Το παρακάτω απόσπασμα είναι η εισαγωγή από υπό έκδοση μπροσούρα για τον Ραβασόλ, από τον Δαίμονα του τυπογραφείου:
«Σε αυτή την εποχή κυνισμού και ειρωνείας,
ένας άγιος γεννήθηκε για μας» έγραψε ο συγγραφέας Paul Adam το 1892 για τον
Ravachol. Αυτός ο “άγιος” είχε γεννηθεί τριαντατρία χρόνια νωρίτερα, με
πραγματικό του όνομα το Francois-Claudius Koeningstein, από φτωχή εργατική
οικογένεια. Ξεκίνησε να εργάζεται από τα οκτώ του χρόνια ενώ από νεαρή ηλικία
άρχιζε να ζει περιπλανώμενος ανά τη Γαλλία σε αναζήτηση εργασίας. Ενστερνίστηκε
τις σοσιαλιστικές αντιλήψεις αλλά σύντομα πέρασε στον αναρχισμό.
Η ανέχεια αλλά και το ανυπόταχτο πνεύμα του
τον ώθησαν στην παραβατικότητα, αρχικά ως παραχαράκτης και λαθρέμπορος,
αργότερα επιδιδόμενος σε ληστείες που έφτασαν μέχρι και τον φόνο. Προέβη ακόμα
και στην τυμβωρυχία του τάφου μιας κυρίας της “καλής κοινωνίας”, ευελπιστώντας να
την έχουν θάψει μαζί με τα κοσμήματά της.
Οριακή ωστόσο ημερομηνία για τον Ravachol
υπήρξε η Πρωτομαγιά του 1891 όταν ο στρατός έκανε “σκοπευτική επίδειξη” ενάντια
σε ειρηνική εργατική διαδήλωσηστο Fourmies, αφήνοντας πίσω του δεκατέσσερις
νεκρούς και σαράντα τραυματίες σε μια παντελώς αναίτια και παράλογη σφαγή. Την
ίδια μέρα, εργατικές ταραχές ξέσπασαν στο Clichy κατά τις οποίες συνελήφθησαν
και βασανίστηκαν τρεις αναρχικοί. Επιπλέον, οι τρεις αυτοί αναρχικοί
καταδικάστηκαν σε πολυετή φυλάκιση. Είχε πια σημάνει η ώρα που ο
Francois-Claudius Koeningstein έδωσε τη θέση του στον Ravachol.
Τοποθέτησε ισχυρές βόμβες στις κατοικίες του
Leon Bulot (Γενικού Εισαγγελέα και ανώτερου στελέχους του υπουργείου
εσωτερικών) και του Edmont Benoit (προέδρου του δικαστηρίου που είχε
καταδικάσει τους αναρχικούς του Clichy). Επίσης, τοποθέτησε βόμβα στο
στρατόπεδο Lobau στο Παρίσι, ως αντίποινα για τη σφαγή στο Fourmies.
Η σύλληψή του, στις 30 Μαρτίου1892,
προκλήθηκε από την κατάδοση του σερβιτόρου ενός καφέ στον οποίο ο Ravachol
θέλησε να κάνει αναρχική προπαγάνδα αλλά εκείνος τον συσχέτισε με τις
περιγραφές του αναζητούμενου βομβιστή. Καταδικάστηκε σε ισόβια καταναγκαστικά
έργα για τις βομβιστικές επιθέσεις. Οδηγήθηκε εκ νέου σε δίκη με την κατηγορία
της δολοφονίας ενός γέρου που ζούσε απομονωμένος και οι φήμες έλεγαν πως είχε
συγκεντρώσει ένα μεγάλο χρηματικό ποσό ζητιανεύοντας. Σε αυτή τη δίκη, παρά το
ότι αρνούταν τη συγκεκριμένη πράξη, ο Ravachol καταδικάστηκε σε θάνατο. Η
περήφανη και αδιάλλακτη στάση του αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για τους αναρχικούς
της εποχής. Μια μέρα πριν την εκτέλεσή του ανατινάχτηκε το καφέ στο οποίο είχε
συλληφθεί μετά από την κατάδοση του σερβιτόρου.
Στις 11 Ιούλη 1892 ο Ravachol πορεύτηκε προς τη λαιμητόμο, ατρόμητα τραγουδώντας του
“τραγούδι του μπαρμπα-Duchene”:
Κάτω από τη λεπίδα της καρμανιόλας πρόλαβε να
εξακοντίσει την ημιτελή κραυγή του: “Vive la Re…” (Ζήτω η Επ…)
Ο Paul Adam θα συνοψίσει και θα προβλέψει: «Ο
Ravachol είδε τριγύρω του τη θλίψη και δόξασε τη
θλίψη των άλλων προσφέροντας θυσία τον εαυτό του. Η αδιαφιλονίκητη ευσπλαχνία
του και ανιδιοτέλειά του, το σφρίγος των ενεργειών του, το θάρρος μπρος στον
αναπόφευκτο θάνατό του τον ανυψώνουν στο μεγαλείο του θρύλου. Σε αυτή την εποχή
κυνισμού και ειρωνείας, ένας άγιος γεννήθηκε για μας. Το αίμα του θα είναι
παράδειγμα από το οποίο θα ξεπηδήσουν νέο θάρρος και νέοι μάρτυρες. Η μεγάλη
ιδέα του παγκόσμιου αλτρουισμού θα ανθίσει στη κόκκινη λίμνη στη βάση της
γκιλοτίνας».
Στις 9 Δεκέμβρη 1893, o Auguste Vaillant
προέβη σε μια πράξη εκδίκησης για τον Ravachol, ρίχνοντας βόμβα από τα θεωρεία
μέσα στην ίδια τη βουλή. Θα βρει και αυτός τον θάνατο στη λαιμητόμο,
συνεχίζοντας έναν κύκλο ποινών και αντιποίνων. Θα ακολουθήσουν οι βομβιστικές
ενέργειες και η εκτέλεση του Emile Henry. Τη δραματική κορύφωση θα δώσει ο
νεαρός ιταλός αναρχικός Sante Caserio που σε μια έσχατη πράξη εκδίκησης θα
εκτελέσει το 1894 τον ίδιο τον πρόεδρο της γαλλικής δημοκρατίας, Sadi Carnot.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου