28/6/08

Για το σαμποτάζ ιδιωτικών καμερών στην Σαλονίκη ξημερώματα

( Σημείωση: Το παραπάνω κείμενο κυκλοφόρησε σε 1000 τουλάχιστον αντίτυπα στο κέντρο της Σαλονίκης, το καλοκαίρι του 2008, σε πλατείες, μέσα σε free press κουτιά και εφημερίδες, χέρι με χέρι, αφημένο σε εμφανή σημεία στην πόλη και ιδιαίτερα στις γειτονιές όπου έλαβαν χώρα οι δράσεις. Βλ. http://bezmotivnik.blogspot.com/)

Για το σαμποτάζ ιδιωτικών καμερών στην Σαλονίκη ξημερώματα

Πρελούδιο για τον κοινωνικό διάλογο στις μέρες μας: Στις 21 Αυγούστου 2007, οι διαδηλωτές που συγκεντρώθηκαν στο Montebello του Quebec, κατά τη σύνοδο της «Συνεργασίας για την Ασφάλεια και την Ευημερία» για να αντιπαρατεθούν στον αμερικανό πρόεδρο Τζορτζ Μπους, στον μεξικανό Φελίπε Καλντερόν και στον καναδό πρωθυπουργό Στέφεν Χάρπερ, βρέθηκαν μπροστά σε μια χαρακτηριστική εικόνα: το ξενοδοχείο όπου συνεδρίαζαν οι αρχηγοί κρατών ήταν αποκλεισμένο από αστυνομικό κλοιό, ενώ μπροστά τους είχε στηθεί μια σκηνή με κάμεραμεν και ηχολήπτες, και μια πινακίδα με το παρακάτω μήνυμα: «Οι κάμερές μας είναι σήμερα εδώ για να σας παρέχουν το δικαίωμά σας να εισακουστείτε. Παρακαλούμε επιτρέψτε μας να σας βοηθήσουμε να περάσετε το μήνυμά σας. Ευχαριστούμε». Στην αίθουσα του ξενοδοχείου όπου πραγματοποιούνταν η σύνοδος, είχαν εγκατασταθεί οθόνες, απ’ όπου θα φαίνονταν οι διαδηλωτές, χωρίς να υπάρχει απ’ ευθείας οπτική επαφή μαζί τους…

Σαλονίκη, κάπου στον Σεπτέμβρη του 2007, και το ενδιαφέρον μιας νυχτερινής βόλτας μαγνητίζει ο αναπάντεχα προσωπικός τόνος της παρακάτω επιγραφής που στόλιζε τον τοίχο της επιχείρησης «ASPIS Φοροτεχνικά», στην Ιπποδρομίου: "Εσύ που με θράσος λερώνεις την ιδιοκτησία μου, σε περιμένουν εκπλήξεις, θα γελάσουμε πολύ". Στον τοίχο, σβησμένα ίχνη μιας εξίσωσης όπου τα ονόματα δυο παιδιών σημαίνουν L.F.E., η υπογραφή ενός γκραφιτά, ένα αγχωμένο σκίτσο... Η απροσδιόριστη απειλή που δέχεται ο περιπατητής, αντικειμενοποιείται στην εξωτερική κάμερα επιτήρησης που έστρεψε προς τον τοίχο αυτόν (τον ιδιόκτητο, και συνάμα τον λερωμένο με θράσος!) η διεύθυνση της επιχείρησης στήνοντας μια ιδιότυπη ενέδρα σε όσους ενδεχομένως δεν μοιράζονται την ίδια αισθητική περί καθαρότητας/ιδιοκτησίας των τοίχων. Δυσφορία. Ανάγκη για μερικές καθαρές σκέψεις.

Ο πόλεμος πάντοτε βασιλεύει στις πόλεις – Μπέρτολτ Μπρεχτ

Εντάξει, είναι πια κοινός τόπος πως ζούμε σε μια κοινωνία θεαματική. Κι ό,τι αποτέλεσε στην αυγή του πολιτισμού ο λόγος, είναι σήμερα η εικόνα. Φωτεινή αναλαμπή στη δίνη της κυκλοφορίας, παγιδεύει το βλέμμα και το καθοδηγεί μέσα στον λαβύρινθο της πόλης. Στον αφιλόξενο αυτό τόπο που όλο και εντονότερα μετασχηματίζεται από το Κεφάλαιο σε ένα σύμπλεγμα ελεγχόμενων χώρων και περασμάτων, όπου η κίνηση ανθρώπων και εμπορευμάτων ρυθμίζεται ορθολογικά από τις ανάγκες της κερδοφορίας. Κι ελέγχεται, χαρτογραφείται, κανονικοποιείται μέσω ενός δικτύου καμερών, τόσο διακριτών και επιβεβλημένων από την κρατική εξουσία, όσο και διάχυτων εθελοντικά από κάθε μικρό ή μεγάλο αφεντικό που αγωνιά για την ιδιοκτησία του. Κάπως έτσι, οι κάμερες «διαχείρισης κυκλοφορίας» και οι ασφαλίτες-κάμεραμεν των διαδηλώσεων, ο «μεγάλος αδερφός» των γηπέδων και το «πολύ ακριβό για να πάει χαμένο» σύστημα ελέγχου C4I, εμπλουτίζονται από τις ιδιωτικές κάμερες χιλιάδων επιχειρήσεων, τραπεζών, νοικοκυραίων. Καθώς το Κεφάλαιο αναπτύσσει τις τεχνολογίες ελέγχου, αυτές γίνονται προσιτές, παιχνίδι στα χέρια του καθενός. Ο έλεγχος γίνεται μοριακός και ταυτόχρονα απροσπέλαστος, αόρατος για το αποχαυνωμένο μάτι, που μένει να χαζεύει βιτρίνες, διαφημίσεις κι εμπορεύματα σαν να υπήρχαν εκεί από πάντοτε και να προορίζονται να υπάρξουν για πάντα. Δεν κατοικεί σε μια διακριτή στιγμή της κοινωνικής ζωής όπου το καθεστώς επιβάλλει την πολεμική λογική του (π.χ. παρελάσεις, φυλακίσεις), όπως ισχυρίζονται οι πολιτικάντηδες, αλλά αντίθετα συνίσταται στην ολότητα της ρύθμισης του σώματος και της ζωής από εικόνες: εικόνες που διαχέουν τις ιεραρχικές εντολές του Κεφαλαίου και χαρτογραφούν τις κινήσεις των υπηκόων. Ο απομονωμένος άνθρωπος καλείται να πειθαρχήσει στην επιτήρησή του με την ίδια γλώσσα που καλείται να καταναλώσει το ένα ή το άλλο προϊόν. Ούτε πάλι είναι πια μια αρμοδιότητα του κράτους, απέναντι στην οποία μπορεί να εξεγερθεί η τραυματισμένη ζωή (για παράδειγμα τα εκατοντάδες καμένα «καφάο» καμερών, κυρίως στην Αθήνα) αλλά γίνεται μια δραστηριότητα σχεδόν δια-ταξική. Τα χιλιάδες βίντεο από κινητά στο διαδίκτυο είναι μια στιγμή θριάμβου αυτού του φετιχισμού, που στα μέρη μας δεν έχει ακόμα επιστρατευθεί από το καθεστώς, όπως για παράδειγμα στον αμερικανικό νότο, όπου ο καθένας με μια σύνδεση στο internet και κάποιο ελεύθερο χρόνο μπορεί να επιδοθεί σε ένα εθνωφελές χόμπι: την παρακολούθηση των συνόρων μέσω ενός δικτύου καμερών, και την ειδοποίηση των αρχών, όποτε εντοπίσει κάποιον «λαθρομετανάστη» να προσπαθεί να εισέλθει στις ΗΠΑ από το Μεξικό.

Τόσο ο «λαθρομετανάστης» πάντως, όσο και ο προνομιούχος καταναλωτής είναι «ίσοι» ως προς την υπαγωγή τους σε εικόνες. Κάτω από το φως της δικτατορίας του εμπορεύματος, ο άνθρωπος δεν μπορεί παρά να εμφανίζεται όπως κάθε άλλο προϊόν: ως μια εικόνα. Το life-style είναι το όχημα στο οποίο οι υπήκοοι θα συναντηθούν μεταξύ τους, θα κοινωνικοποιηθούν. Ποιος κάνει πως παραξενεύεται από την άνοδο των ηλεκτρονικών «κοινοτήτων», όταν η φτώχεια κάθε «πραγματικής» κοινότητας βγάζει μάτι; Ο καθένας -ούτως ή άλλως- καλείται να δημιουργήσει μια εικόνα για τον εαυτό του, ελκυστική όσο και διάφανη, ευανάγνωστη από τους μηχανισμούς ασφαλείας της δικτατορίας του εμπορεύματος, που κατ’ ευφημισμό αποκαλείται δημοκρατία. Όχι τυχαία, στις μυθολογίες πολλών λαών γίνεται λόγος για μια έκ-πτωση, για την απώλεια της κοινότητας. Πώς από τα πρώτα ουρλιαχτά της επικοινωνίας, φτάνουμε σε έναν κώδικα από εικόνες: λογότυπα, στυλ, μόδες, εμπορεύματα, ιδεολογίες, διαφήμιση. Διαφήμιση. Ότι υπάρχει μέσα στην πόλη είναι διαφήμιση. Του εμπορεύματος και της δικτατορίας του. Μέσα από μια ορθολογική χρήση βιτρινών και ορθών γωνιών τα πάντα καθίστανται προσβάσιμα στο μάτι, ενώ ταυτόχρονα απαγορεύεται να επέμβουμε στη ροή των εικόνων, να αγγίξουμε οτιδήποτε (Οι κλούβες των ΜΑΤ, και οι ασφαλίτες στις πλατείες και οι σεκιουριτάδες στους ιδιωτικούς-δημόσιους χώρους, έχουν το ρόλο αυτής της προειδοποίησης). Παρίες. Να τι είμαστε. Θεατές. Αποξενωμένοι, ασφυκτιώντας σε σχέσεις που μυρίζουν συνθηκολόγηση. Εξόριστοι, όταν η μόνη κοινότητα που μπορεί πια να συμμετάσχει κανείς είναι η κατανάλωση. Στη δημοκρατία της, ο καθένας είναι ελεύθερος να μιλάει αρκεί να παπαγαλίζει τις προστακτικές του Κεφαλαίου. Την διαφήμιση, με την ευρεία έννοια της λέξης. Τη διαχείριση της μανιο-κατανάλωσης, και μαζί του φόβου, της σύγχυσης, της απομόνωσης. Μια ματιά σε ένα τυπικό δελτίο ειδήσεων θα ήταν κατατοπιστική. Φαίνεται πως στον ανεπτυγμένο καπιταλισμό, δεν είναι η ζήτηση που καθορίζει την παραγωγή, αλλά η διαφήμιση, που καθορίζει και τις δυο. Και όπως ακριβώς η πρέζα, έτσι και η οικονομία εν γένει, αντί να αναβαθμίζει διαρκώς την ποιότητα των εμπορευμάτων, προτιμά να «ρίχνει» τον καταναλωτή. Η ανοσία του απέναντι σε κάθε νέα υποβάθμιση των συνθηκών της ζωής του είναι ανάλογη της πίστης του (η πίστη είναι η λέξη-κλειδί εδώ) στη διαφήμιση, με την ευρεία έννοια. Όσο περισσότερο πιστεύει κανείς στην απομόνωσή του, τόσο περισσότερο αυτή γίνεται πραγματική. Όσο αποδέχεται τον πιο υποτιμητικό έλεγχο με την παρηγοριά ότι προορίζεται για τους «άλλους», τους ενδεχόμενους παραβάτες (παραβατικούς, μετανάστες, χούλιγκανς, «τρομοκράτες» κ.ο.κ.), τόσο πιο έντονα θα καλείται να αποδεικνύει την αθωότητα του ίδιου, ενώπιον του αρμόδιου κριτή: του Κράτους. Φαύλος κύκλος.

Από αυτό το πλήθος των απομονωμένων ανθρώπων, θα γεννηθεί η κοινότητα που θα δώσει ζωή στο ανθρώπινο ξεπέρασμα – Φρίντριχ Νίτσε

Όσο αδυνατούμε να δράσουμε από κοινού ξανακερδίζοντας τις ζωές μας, τόσο εξωφρενικές ιδέες κερδίζουν έδαφος. Η παλιομοδίτικη πίστη στο θεό και τη μεταθανάτια ζωή, στην ελεύθερη αγορά και τον καταναλωτικό παράδεισο, ή στο σοσιαλιστικό παράδεισο που υπόσχεται το Κόμμα, δίνουν τη θέση τους σ’ ένα αίτημα παλινδρόμησης στον κρατικό παρεμβατισμό, συνεπικουρούμενο από τις ρεφορμιστικές ή ανθρωπιστικές οργανώσεις, ή για τους ακόμη πιο απελπισμένους στην αναμονή μιας επιφοίτησης από εξωγήινα όντα, ή έστω τη λύτρωση μέσω μιας ολοκληρωτικής καταστροφής του πλανήτη. Γιατί όχι; Άλλωστε αυτό το τελευταίο σενάριο αντανακλά και την ίδια την υλική κίνηση του Κεφαλαίου: την απονέκρωση κάθε τι ζωντανού. Όχι ότι περιμέναμε και τίποτα περισσότερο από τους τεχνοκράτες και τους πιστούς του. Στο θάνατο όμως ανακυκλώνεται η ζωή. Αν επιμένουμε να μιλάμε για επανάσταση στις μέρες μας, δεν είναι γιατί επιθυμούμε μια επιβολή επί του εχθρού, με την παλιά έννοια της «κατάληψης των μέσων» (την παλιά ιδέα της αυτοδιαχείρισης των ήδη διαμορφωμένων σχέσεων απαλλαγμένων απλώς από τα σημερινά αφεντικά τους) αλλά την ολοκληρωτική καταστροφή του. Δε φοβόμαστε τα ερείπια, γιατί κουβαλάμε έναν νέο κόσμο μέσα μας. Αναγνωρίζουμε τους συντρόφους μας στις κουβέντες, στους φίλους, σ’ αυτούς που βρισκόμαστε μαζί στη δράση στο δρόμο. Θα ξαναβρούμε το σαμποτάζ, την τέχνη του βανδαλισμού, όχι ως εργαλείο, υποταγμένο σ’ έναν «ανώτερο» σκοπό, αλλά ως παιχνίδι, ως μια παλιά αγάπη, φροντισμένη με τις στοργικές συμβουλές του Εμίλ Αρμάνδ, που έγραφε ότι «η ιδιοκτησία θα καταργηθεί όταν η υπεράσπισή της θα στοιχίζει περισσότερο από τα οφέλη της» και του Μπαλτάσαρ Γκραθιάν: «είναι πάντα εύκολο να πετύχεις ένα πουλί που πετάει σε ευθεία γραμμή». Φτύνουμε λοιπόν τις «κινηματικές» διαδικασίες. Τα νούμερα, οι συνθήκες ηλιοφάνειας και τα τυπικά άλλωστε δεν εξασφαλίζουν ούτε το αποτέλεσμα ούτε τις σχέσεις. Κι όσοι δεν λένε να το μάθουν, ήδη καλούνται να το πληρώσουν ξανά και ξανά... Το σαμποτάζ, ακόμη και από ένα άτομο να διεξάγεται, είναι πάντοτε ταξικό, καθώς το ίδιο το άτομο είναι μέρος ενός ιστού κοινωνικών σχέσεων, και φορέας μιας κοινής συνείδησης. Καθώς καλούμαστε να καταναλώσουμε ολοένα και πιο υπερτιμημένα τα άχρηστα προϊόντα που παράγουμε, η καταπίεση δεν μπορεί εδράζει πια αποκλειστικά στους χώρους εργασίας αλλά αποικιοποιεί ολόκληρο το 24ωρο. Έτσι οι ενέργειές μας κάθε άλλο παρά συμβολικές είναι: δεν αναπαριστούν ένα φανταστικό πρότυπο για την μελλοντική επανάσταση, αλλά επιβάλλονται με τη βία τους στην υλική πραγματικότητα, δημιουργώντας «ζημιές», μα πάνω απ’ όλα δημιουργώντας πιθανότητες. Έρχονται να ενωθούν, με μια χαοτική δραστηριότητα μυριάδων άλλων που λιγότερο ή περισσότερο συνειδητά φράσσουν τις αρτηρίες του συστήματος. Προφανώς, κάνουμε λόγο για ενέργειες παράνομες, όπως είναι κάθε ουσιαστική κριτική στον εμπορευματικό πολιτισμό, από μια αφισοκόλληση μέχρι μια κατάληψη, μια διαδήλωση, μια ζημιά στο εργοστάσιο, ή, ή... Καθώς αντιλαμβανόμαστε τους εαυτούς μας ως υποκείμενα της Ιστορίας και όχι υπηκόους, δεν αποδεχόμαστε το σύστημα να ορίσει ποιες ενέργειες εναντίον του είναι αποδεκτές ή όχι. Τα μέσα όσων φιλοδοξούν να παίξουν με την Εξέγερση είναι αυστηρά δική τους επιλογή, στον πλούτο των οποίων έγκειται και η κοινή μας δύναμη. Πρέπει όμως πάντα να έχουμε υπόψη ότι μεγαλύτερη βία δε σημαίνει και μεγαλύτερη ριζοσπαστικοποίηση. Θα πρέπει λοιπόν να επεξεργαστούμε μια στρατηγική, που αφενός θα εμπεριέχει την ελάχιστη έκθεση στην καταστολή, κι αφετέρου την μέγιστη αποτελεσματικότητα. Θα κινηθούμε τελικά, τόσο «συνομωτικά» όσο και «δημόσια», ανοίγοντας το θέμα σε έναν κλειστό κύκλο ανθρώπων που θα βρίσκονται σε μια τακτική συνέλευση, σπάζοντας κάμερες αλλά και γράφοντας συνθήματα, μοιράζοντας κείμενα. Τη στιγμή που σαμποτάρουμε μια κάμερα παρακολούθησης, απελευθερώνουμε προσωρινά έναν χώρο από την εξουσία του συστήματος, χώρο μη-στατικό, που αντιστοιχεί με τη δύναμή μας στο δρόμο, τη δυνατότητα καταρχήν να υπερασπιστούμε σε φυσικό επίπεδο την κίνησή μας. Αρνούμαστε την επιτήρηση, τόσο όσον αφορά εμάς, όσο και για τον καθένα. Είναι ένα είδους «δώρο». Αυτό που μας ενδιαφέρει, δεν είναι να πειστεί για το δίκιο της υπόθεσης ένα αμέτοχο κοινό, όσο παραμένει τέτοιο, αλλά να ψηλαφίσουμε τις ήδη υπάρχουσες αρνήσεις, να δημιουργήσουμε ανάμεσά τους τις συνθήκες για τη γενίκευση της επίθεσης σ’ αυτόν το γηρασμένο κόσμο. Δεν υποκαθιστούμε μια ούτως ή άλλως ανύπαρκτη μαζική δράση, αλλά δεν είμαστε πρόθυμοι να κάτσουμε στ αυγά μας μέχρι να εμφανιστεί. Την δημιουργούμε εδώ και τώρα στις γειτονιές μας και τους χώρους που κινούμαστε πλουτίζοντας, υποστηρίζοντας και συνδιαμορφώνοντας την χαοτική κριτική του προλεταριάτου, όπως καταγράφεται σε τοίχους, κατεβασμένες βιτρίνες, και χιλιόμετρα φιλμ καμερών ασφαλείας! Στη σκιά των μμε και στη θέρμη του στόμα-με-στόμα, το σαμποτάζ προσκρούει στην υπάρχουσα κοινωνική οργάνωση και στις κατεστημένες αξίες. Η φύση του είναι ο προβληματισμός. Δεν αποτελεί την επίλυση ενός προβλήματος, αλλά την αποκάλυψη μιας πιθανότητας, είναι ταυτόχρονα μια απάντηση και μια ερώτηση. Αναδεικνύει τις νέες δυνατότητες ζωής και ταυτόχρονα τα στοιχεία μιας εποχής που καθίστανται μη-ανεκτά. Ας περάσουμε στη δράση λοιπόν. Και τόσο το χειρότερο γι’ αυτόν τον άρρωστο κόσμο και τους κομπογιαννίτες τσαρλατάνους του!

Το αρχέτυπο στοιχείο του παιχνιδιού βρίσκεται λοιπόν παντελώς σχεδόν κρυμμένο πίσω από πολιτισμικά φαινόμενα. Αλλά σε κάθε στιγμή, ακόμη και σ’ ένα πολύ ανεπτυγμένο πολιτισμό, το «ένστικτο» του παιχνιδιού μπορεί να ανακτήσει όλη την ισχύ του, βυθίζοντας το άτομο και τη μάζα στη μέθη ενός απέραντου παιχνιδιού. – Γιόχαν Χουιζίνγκα (Homo Ludens - Ο άνθρωπος και το παιχνίδι).

Το ίδιο το εξεγερτικό παιχνίδι δεν μπορεί να είναι παρά η οργάνωση μιας προλεταριακής δικτατορίας στο δρόμο, στη συνεκτικότερη και πιο πλούσια μορφή της. Κάθε μία από τις υπάρχουσες πολιτικές οργανώσεις δε θα μπορούσε παρά να το προδίδει απόλυτα. Ακόμα κι όταν οι μιλιτάντες τους καταφεύγουν σε εντυπωσιακές ενέργειες, κατεβάσματα καμερών ή μισο-στημένες αντιπαραθέσεις με τις «δυνάμεις της τάξης», δεν υπάρχει εκεί τίποτα το αυθεντικά παιγνιώδες, δηλαδή επαναστατικό. Ανάλογες μαζοχιστικές ασκήσεις αυτό-προβολής, βασισμένες στην μιζέρια της αυτουθυσίας «για το κοινό καλό» και μια μάτσο επίδειξη ισχύος με κριτή και αβανταδόρο τις τηλεοπτικές κάμερες, δε στοχεύει παρά στην αφαίμαξη των πιο θερμόαιμων στοιχείων της νεολαίας για τη στελέχωση της εκάστοτε οργάνωσης. Κάθε τέτοια κίνηση είναι διαμετρικά αντίθετη στην επαναστατική αντίληψη της πραγματικότητας: Δεν αποτελεί παρά μια ιδεολογική καταβολάδα της θρησκείας προς χρήση των γραφειοκρατιών του «χώρου», για τη δικαιολόγηση της εξουσίας τους.

Αντίθετα, στη δράση μας, αποφύγαμε ως ο διάολος το λιβάνι κάθε τέτοιο ενδεχόμενο αντιπαράθεσης, μιας και θα ήταν καταστροφική για τον σκοπό μας, που δεν ήταν η ανακήρυξή μας σε εξαιρετικά μάγκες ή έστω θύματα της κρατικής καταστολής, αλλά το ίδιο το σαμποτάζ. Στρατηγική μας παρέμενε ο αποπροσανατολισμός του εχθρού, η μη-προβλεψιμότητα, η πρωτοβουλία κινήσεων. Όσο περισσότερο μένουμε αόρατοι, τόσο πιο βαθιά μπορούμε να προχωρήσουμε στην καρδιά της καταστροφής. Παράλληλα, τόσο περισσότερο διαδίδονται οι τακτικές και τα μέσα στην απλότητά τους, ακηδεμόνευτα ώστε να μπορεί να τα οικειοποιηθεί ο καθένας και η καθεμιά χωρίς να νιώθουν μαλάκες ή υποστηρικτές (δηλαδή μαλάκες).

Κάπως έτσι, λίγο πριν το ξημέρωμα της 27ης Σεπτέμβρη, μια πενταμελής παρέα συναντιόμαστε σ’ ένα στενό της Ναυαρίνου. Χαμόγελα, μια ματιά στα εργαλεία: ένα στειλιάρι, 2 κουτιά μπογιές, φυλλάδια που να ενημερώνουν για τη δράση στη γειτονιά, όλα άπιαστα. Ο στάνταρ εξοπλισμός για τις δράσεις που θα ακολουθήσουν. Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα ακούγεται το πρώτο κράατς! Με το δεύτερο η κάμερα έχει ξηλωθεί, οι μπογιές πετάγονται, στο φεύγα και τα φυλλάδια. Κάπως έτσι τελικά στήσαμε εμείς την έκπληξη στα φοροτεχνικά της ASPIS, και πράγματι γελάσαμε πολύ. Μέσα σε μια βδομάδα, η διεύθυνση αφαίρεσε την κάμερα (που εντωμεταξύ κοσμούσε το κατάστημα κρεμάμενη σπασμένη μαζί με τις μπογιές), και τελικά πρόσθεσε και ρολά για τα βράδυα!
Σαμποτάροντας τις κάμερες ελέγχου, ανοίγουμε πεδία για νέες μορφές ζωής και δράσης, στην καρδιά της πόλης που ασταμάτητα μετασχηματίζει το Κεφάλαιο για λογαριασμό του. Κάθε γειτονιά, ένας μικρός εμφύλιος! Αναγκάζουμε τον εχθρό να εκτεθεί, να αποκαλύψει την ενότητά του, τις άμυνες, τα αδύναμα σημεία του….

Μερικά βράδια αργότερα θα ‘ρθει η σειρά του Βιβλιοστόκ. 3 από μας κατεβάζουμε την κάμερα που έβλεπε στο πεζοδρόμιο της Π. Ιωακείμ μπροστά από το «ψαγμένο» κι «εναλλακτικό» βιβλιοπωλείο. Ταυτόχρονα (γύρω στις 2 την νύχτα δηλαδή) οι φίλοι μας σπάνε την κάμερα του «Αιμίλιου», μικρού διαμετρήματος αφεντικού στην Ολύμπου, μάλλον καχύποπτου απέναντι στον κόσμο –μετανάστες και ραντεβουδάκια- που άραζε στο παρκάκι μπροστά απ’ το μαγαζί του. Ωστόσο, η κάμερα δε θα ξηλωθεί εντελώς, και την επόμενη μέρα θα ξαναμπεί στη θέση της –άγνωστο κατά πόσο λειτουργούσε ή όχι, μικρή σημασία έχει. Μας αναγκάζει πάντως να ασχοληθούμε ξανά μαζί του, οπότε αυτή τη φορά φέρνουμε και μπογιές, ενώ ξηλώνουμε την κάμερα και την παίρνουμε μαζί μας -όμηρο. Τελικά συμμαζεύτηκε….
Και μετά, στις 10 Φλεβάρη κάτω από την Τσιμισκή, να «λερώνουμε» με τις αφίσες μας τη πρόσοψη ευφάνταστου μαγαζάτορα που στόλισε τη βιτρίνα του με κάμερα και οθόνη, για να βλέπουμε τις κινήσεις μας και να χαζογελάμε. Και πάνω στην Εγνατία τα χαράματα, ντυμένοι «εργατικά» (φόρμες, κράνη) να ξεβιδώνουμε άλλη μια πάνω σε σκάλα, χαμογελώντας σε αγουροξυπνημένους οδηγούς. Και ποιος να πρωτοθυμηθεί τα μικρά καθημερινά σαμποτάζ καμερών από τράπεζες, σε σούπερ-μάρκετ και καταστήματα, και, και, και…

Οι δράσεις δεν μιλούν από μόνες τους. Έπρεπε να μιλήσουμε, στο βαθμό που μας αφορά, όπως διαμορφώνεται από τη συμμετοχή μας στα σαμποτάζ ιδιωτικών καμερών, και μιλήσαμε. Οι δράσεις δεν μας ανήκουν. Είναι στα χέρια του προλεταριάτου γενικά, να κρίνει, να οικειοποιηθεί και να ξεπεράσει τις ασκήσεις ύφους που προτείνουμε, και των παραληπτών του κειμένου ειδικά, να στηρίξουν τις δράσεις, καταρχήν διαδίδοντας το κείμενο με όποιο τρόπο θέλουν, ή ακόμα καλύτερα γράφοντας δικά τους πιο όμορφα και συνεκτικά, και με περισσότερα «τεκμήρια», και οργανώνοντας το βίαιο εξεγερτικό παιχνίδι, μακριά κι απέναντι από τους ιδεολόγους και τις οργανώσεις τους, μέσα από τις ήδη υπάρχουσες προλεταριακές αρνήσεις της εποχής μας, σ’ αυτό που μας ενώνει: την επίθεση. Ως την Αταξική Κοινωνία!

ΝΙΚΗ ΣΤΟΥΣ ΣΑΜΠΟΤΕΡΣ!

31/5/08

Συναντήσεις στη σκοτεινή γωνία της ανταρσίας (σημειώσεις με αφορμή την έκδοση του βιβλίου «Στιγμές Πολέμου», από τον Δαίμονα του Τυπογραφειου)

( η σύλληψη του Ραβασολ)




Συναντήσεις στη σκοτεινή γωνία της ανταρσίας ( σημειώσεις με αφορμή την έκδοση του βιβλίου «Στιγμές Πολέμου- Εικόνες Ταξικής Βίας 100 Χρόνια Πριν» από τον Δαίμονα του Τυπογραφειου) :




«Οι άνθρωποι που παραδομένοι πέρα για πέρα στη διάθεση μιας οποιασδήποτε κυρίαρχης ιδεολογίας, παραιτούνται από την πνευματική τους αυτοτέλεια και αντικαθιστούν την κριτική με τη δουλική λατρεία, είναι άνθρωποι στενοκέφαλοι, αδύναμοι και συχνά επιβλαβείς»
Δ.Ι. Πισάρεφ



Πριν 6 χρόνια περίπου το έντυπο ex nihilo (πρόγονος της ασύμμετρης απειλής) δημοσίευσε ένα κείμενο κριτικής σχετικά με τον πυροσβεστικό ρόλο που έπαιξε ο αναρχοσυνδικαλιστής Κώστας Σπέρας στη άγρια απεργία των μεταλλωρύχων στη Σέριφο. Τα ¾ του κειμένου, μάλιστα, ήταν αναμνήσεις του ίδιου του Σπέρα! Ανάμεσα στις πολλές και διάφορες “κριτικές” (πανάθεμά με αν ορισμένοι γνωρίζουν τη διαφορά ανάμεσα στην κριτική και το κράξιμο..) ακούστηκε και το εξής αμίμητο: « Αν δεν ξεκινήσει κάποιος το ένοπλο, δε δικαιούται να κάνει κριτική στο Σπέρα»!!!
Η προγονολατρεία, η πιο πρωτόγονη μορφή θρησκευτικής συμπεριφοράς, επιστρέφει στον 21ο αιώνα μέσα από έναν άκαμπτο “αναρχικό” δογματισμό. Όπως οι εθνικιστές δε θέλουν να ακούνε κουβέντα για τα εγκλήματα των ηρώων τους, έτσι και οι δογματικοί αναρχίζοντες πιστοί δε θέλουν να αγγίζονται οι δικοί τους ήρωες, οι δικοί τους ημίθεοι. Ο πιστός αγαλματοποιεί τον πρόγονό του, τον ακινητοποιεί στο χρόνο, τον στοιβάζει σε μουσεία και τελικά μετατρέπει την επαναστατική μνήμη σε μια διαδικασία μουμιοποίησης. Πολλές φορές μιμείται και τη μεταφυσική φρασεολογία (“καλό ταξίδι” λέει στον νεκρό, χωρίς να μας εξηγεί που στο διάολο θα ταξιδέψει νεκρός άνθρωπος…). Και φυσικά η όποια “κριτική” δεν αγγίζει καθόλου την ουσία του κειμένου και μένει σε ad hominem (προσωπικές) επιθέσεις. Όπως ακριβώς κάνουν και οι χριστιανοί όταν κριτικάρεις την “Αγία Γραφή”. Τόση πίστη στις “αναρχικές” εξ αποκαλύψεως αλήθειες…

Πέρα όμως από την προγονολατρεία, υπάρχει και η αντίστροφη τάση της απαξίωσης της ριζοσπαστικής παράδοσης, ως ξεπερασμένης και σάπιας, άξιας να πεταχτεί στα σκουπίδια της Ιστορίας. Λες και οι ίδιοι γεννήθηκαν από πολιτική παρθενογένεση. Λες και είναι παιδιά του επαναστατικού σωλήνα.

Η επαναστατική μνήμη, όμως, δεν έχει σα σκοπό να μουμιοποιεί τους επαναστάτες του παρελθόντος και να τους μετατρέπει σε ιερά τέρατα απρόσβλητα από κάθε κριτική. Η αυστηρή κριτική γνώμη είναι πιο αποτελεσματική από τον θαυμασμό και τη δουλοφροσύνη, έλεγε ο νιχιλιστής Πισάρεφ. Η κάθε γενιά επαναστατών πρέπει να προχωρά σε ένα διαλεκτικό ξεπέρασμα των προηγούμενων γενεών. Το ξεπέρασμα, όμως, δεν μπορεί να πατήσει πάνω στο κενό. Πατάει πάνω στα σκαλοπάτια που έχει χτίσει η ριζοσπαστική παράδοση αιώνων (κομμάτι- και όχι “υπερσύνολο-” της οποίας είναι και η αναρχική παράδοση). Κι αυτή η ριζοσπαστική παράδοση δίνει τα εφόδια για το ίδιο το ξεπέρασμά της, μέσα από την κριτική σκέψη και την επαναστατική/ εν κινήσει θεωρία και όχι με ιδεολογικούς δογματισμούς και αγιοποιήσεις. Οι επαναστάτες του παρελθόντος μας δίνουν τη σκυτάλη για να προχωρήσουμε ακόμα πιο μπροστά και όχι για να πετάξουμε τη σκυτάλη και να χτίζουμε αγάλματα. Χωρίς το διαλεκτικό ξεπέρασμα και την κριτική σκέψη, θα αναμασούσαμε ακόμα το μυστικιστικό αναρχισμό των επαναστατικών χριστιανικών/ χιλιαστικών σεχτών του μεσαίωνα.


Ευτυχώς, όμως, που υπάρχουν και βιβλία ή αφιερώματα (και δεν είναι λίγα τα τελευταία χρόνια) που δε βρωμάνε πτωμαΐνη, που δραπέτευσαν από την ευλάβεια του ψοφιμιού. Ένα τέτοιο βιβλίο είναι και οι «στιγμές πολέμου». Δεν πρόκειται για ένα “επαναστατικό” μοιρολόι και γίνεται σαφές από το εισαγωγικό κείμενο της έκδοσης:

« Αυτή η έκδοση δε θα ήθελα να εκληφθεί ως κάποιου είδους “επαναστατικού ρετρό”. Οι λιθογραφίες αυτές μπορεί να φιλοτεχνήθηκαν στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα, αλλά νομίζω πως οι δημιουργοί έχουν συλλάβει πρόσωπα, συναισθήματα, εκφράσεις που μου μοιάζουν πολύ οικείες…..
Τα φλεγόμενα οδοφράγματα του Παρισιού του Ιούλη του 1893 έχουν κάτι από Πατησίων και Πανεπιστημίου. Τα γεμάτα οργισμένη χαρά πρόσωπα αυτών που ξυλοφορτώνουν τον αρχίμπατσο στο Σατό Ντ’ Ω , όλο και κάτι μας θυμίζουν. Η ανέλπιδη πάλη του Ραβασόλ με τους μπάτσους, μου θύμισε τον Κώστα Πάσσαρη που αλυσοδεμένος πάλευε με τους Ρουμάνους εκαμίτες στο Βουκουρέστι. Ο Claude Barbin έχει την ίδια σιγουριά και σταθερότητα που μάλλον είχε και ο Τσουτσουβής όταν “φύτευε” τον Θεοφανόπουλο. Οι εργάτες της Λιμόζ ανακαλούν μνήμες από τους χαρντ-κοράδες της άγριας απεργίας της ΕΑΣ το 1991 και των βραδιών που είχαμε ζήσει μαζί, με λάμψεις από φωτιές και κρότους από σπασίματα».

Οι πρωταγωνιστές του βιβλίου δεν είναι κάποια σπάνια εκθέματα στο μουσείο της επαναστατικής ιστορίας, ούτε κέρινα ομοιώματα με ταμπέλες “μην εγγίζεται”. Ζούνε και αναπνέουν δίπλα μας, όχι με κάποια μεταφυσική έννοια, αλλά μέσα από τη συνέχιση του ίδιου του αγώνα (συνέχιση και όχι ταύτιση…):

«Οι “στιγμές πολέμου” ας θεωρηθούν ως στιγμιότυπα μιας μάχης που ποτέ δε σταμάτησε. Ως χειραψία και χαμογελαστές συστάσεις με τους προγόνους μας»

Δεν πρόκειται ούτε για μούμιες, ούτε για ιερά τέρατα. Έτσι λοιπόν, μέσα από τις σελίδες του βιβλίου, σ’ αυτήν τη “σκοτεινή γωνιά της ανταρσίας”, μπορούμε να συναντήσουμε:

Τον γέρο Μπακούνιν κλεισμένο σε ένα βρώμικο δωμάτιο, με καπνό και καφέ, να ετοιμάζει εκρηκτικές ύλες : “Και ο εγκέφαλός του έπαιρνε φωτιά. Είχε τον πυρετό του δυναμίτη”

Τους εργάτες των ορυχείων Μονσό να δολοφονούν τον επιστάτη τους

Τον αναρχικό Ματέο Μοράλ να εκτοξεύει βόμβα κατά του ισπανού βασιλιά Αλφόνσου

Τον ιταλό αναρχικό Michel Angiolillo να εκτελεί τον ισπανό πρωθυπουργό Ντε Καστίλιο

Τον 19χρονο φοιτητή Πιοτρ Ζαϊκνέβσκι να εξαπολύει το πολεμικό του ανακοινωθέν: “θα φωνάξουμε ΑΡΠΑΞΤΕ ΤΑ ΤΣΕΚΟΥΡΙΑ και μ’ αυτά θα διαλύσουμε τους αυτοκράτορες και τους οπαδούς τους χωρίς να κάνουμε οικονομία στα χτυπήματά μας, όπως εκείνοι σήμερα δεν κάνουν οικονομία στα δικά τους εναντίον μας”

