παρά τις απίστευτες δυνάμεις που απελευθέρωσε η επιστήμη, δυνάμεις που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την ανθρώπινη χειραφέτηση, η υπαγωγή της στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και στην εξουσιαστική οργάνωση της κοινωνικής ζωής τη μετέτρεψε στο αντίστοιχο της μεσαιωνικής εκκλησίας. Πολλές φορές μάλιστα νοσταλγούμε το αφελές παπαδαριό, βλέποντας την οικολογική καταστροφή που προκαλούν οι “σύγχρονες επιστημονικές μέθοδοι” για την μεγιστοποίηση τηw καπιταλιστικής κερδοφορίας.

Λίγοι θυμούνται την περσινή οικολογική καταστροφή που προκάλεσε η πολυεθνική BP στον κόλπο του Μεξικού. Ακόμα πιο λίγοι γνωρίζουν πως η καταστροφή προήλθε απ’ την δραστική περικοπή των μέτρων ασφαλείας στην πλατφόρμα εξόρυξης πετρελαίου, ώστε να μειωθεί το παραγωγικό κόστος και να αυξηθεί η κερδοφορία της εταιρίας. Ελάχιστοι επίσης θυμούνται τους 14 δολοφονημένους προλετάριους που θυσιάστηκαν στον Μολώχ της υπεραξίωσης του κεφαλαίου. “Εργατικό δυστύχημα” ονομάστηκε η έκρηξη στην πλατφόρμα της BP, έτσι για να δοθεί ένας ουδέτερος και ανώδυνος τόνος σε αυτό το έγκλημα του κεφαλαίου. Και δίπλα στους νεκρούς ανθρώπους, τα χιλιάδες νεκρά ζώα μας θυμίζουν πως το κεφάλαιο μένει αδόνητο και αδιάφορο ακόμα και μπροστά στο ενδεχόμενο της καταστροφής της γης.

Κάποτε ο Καστοριάδης έλεγε: “αν καταστραφεί η γη από έναν πυρηνικό όλεθρο, αρνούμαι να ονομάσω το γεγονός αυτό τραγωδία. Το ονομάζω μαλακία!” Η πυρηνική κρίση στη Φουκουσίμα δείχνει πραγματικά που μπορεί να οδηγήσει τόσο η θυσία της φύσης στο βωμό της καπιταλιστικής κερδοφορίας, όσο και η μαλακία καθαυτή...Τον πυρηνικό σταθμό της Φουκουσίμα διαχειρίζεται η ιδιωτική εταιρία TEPCO (Ηλεκτρική Εταιρία του Τόκιο), που είναι η τέταρτη μεγαλύτερη στον κόσμο. Απ’ του ςέξι πυρηνικούς αντιδραστήρες, τρεις κατασκευάστηκαν απ’ τον αμερικάνικο κολοσσό General Electric, δύο απ’ τη Toshiba και ένας απ’ τη Hitachi. Στο βωμό του μέγιστου δυνατού κέρδους, οι τέσσερις αυτές εταιρίες με αρωγό την ιαπωνική κυβέρνηση απειλούν ολόκληρη την ανθρωπότητα και τη γη με μια άνευ προηγουμένου οικολογική καταστροφή. Το 2002 τέσσερα μεγαλοστελέχη της ΤΕΡCΟ αναγκάστηκαν να παραιτηθούν, όταν αποκαλύφθηκαν πλαστογραφήσεις αρχείων ελέγχων και επισκευών. Τότε η TEPCO αναγκάστηκε να κλείσει 17 αντιδραστήρες, αφού αποκαλύφθηκαν περιστατικά συγκάλυψης σε ρωγμές σημαντικού εξαρτήματος. Το 2008 η ιαπωνική κυβέρνηση προειδοποιήθηκε απ’ τον Οργανισμό Ατομικής Ενέργειας του ΟΗΕ πως τα πυρηνικά της εργοστάσια δεν ήταν σε θέση να αντέξουν σε ισχυρές σεισμικές δονήσεις. Οι Ιάπωνες όμως έκαναν τους Κινέζους...Το 2009 όταν δικαστήριο του Τόκιο έδωσε εντολή να κλείσει ένα πυρηνικό εργοστάσιο, η κυβέρνηση μπλόκαρε την εντολή αυτή. Η TEPCO, γνωστή για τις στοργικές της σχέσεις με συντηρητικά κόμματα, αγνόησε τις προειδοποιήσεις της Γαλλικής Αρχής Πυρηνικής Ασφάλειας για το ενδεχόμενο τήξης του πυρήνα του αντιδραστήρα, ενώ πάνω από διακόσιες φορές παραποίησε εκθέσεις επιθεωρητών ασφαλείας. Αυτή είναι η πυρηνική μαφία, που διαφημίζεται μάλιστα απ’ τους μεταμοντέρνους σοσιαλφασίστες, σαν  τον  Γιώργο Παπανδρέου,  ως “πράσινη μορφή ενέργειας”!