Τον Λουίτζι Λουκένι, που μη βρίσκοντας τον αυτοκράτορα Ούμβέρτο, “αρκέστηκε” στην εκτέλεση της βασίλισσας της Αυστρίας

Τον αναρχικό κηπουρό Λουι Σαβ: “η τελευταία συμβουλή που δίνω στους πραγματικούς αναρχικούς, στους αναρχικούς της δράσης, είναι να οπλιστούν, όπως εγώ, με ένα καλό περίστροφο, με ένα καλό μαχαίρι, ακόμα και με ένα κουτί σπίρτα”

Τον Claude Barbin να πυροβολεί τον πρόεδρο του 5ου εφετείου στο Παρίσι

Τον “international” : “χρειάζεται να κάψουμε εκκλησίες, παλάτια, μοναστήρια, στρατώνες, νομαρχίες, δημαρχίες, συμβολαιογραφεία, γραφεία δικαστικών κλητήρων, φυλακές”

Τους αναρχοκομμουνιστές της Βαρσοβίας που έριξαν βόμβα στο καφέ του ξενοδοχείου ΜΠΡΙΣΤΟΛ απλά και μόνο για να δουν πως σφαδάζουν οι αχρείοι μπουρζουάδες μέσα στην αγωνία του θανάτου

Τον Σεργκέι Νετσάγιεφ να προπαγανδίζει τον ψυχρό, άγριο και λυσσασμένο αγώνα, την πανκαταστροφική επανάσταση ( για την έλευση ενός κομμουνισμού, που –‘όχι άδικα- ο Μαρξ τον αποκάλεσε “κομμουνισμό του στρατώνα”)

Τον ρώσο σοσιαλ-επαναστάτη Καλιάεφ να εκτελεί τον Μέγα Δούκα Σέργιο

Τον Εμίλ Ανρί να φωνάζει στους δικαστές: “τα χέρια μου δε στάζουν περισσότερο αίμα από όσο η πορφυρή σας τήβεννος”

Τον αναρχοατομικιστή Ρεημόν Καγιεμέν (της “συμμορίας Μποννό”) να τραγουδά για την έκρηξη στο αστυνομικό τμήμα της οδού Μπονς Ανφάν:
“Υπήρχε ένα αστυνομικό τμήμα και τώρα δεν υπάρχει πια/ πιστέψανε ότι ήταν ο Φαντομάς, αλλά ήταν η πάλη η ταξική” και να χλευάζει τους νεκρούς μπάτσους: “αντιθέτως με ότι πιστεύαμε υπήρχαν κάποιοι που είχαν μυαλό/ η έκπληξη είναι μεγάλη: μυαλά κολλημένα στο ταβάνι!”

Τον Ωγκύστ Βαγιάν, τον μοναδικό άνθρωπο που μπήκε με καλές προθέσεις στη βουλή: αρκετοί βουλευτές τραυματίστηκαν από τη βόμβα του…

Τον αναρχικό Καζιέρο, που εκδικούμενος την εκτέλεση του Βαγιάν εκτελεί τον πρόεδρο της Γαλλίας Καρνώ

Τον Ραβασόλ να τραγουδάει το τραγούδι του μπάρμπα Ντυσέν, την ώρα που συναντά το δήμιο: “Αν θες την ευτυχία, κρέμασε τ’ αφεντικό σου/ Κόψε στη μέση τους παπάδες. Το Θεό τους! / Γκρέμισε τις εκκλησίες. Το Θεό τους! / κι ο θεούλης στα σκατά. Το Θεό τους! / Ξεχασιάρη μου λαέ, το Θεό σου! / Αν ποτέ ξεσηκωθείς μη σπλαχνιστείς, το Θεό τους! / Αφεντικά, παπάδες και αστοί/ Γαμώ το Θεό σας/ Αξίζουνε κρεμάλα. Το Θεό τους! Αξίζουνε κρεμάλα”

Τους φοιτητές που το 1893 στο Παρίσι στήνουν οδοφράγματα με τα τραμ και λεηλατούν την Αστυνομική Διεύθυνση

Τους απεργούς των ορυχείων του Αβεϋρόν, να εκπαραθυρώνουν και ξυλοκοπούν μέχρι θανάτου τον βασανιστή Βατρέν

Τους αναρχικούς στο Σατώ Ντ’ Ω να ξυλοκοπούν έναν αξιωματικό της αστυνομίας και βανδαλίζουν την εκκλησία του Σαιντ Ζοζέφ

Τους εργάτες πορσελάνης στη Λιμόζ να τοποθετούν βόμβες στα σπίτια διευθυντών εργοστασίων, λεηλατούν οπλοπωλεία, στήνουν οδοφράγματα και προσπαθούν να απελευθερώσουν απ’ τις φυλακές τους συντρόφους τους

Τον αναρχικό διαρρήκτη Κλεμάν Ντυβάλ : “ο μπάτσος με συνέλαβε εν ονόματι του νόμου, εγώ τον χτύπησα εν ονόματι της ελευθερίας”

Τον ατομικιστή αναρχικό Μπρέσσι, να εκτελεί τον ιταλό βασιλιά Ουμβέρτο: “για να εκδικηθώ για τα θύματα της καταστάσεως πολιορκίας που επεβλήθει με βασιλικό διάταγμα στη Σικελία και το Μιλάνο το 1898”

Και φυσικά την υπέροχη “συμμορία Μποννό”, των νεαρών αναρχοατομικιστών ληστών, που ενέπνευσαν ακόμα και εντελώς διαφορετικές σχολές σκέψης, όπως τους καταστασιακούς και τον κομμουνιστή αντάρτη Ζαν Μαρκ Ρουϊγιαν (παρεπιμπτόντως, καλή λευτεριά σύντροφε)

Και με ένα τραγούδι του Νίτσε, σταματάει η χαμογελαστή χειραψία με τους προγόνους μας.
Μας παραδίδουν τη σκυτάλη και συνεχίζουμε…


Τι πάει να πει πατρίδα;!
Το πηδάλιο θέλει να πάει ίσια
Για τη γη των παιδιών μας
Αυτών που θα ‘ρθουν μετά από εμάς.
Κατά εκεί,
Πιο φουρτουνιασμένη κι απ’ τη θάλασσα,
Ορμά σα θύελλα η μεγάλη μας επιθυμία…

7/5/08

ΕΠΕΑ ΠΤΕΡΟΕΝΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΑΗ ΤΟΥ 68

Είναι μια όμορφη στιγμή, όταν μπαίνει σε κίνηση μια επίθεση εναντίον της τάξης του κόσμου. Στην εκκίνησή της, αδιόρατη σχεδόν, ξέρεις ήδη πως, πολύ σύντομα και ό,τι κι αν συμβεί, τίποτε δεν θα είναι όπως πριν. Είναι μια επέλαση που ξεκινάει αργά, επιταχύνει την πορεία της, περνά από το σημείο μετά το οποίο δεν θα υπάρξει πια υποχώρηση, και προχωρεί αμετάκλητα για να συγκρουσθεί με αυτό που φαινόταν απόρθητο, που ήταν τόσο στέρεο και τόσο καλά φυλαγμένο, και παρ’ όλα αυτά προορισμένο και αυτό να κλονιστεί και να αποδιοργανωθεί.

Αν ήταν κάτι το κίνημα του Μάη, αυτό σίγουρα δεν ήταν μια έφοδος για την κατάληψη της εξουσίας. Ήταν μια αυθόρμητη και τεράστιας κλίμακας έφοδος για την διάλυση κάθε μορφής εξουσίας. Αυτό είναι κάτι που ποτέ οι γραφειοκρατικές, κρατικές, κομματικές, συνδικαλιστικές και διανοούμενες εξουσιούλες δεν πρόκειται να παραδεχθούν. Για ευνόητους λόγους.


Οι προλετάριοι που κατασκεύασαν την επαναστατική στιγμή του Μάη, δεν επιθυμούσαν παρά την οικειοποίηση της ολότητας του χώρου και του χρόνου. Δηλαδή, τον καθολικό έλεγχο της καθημερινής ζωής. Σ’ αυτή τους την προσπάθεια βρέθηκαν αντιμέτωποι με όλη την παλιά οργάνωση του κόσμου. Όλοι, από τους παπάδες, μέχρι τους σταλινικούς Κινέζους γραφειοκράτες, αγωνίστηκαν για την επιστροφή στην παλιά τάξη πραγμάτων. Με ένα πιθανό ξαναμοίρασμα της τούρτας του κόσμου. Αυτό είναι κάτι, που τώρα πια δεν διαφεύγει από τους εχθρούς του παλιού κόσμου. Την επόμενη φορά η προσπάθειά τους θα έχει την συνοχή που απαιτούν οι καιροί μας. Δεν πρόκειται να αστοχήσουν.



(φώτο: σύνθημα των λυσσασμένων: «Η ανθρωπότητα θα ευτυχήσει μόνον όταν ο τελευταίος γραφειοκράτης κρεμαστεί με τα έντερα του τελευταίου καπιταλιστή»)



Τα παπαδαριάτα όλων των εποχών διοργάνωναν και συνεχίζουν να διοργανώνουν “γιορτές” μόνο και μόνο για να αποκοιμήσουν τους πιστούς τους, των οποίων -ούτως ή άλλως- ελέγχουν την ζωή, όλον τον υπόλοιπο χρόνο σε όλον τον υπόλοιπο χώρο. Αυτές οι γιορτές δεν μας αφορούν. Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ -γιατί για τέτοια πρόκειται- του Μάη του ‘68, ήταν η πιο μικρή γιορτή του 20ού αιώνα. Ήταν γιορτή με όλη την σημασία της λέξης, μιας και ήταν δημιούργημα των επαναστατημένων προλετάριων που, κατεβαίνοντας στους δρόμους, συνάντησαν την ζωή δίχως πλήξη. Ήταν η πιο μικρή γιορτή γιατί δεν επεκτάθηκε, γιατί δεν διήρκεσε…


Την επόμενη φορά, μέσα στις πρώτες χαρές της γιορτής, δεν πρόκειται να ξεχάσουμε το ξεκαθάρισμα των λογαριασμών μας με τον παλιό κόσμο. Είναι η μοναδική προϋπόθεση για την επέκταση και την διάρκεια της γιορτής, της γιορτής μας.



Εκείνο, όμως, που πρέπει να μας εκπλήσσει δεν είναι ότι η νεολαία εξεγείρεται, αλλά το ότι οι “ενήλικες” είναι τόσο παραιτημένοι. Και αυτό δεν επιδέχεται μυθολογική εξήγηση αλλά ιστορική: η προηγούμενη γενιά γνώρισε όλες τις ήττες και κατανάλωσε όλα τα ψέματα της περιόδου της επαίσχυντης αποσύνθεσης του επαναστατικού κινήματος.

“ΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΟΥΜΕ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΟΥ ΘΑ ΚΑΘΙΣΤΑ ΑΔΥΝΑΤΗ ΚΑΘΕ ΟΠΙΣΘΟΔΡΟΜΗΣΗ”






Το κίνημα των καταλήψεων ήταν προφανώς η άρνηση της αλλοτριωμένης εργασίας και επομένως η γιορτή, το παιχνίδι, η πραγματική παρουσία των ανθρώπων και του χρόνου. Ήταν, επίσης, η άρνηση κάθε εξουσίας, κάθε ειδίκευσης, κάθε ιεραρχικής αποστέρησης· η άρνηση του κράτους και συνεπώς των κομμάτων και των συνδικάτων, καθώς και των κοινωνιολόγων, των καθηγητών, της καταπιεστικής ηθικής και ιατρικής. Όλα εκείνα που το κίνημα επανέφερε μέσα σ’ έναν κατακεραυνωτικό συνειρμό –“Γρήγορα!” έλεγε απλά ένα από τα συνθήματα στους τοίχους, που ήταν ίσως το πιο ωραίο– περιφρονούσαν ολοκληρωτικά τις παλιές συνθήκες ύπαρξης και άρα όλους αυτούς που εργάζονταν για τη διατήρησή τους, από τις βεντέτες της τηλεόρασης μέχρι τους πολεοδόμους



Ο Μάης του 68 ήταν εκείνη η κομβική στιγμή στο βιβλίο της Ανησυχίας του εικοστού αιώνα, που μπόρεσε να συνοψίσει σε ελάχιστο χρονικό διάστημα όλες τις κρίσιμες απειλές εναντίον ενός καταρρέοντος πολιτισμού. Πέρα από την επιτυχία ή την αποτυχία του στο πολιτικό επίπεδο, ο Μάης, εναντιωμένος με ευφορική σφοδρότητα ακόμη και σε ό,τι παλιό, μολυσματικό και φθαρτό δέσποζε σε αυτό το επίπεδο, εναντιωμένος σε μιαν αντίληψη για την πολιτική που, με τη σειρά της, εναντιωνόταν επί δεκαετίες σε ό,τι γνησίως ανθρώπινο υπάρχει στην ποίηση της εξέγερσης, κατάφερε μια σημαντική επιτυχία: έστειλε για πάντα στη λήθη τις κυρίαρχες αυταπάτες του αιώνα μας. Και μάλιστα, αυτή η διαδικασία αποφενακισμού δεν έγινε στους στενούς κύκλους της μιας ή της άλλης πρωτοπορίας αλλά, εν τέλει (και επιτέλους!), σε μαζικό επίπεδο


Φοιτητές είστε ανίσχυροι μαλάκες! (Αυτό ήδη το ξεραμε...)

Αλλά θα παραμείνετε εξ ίσου ανίσχυροι κι εξ ίσου μαλάκες όσο:

- δε θα έχετε σπάσει τα μούτρα των καθηγητών σας

-δε θα έχετε γαμήσει όλους τους παπάδες

-δε θα έχετα βάλει φωτιά στο πανεπιστήμιο

"ΟΧΙ ΝΙΚΟΛΑ, Η ΚΟΜΜΟΥΝΑ ΔΕΝ ΠΕΘΑΝΕ!"






Η μαύρη σημαία κυματίζει για μια ακόμα φορά πάνω από τα κεφάλια εκείνων που βλέπουν/ “Ψηφίζω σημαίνει παραιτούμαι”/ Τοίχοι διάτρητοι από το προκατασκευασμένο είδωλο/ Η ηλιθιότητα των ανθρώπων που κατέχουν την εξουσία και της αστικής τάξης αποκάλυψε τα γλοιώδη, μονότονα χαρακτηριστικά τους/ Τα άναρχα άτομα έχουν απελευθερωθεί, κανείς δεν το πίστεψε/ Η ποιητική βία των διαδηλώσεων, μεταδόσιμη αναμιγμένη με τα πιο αγνά αισθήματα/ αλλάξτε τη ζωή/ αλλάξτε τον κόσμο/ κόκκινοι και μαύροι αδερφικοί ίσκοι/ η αστική τάξη ουρλιάζει σαν ένα ιπτάμενο κίτρινο φρούριο/ η ηλιθιότητα και η δουλικότητα συνεχίζουν το δρόμο τους/ κάθε συνειδητός αντεπαναστάτης γατζώνεται σε μαλάκια μπάτσους και στρατιωτικούς/ καταστολή, καταστολή… και τότε ήρθαν οι κόκκινες και μαύρες σημαίες, η γενική απεργία, τα οδοφράγματα, η αντίσταση, το αντεργκράουντ/ συνθλιβόμαστε από ανάπηρα καταλωτικά είδωλα, συνθλιβόμαστε από την αλλοτρίωση, από τις συνθήκες επιβίωσης/ τα ακίνητα δάκρυα του ιμπερεαλισμού μας αφήνουν αδιάφορους/ για πρώτη φορά ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΑΙ ΤΑ ΠΑΝΤΑ, για πρώτη φορά αποσκανδαλοποιείται η επανάσταση/ τα μαλάκια και τα μιάσματα του μαγειρίου της Ποίησης και της Πρόζας το ‘σκασαν για την επαρχία, όλο το εκδοτικό σκυλολόι αγκιστρώθηκε στις εκφράσεις της φαντασίας του/ δεν τους χρειαζόμαστε/ αρκετά μας κορόιδεψαν/ μας χρησιμοποίησαν/ ότι κάνουν μολύνει το γέλιο, τα σύνεργά τους είναι πιο επικίνδυνα από τα χτυπήματα των μπάτσων/ ναι, η αντίσταση είναι δυνατή γιατί



ΤΟ ΑΠΙΘΑΝΟ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ.




Παπάδες, ειδικοί, αφεντικά

Οι μέρες της καλής ζωής σας είναι μετρημένες

Η γιορτή ξεκινά
Κι εμείς θα παίξουμε το πιο σκληρό παιχνίδι

Θα βαλσαμώσουμε τον "αστυνομικό-πρότυπο"

Για να θυμόμαστε κατόπιν

Πόσο γελοίος μας φαινόταν.
Θα παίξουμε με την καρδιά μας

Τα κορίτσια με τις μολότωφ είναι αδερφές μας

Τι σπουδαία καταιγίδα που έρχεται.




Το Παρίσι βρήκε ξανά τους εκδικητές του

τους κομμουνάρους και τους εμπρηστές του

Είναι πέντε το πρωί...

το Παρίσι ξυπνά...
Περιμένουν εκείνοι με τις μαύρες σημαίες

ρίχνοντας πέτρες στους μπάτσους

με τα δακρυγόναπου ψοφάνε στις γωνίες των δρόμων

Τα κορίτσια μας γίνονται βασίλισσες

Είναι πέντε το πρωί... το Παρίσι ξυπνά...

-Επανάσταση, γλυκιά μου

Αυτό είναι το σπουδαίο παιχνίδι που λες.

Το παίζουμε στα στενάκια

Με κοτρόνες από το ξηλωμένο πεζοδρόμιο

Ο παλιός κόσμος και τα συντρίμμια του,

Θα τα σαρώσουμε όλα.

Πρέπει να είμαστε αδίστακτοι

Θάνατος στα γουρούνια και στους παπάδες.



Ποιος θα ξαναδώσει ζωή στις βίαιες δίνες της φωτιάς

αν όχι εμείς που θεωρούμαστε αδέρφια;

Ελάτε λοιπόν! Νέοι σύντροφοι: αυτό θα σας αρέσει.

Δε θα δουλέψουμε ποτέ, ώ δίνες της φωτιάς!

Αυτός ο κόσμος μέλει να εκραγεί. Αυτό είναι το μονοπάτι του στ΄ αλήθεια.

Εμπρός, στην πορεία.

ΘΕΛΩ ΝΑ ΠΑΩ ΣΤΟΝ ΣΚΟΠΟ ΜΟΥ, ΤΡΑΒΩ ΤΟΝ ΔΡΟΜΟ ΜΟΥ
ΘΑ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΩ ΠΗΔΩΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΔΙΣΤΑΚΤΙΚΟΥΣ
ΚΑΙ ΒΡΑΔΥΠΟΡΟΥΝΤΕΣ.
ΑΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΔΡΟΜΟΣ ΜΟΥ Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥΣ




υστερόγραφο:

ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΡΕΙ!!!