Και για μια ακόμη φορά ακούγονται γενικότητες πως ο άνθρωπος (έτσι αόριστα) καταστρέφει τη φύση. Για μια ακόμα φορά η καταστροφή της φύσης απ’ το κεφάλαιο εμφανίζεται σαν ένα υπερταξικό ή διαταξικό φαινόμενο, που οφείλεται σε μια υποτιθέμενη έμφυτη κακία ή αυτοκαταστροφική τάση του ανθρώπου. Για μια ακόμα φορά προσπαθούν να κρύψουν την καταστροφή που προκαλεί η ταξική και ιεραρχική εκμεταλλευτική δόμηση της κοινωνίας κάτω απ’ το χαλάκι μιας κλαψιάρικης εσχατολογίας που όλα τα αλέθει. Για μια ακόμα φορά προσπαθούν να κρύψουν την ταξική φύση του εγκλήματος στη Φουκουσίμα:

“Φυσικά, οι γιαπωνέζοι ιμπεριαλιστές δεν ήθελαν να γίνει μια τέτοια καταστροφή. Βάζοντας όμως στην ζυγαριά το κριτήριο του μέγιστου κέρδους, βρήκαν ότι άξιζε τον κόπο να ρισκάρουν τις ζωές και την υγεία χιλιάδων ανθρώπων (ίσως και πολύ περισσότερων) σε μια περιοχή που πλήττεται από ισχυρούς σεισμούς, μην πιστεύοντας ότι θα τους προλάβουν τα “ακραία φυσικά φαινόμενα”. Έτσι λειτουργεί ο καπιταλισμός, ακόμα και στην πιο προηγμένη μορφή του. (Κόντρα: “Στα χνάρια του Τσερνομπίλ” 19/03/2011)

 Ήδη 11.500 τόνοι ραδιενεργού νερού έχουν διοχετευθεί στον Ειρηνικό, αποδεικνύοντας για ακόμη μια φορά πως ο καπιταλισμός και ο τρόπος ζωής που αντιστοιχεί σ’ αυτόν μας δηλητηριάζουν σωματικά και πνευματικά. Πρέπει επιτέλους να αντιληφθούμε πως ο οικολογικός αγώνας θα είναι αγώνας ενάντια στο κεφάλαιο και το κράτος ή δε θα είναι τίποτα!


Πολύκαρπος Γεωργιάδης

Φυλακές Κέρκυρας

8 Απριλίου 2011

Ιαπωνία: Άστεγοι εργάζονται στη Φουκουσίμα!

 
 
 
 
Συγκλονίζουν οι αποκαλύψεις για την εκμετάλλευση που υφίστανται άστεγοι της Ιαπωνίας.
Ορισμένοι από αυτούς στρατολογούνται, προκειμένου να κάνουν τη βρώμικη και επικίνδυνη δουλειά: να καθαρίσουν τα ραδιοενεργά συντρίμμια στη Φουκουσίμα.
Αυτό συμβαίνει στην πόλη Σεντάι, 360 χλμ. βορείως του Τόκιο.
Στο σιδηροδρομικό σταθμό της πόλης, οι άστεγοι βρίσκουν δουλειά. Τους εντοπίζουν εκπρόσωποι εταιρειών.
“Είμαστε εύκολος στόχος για αυτούς. Γυρνάμε εδώ γύρω με όλα μας τα πράγματα, μεταφέροντάς τα δεξιά κι αριστερά. Οπότε μπορούν να μας εντοπίσουν εύκολα. Έρχονται και μας λένε: “ψάχνεις για δουλειά;”, “πεινάς;”, κι αν δεν έχουμε φάει, τότε προσφέρονται να μας βρουν δουλειά”, εξηγεί μπροστά στον τηλεοπτικό φακό ένας 57χρονος άστεγος.
Τους τάζουν μισθό 90 δολάρια την ημέρα.
Όταν ξεκινήσουν να δουλεύουν όμως μαθαίνουν ότι πρέπει να πληρώνουν 50 δολάρια ημερησίως για διαμονή και διατροφή.
“Χωρίς καμιά απολύτως πληροφορία για τους πιθανούς κινδύνους, πολλοί άστεγοι τοποθετούνται σε κοιτώνες. Τα χρήματα για τη διαμονή και την τροφή τους αφαιρούνται αυτόματα από το μισθό τους. Και στο τέλος του μήνα, τους αφήνουν χωρίς να τους πληρώσουν καθόλου”, δηλώνει ένας πάστορας- επικεφαλής ομάδας στήριξης αστέγων.
Σύμφωνα με την αστυνομία ορισμένοι από τους άστεγους, παρά τις δύσκολες συνθήκες της δουλειάς τους, καταλήγουν ακόμη και χρεωμένοι.
 
Copyright © 2014 euronews