υστερογραφο 2:
ΝΑ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙΣ ΔΗΛΗΤΗΡΙΟ ΑΠΟ ΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟ ΝΕΡΟ...


(ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ: ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΩΝ ΚΑΤΑΛΗΨΕΩΝ, I.S.- ΛΥΣΣΑΣΜΕΝΟΙ, ΓΚΥ ΝΤΕΜΠΟΡ, ΚΛΩΝΤ ΠΕΛΙΕ, ΦΡΙΝΤΡΙΧ ΝΙΤΣΕ, ΑΡΘΟΥΡΟΣ ΡΕΜΠΩ, ΟΥΙΛΙΑΜ ΜΠΛΕΪΚ, ΚΑΡΛ ΜΑΡΞ, ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ, Γ.Ι. ΜΠΑΜΠΑΣΑΚΗΣ, ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΟΡΦΟΣ)

24/4/08

Ο ΓΕΝΝΑΙΟΣ ΑΡΧΑΙΟΣ ΚΟΣΜΟΣ

Ο Γενναίος Αρχαίος Κόσμος (πολύ πριν το 1984...)


(Το παρακατω κείμενο είναι ένας πρόλογος για το βιβλίο του A.K. Bogomolov: Η ΟΜΟΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΟΡΓΟΥΕΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΛΑΤΩΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ (Στο «1984» και την «Πολιτεία». Ολόκληρο το βιβλίο θα το βρείτε εδώ: http://exnegativo.blogspot.com/2008/04/blog-post_24.html)



“Οι περισσότεροι ιστορικοί σκορπούν τη βρομιά του παρελθόντος σαν να ήταν χώμα για μελλοντικούς παραδείσους”

Καρλ ντέσνερ


“Ντροπή! Ντροπή! Ντροπή! Αυτή είναι η ιστορία των ανθρώπων.”

Φρ. Νίτσε




Οι άνθρωποι αγαπούν τους μύθους. Ένας μακρινός κι απρόσιτος μύθος γίνεται επιβεβαιωμένη και αναντίρητη “αλήθεια”. Όσο πιο μακρινός είναι ο μύθος τόσο πιο ακλόνητη είναι η “αλήθεια”. Οι φιλόσοφοι ανήκουν κι αυτοί στην σφαίρα του μύθου. Φιλόσοφοι δεν υπάρχουν πια. Υπάρχουν διανοούμενοι, στοχαστές, άνθρωποι του πνεύματος και των γραμμάτων, αλλά όχι φιλόσοφοι. Οι φιλόσοφοι ανήκουν στο χρυσό και μακρινό παρελθόν και όσο πιο ανέγκιχτοι μένουν τόσο πιο αγαπητοί γίνονται. Και οι πιο αγαπητοί απ’όλους οι αρχαίοι. Οι αρχαίοι φιλόσοφοι δεν ήταν άνθρωποι. Ήταν μυθικά πλάσματα, χωρίς ταπεινές συνήθειες, σωστοί άγιοι. Ενσαρκομένοι θεοί, στεκόντουσαν με παρρησία στις κορυφές του πνεύματος και παρέα με τους συγγενείς τους, τους ιερείς, ατένιζαν την αλήθεια (την υπερβατική αλήθεια, όχι την ταπεινή φαινομενική)*

Γι’αυτούς και αλλούς πολλούς λόγους η ιστορία τους τίμησε. Γι’αυτό και η ανθρωπότητα τους έστησε τόσους πολλούς ανδριάντες και αγάλματα. Τ’αγάλματα των μεγάλων φιλοσόφων στέκουν δίπλα σ’αυτά των ατρόμητων ηρώων, στρατηλατών, κατακτητών, σφαγέων.**
Και όχι άδικα...

Ναι, λοιπόν. Οι φιλόσοφοι, το άλας της ανθρωπότητος, δεν είναι τόσο αγνοί και αθώοι όσο νομίζουμε. Όσο πιο κοντά τους πλησιάζουμε, όσο πιο πολύ τους αγγίζουμε , όσο πιο πολύ διαλύουμε την ομίχλη γύρω απ’τα αγάλματα τους, τόσο περισσότερο μας αποκαλύπτεται η ωμή πραγματικότητα. Πέρα απ’τον εξωραϊσμένο μύθο και τα ρομαντικά παραμύθια. Πέρα απ’τα ιδεαλιστικά νανουρίσματα και την ακαδημαϊκη νύστα...

Ο Δημόκριτος έλεγε ότι ο λόγος είναι η σκιά της πράξης. Αναμφίβολα, οι πολιτικοί είναι πρακτικοί άνθρωποι. Οι εξουσιαστές είναι οι πλέον πρακτικοί άνθρωποι, και ως τέτοιοι χρειάζονται μια σκιά. Οι φιλόσοφοι, στο παρελθόν, και οι διανοούμενοι-τεχνοκράτες σήμερα, ήταν και είναι πάντα πρόθυμοι να παίξουν τον ρόλο της σκιάς. Και για να μιλήσουμε και με ποιό σύγχρονους όρους, οι φιλόσοφοι και οι διανοούμενοι αποτελούν διαχρονικά τις δεξαμενές σκέψης της εκάσθοτε εξουσίας. Οι φιλόσοφοι σκόρπισαν τη βρωμιά τους σα να ήταν χώμα για μελλοντικούς παραδείσους...

Αλίμονο σε όποιον βρέθηκε σ’ εκείνο το σημείο όπου συναντήθηκαν οι σκέψεις και οι πράξεις ενός φιλοσόφου. Βουνά κοιλοπονούν, γελίοι ποντικοί γεννιούνται. Απ’τον τσαρλατανισμό του “θαυματοποιού” Πυθαγόρα μέχρι την πλατωνική εξουσιομάνια και την αριστοτελική εξουσιολειχία. Η ιστόρια των φιλοσοφων τελειώνει άλλωτε σαν τραγωδία και άλλοτε σαν φάρσα.

Και όσοι φιλόσοφοι έστησαν, με αληθηνή παρρησία, ανάστημα απέναντι στην ιδεαλιστική κατάρα, έχουν σβηστεί απ΄το χάρτη της φιλοσοφίας και της ιστορίας. Συκοφαντήθηκαν αισχρά απ’τους προγόνους του γκέμπελς, κυνηγηθηκαν ή διαστρεβλώθηκαν. Ας είναι καλά και οι μακρινοί απόγονοι του ελληνικού ιδεαλισμού, οι χριστιανοί. Ήξεραν καλά τι βιβλία έκαιγαν...***

Ήρθε η ώρα λοιπόν, να μάθουμε να φιλοσοφούμε με σφυριά, όπως συμβούλευε ο Νίτσε. Να γκρεμίσουμε όλα τα είδωλα και τα αγάλματα ενός πολιτισμού αρρώστου, χυδαίου, άψυχου και άσαρκου. Να γκρεμίσουμε ολα τα είδωλα του πολιτισμού. Και γιατί όχι και τον ίδιο τον πολιτισμό;

“Ας μιλήσουμε γι’αυτό σοφότατοί μου... Κι ας τσακιστούν όλα, ας γκρεμιστεί το κάθε τι που είναι να γκρεμιστεί. Πάνω στις αλήθειες μας γκρεμίστε! Υπάρχουν πολλά σπίτια για χτίσιμο”



Σημειώσεις:

* Ο εξ ανατολών προερχόμενος δυαδισμός έχει προκαλέσει ένα βλακώδη, μα και καταστρεπτικό συνάμα, διχασμό στην ανθρώπινη ύπαρξη. Ο κόσμος ξαφνικά διχοτομήθηκε ανάμεσα στο Καλό και στο Κακό, στον ανώτερο πραγματικό κόσμο (τον Πνευματικό) και στον κατώτερο φαινομενικό (τον Υλικό), στον πλατωνικό Κόσμο των Ιδεών και στην απατηλή αντανάκλαση που ζούμε, στην Ψυχή (που είναι θεϊκή) και στο τιτανικό σώμα που είναι ταπεινό σαρκίο). Αυτή η διάρρηξη της ενότητας του κόσμου και η διχοτόμηση του σ’ένα κομμάτι πού αντιπροσοπεύει το Καλό, το Άφθαρτο, το Αγνό, το Θεϊκό και Αληθινό και σ’ ένα αντίπαλο κομμάτι που αντιπροσοπεύει το Κακό, το φθαρτό και σατανικό, κατώτερο και ψεύτικο, οδήγησε και στην ταυτόχρονη διχοτόμιση του ίδιου του ανθρώπου. Όλα αυτά τα πλάσματα της φαντασίας δημιούργησαν έναν άνθρωπο φοβισμένο, γεμάτο τύψεις και συμπλέγματα για τις “αδυναμίες” της σάρκας. Αλλά και σε μαζικό επίπεδο ο ιδεαλιστικός δυαδισμός γέννησε τέρατα σαν, σαν τον χριστιανικό μεσσαίωνα και την μοναστική αρνησικοσμία (σε διάφορες θρησκείες). Αν κι απ’το Διαφωτισμό και μετά ο ιδεαλισμός σταδιακά υποχώρησε, ακόμα ταλαιπωρεί την “ανθρωπότητα”. Οι επιστήμες και ο υλισμός δεν κατάφεραν να τσαλαπατήσουν τον ιδεαλισμό. Δηλητηριάστηκαν και αυτές απ’το γέρο-έμπειρο ιδεαλισμό που έμαθε να επιστρέφει απ’το παράθυρο. Ακόμα και στον ορθολογικό δυτικό κόσμο, για παράδειγμα, ο πολεμος στο Ιράκ παρουσιάστηκε (κυρίως στις Η.Π.Α. και το Ην. Βασίλειο) ως πόλεμος ενάντια στο Κακό και τις Σατανικές Δυνάμεις των τρομοκρατών. Στο λυκαυγές του εικοστού πρώτου αιώνα...


**Οι ταλαίπωροι διανοούμενοι του σήμερα δεν έχουν την τιμή της αγαλματοποίησης. Καλυτερα γι’αυτούς. Φαντάζεστε το άγαλμα του Τσόμσκι ή του Φουκουγιάμα δίπλα σ’αυτό της βουγιουκλάκη ή του ανδρέα παπανδρέου; (Γιατί όχι;;;)

***Κατά “περίεργο” τρόπο τα γραπτά των απολογητών της εξουσίας έχουν σωθεί, ενώ οι επικούρειοι, οι σοφιστές, οι κυνικοί και άλλοι αμφισβητίες διώχθηκαν (τόσο στην εποχή τους, στη δημοκρατική και “ανεκτική” Ελλάδα, όσο και στην διάρκεια του χριστιανικού μεσαίωνα).

Αλάστωρ (Ασύμμετρη απειλή)
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2006

20/3/08

ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ: ΤΟ ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΤΑΔΙΟ ΤΟΥ ΑΤΟΜΙΚΙΣΜΟΥ

ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ: ΤΟ ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΤΑΔΙΟ ΤΟΥ ΑΤΟΜΙΚΙΣΜΟΥ


Αντί προλόγου (κολλάζ για τον κομμουνιστικό εγωισμό)

«Ολόκληρη η ανθρώπινη ιστορία δεν είναι τελικά παρά η περιγραφή του πως η κοινωνία, αφού οργανώθηκε ενάντια στον εαυτό της, εξακολούθησε και εξακολουθεί, να υπερασπίζεται με σχιζοφρενικό ζήλο την αυτοκαταστροφή της. Η οικοδόμηση του πολιτισμού, της οργανωμένης κοινωνίας και της οικονομίας, σήμανε την απαρχή της εξουσιαστικής συμβίωσης των ανθρώπων, το θάνατο της ελευθερίας, της ατομικότητας και επομένως της συλλογικότητας… Σε μια τέτοια κατάσταση δεν υφίσταται ούτε η ατομικότητα, ούτε η συλλογικότητα, γιατί ο θάνατος της ατομικής ελευθερίας είναι ταυτόχρονα και θάνατος της δυνατότητας για επαφή, επικοινωνία και συλλογική λειτουργία. Σε μια τέτοια κατάσταση η ατομικότητα και η συλλογικότητα είναι θεαματικές, μη πραγματικές, καλουπωμένες σε σχέσεις εμπορευματικές και ανταλλακτικές, δηλαδή σε σχέσεις δέσμευσης και εξουσίας.»
Ουτοπία

«Κατά πρώτο λόγο, είναι απλό να αποδείξουμε στον Στίρνερ ότι είναι αναπόφευκτο για τον εγωιστή του να γίνει κομμουνιστής εξαιτίας του καθαρού εγωισμού του… Και είναι αλήθεια ότι πρώτα κάνουμε μια υπόθεση από μόνοι μας, μια εγωιστική υπόθεση, προτού κάνουμε οτιδήποτε για να την προωθήσουμε- και ως εκ τούτου ότι, με αυτήν την έννοια, ασχέτως οποιωνδήποτε ενδεχομένων υλικών φιλοδοξιών, είμαστε κομμουνιστές και εξαιτίας του εγωισμού μας, καθώς και εξαιτίας του εγωισμού επιθυμούμε να είμαστε ανθρώπινα όντα και όχι απλά άτομα»
Φρίντριχ Ένγκελς

«Η απληστία, στην πλήρη της έννοια, είναι η μοναδική δυνατή βάση της κομμουνιστικής κοινωνίας. Οι παρούσες μορφές απληστίας διαλύονται, εντέλει, διότι αποδεικνύονται ελλιπώς άπληστες.
Η ουσία του κομμουνισμού είναι ο εγωισμός, η ουσία του εγωισμού είναι ο κομμουνισμός.»
For ourselves

«Η ατομική ιδιοκτησία δυσχεραίνει τον Ατομικισμό σε κάθε βήμα… Με την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας, τότε πραγματικά θα έχουμε όμορφο, υγιή Ατομικισμό. Κανείς δε θα χάνει τη ζωή του συσσωρεύοντας αγαθά και σύμβολα αγαθών. Θα ζει. Το να ζεις είναι το πιο σπάνιο πράγμα στον κόσμο. Οι πιο πολλοί άνθρωποι απλά υπάρχουν, αυτό είναι όλο»
Όσκαρ Ουάιλντ

«Η ατομική ιδιοκτησία είναι η ίδια η άρνηση του ατομικισμού και της ατομικής περιουσίας. Για τη συντριπτική πλειοψηφία των υπηκόων της δηλ. των προλεταρίων, η ατομική ιδιοκτησία δεν είναι κατά κανένα τρόπο ατομικός πλούτος, αλλά είναι μάλλον απώλεια (πώληση, αποξένωση) του εαυτού, είναι να είσαι άλλος από τον εαυτό σου, να είσαι άλλος για τους άλλους. Ακόμα και οι καπιταλιστές, οι κεφαλαιοκράτες δεν είναι παρά, στην καλύτερη περίπτωση, απλοί πράκτορες του κεφαλαίου- διαχειριστές της δικής τους (και των άλλων) στέρησης. Ο μυθικός “ατομικισμός” της καπιταλιστικής κοινωνίας μπορεί να πραγματωθεί μονάχα μέσα στην άρνησή του και στην άρνηση της κοινωνίας από την οποία εκπηγάζει. Έτσι η Παρισινή Κομμούνα του 1871, η πρώτη πραγματωμένη “δικτατορία του προλεταριάτου”, επιχείρησε να καταργήσει την ιδιωτική ιδιοκτησία, προκειμένου “να κάνει αλήθεια τον ατομικό πλούτο”
For ourselves

«ο ντανταϊσμός απαιτεί:
I. Τη διεθνή επαναστατική ένωση των δημιουργών και διανοούμενων όλου του κόσμου, με βάση το ριζοσπαστικό κομμουνισμό
II. Τη σταδιακή εισαγωγή της αεργίας μέσα από τη γενικευμένη εκμηχάνιση όλων των δραστηριοτήτων (σ.σ. εννοεί της εργασίας). Διότι μονάχα η αεργία θα προσφέρει σε κάθε άτομο τη δυνατότητα να συνειδητοποιήσει την αλήθεια της ζωής και να συνηθίσει επιτέλους να δημιουργεί τις δικές του εμπειρίες.
III. Την άμεση κατάργηση κάθε ιδιοκτησίας (την κοινωνικοποίησή της)…»
Ρίχαρντ Χύλζενμπεκ





Από το μικροαστικό φιλοτομαρισμό 
στον επαναστατικό ατομικισμό



1

Για όσους βλέπουν επιφανειακά την επαναστατική ιστορία, βλέπουν στη ρωσική επανάσταση του 1917 τη μεγαλύτερη νίκη του επαναστατικού κινήματος. Οι καταστασιακοί, εύστοχα, στην επικράτηση των μπολσεβίκων είδαν την πιο «επαίσχυντη ήττα», μια φαινομενική επιτυχία που εξελίχθηκε σε θεμελιώδη ήττα, με την άνοδο του ρεφορμισμού και την εγκατάσταση στην εξουσία της κρατικής γραφειοκρατίας: «η μπολσεβίκικη επανάσταση, δεν είναι σε τελική ανάλυση παρά η πιο βαριά ως προς τις συνέπειες ήττα» ( I.S., Για την αθλιότητα των φοιτητικών κύκλων).

Με το πραξικόπημα των μπολσεβίκων σε βάρος της συμβουλιακής (σοβιετικής) επανάστασης του 1917, την ανάδυση στην εξουσία μιας νέας γραφειοκρατικής ελίτ και την εγκαθίδρυση της δικτατορίας επί του προλεταριάτου (που ψευδώς αυτοχρίζεται ως δικτατορία του προλεταριάτου) ξαφνικά ο κομμουνισμός έγινε συνώνυμο του ολοκληρωτισμού, της ιδεολογίας της παραγωγικότητας ( σταχανοφισμός και ιεροποίηση της εργασίας, η οποία παρέμεινε μισθωτή), των γκούλαγκ, της στρατιωτικοποίησης, της καταστολής και του επεκτατισμού. Σε τελική ανάλυση, η στρέβλωση και η μπολσεβικοποίηση του κομμουνισμού ήταν οι μεγαλύτερη ήττες του επαναστατικού κινήματος. Ήττες τόσο υλικές, όσο και πνευματικές. Είναι, όμως, ο κομμουνισμός ιδιοκτησία των γραφειοκρατών; Είχαν καμιά σχέση οι γραφειοκρατικές δικτατορίες του «υπαρκτού» με τον κομμουνισμό; Όχι, ο κομμουνισμός δεν είναι ούτε οι γραφειοκράτες, ούτε καν ο Μαρξ ή ο Κροπότκιν.

Και, από την άλλη, ο Ατομικισμός ταυτίζεται με το βλέμμα του ευτραφούς επιχειρηματία, που στο αχόρταγο βλέμμα του βλέπουμε, αντί για τις κόρες των ματιών του, το σήμα του δολαρίου;
Όχι λοιπόν! Ο κομμουνισμός ανήκει στους ατομικιστές και ο ατομικισμός στους κομμουνιστές!


2

Παιχνίδι με τις λέξεις, θα πουν κάποιοι. Βυζαντινολογίες…
Οι λέξεις, όμως, δεν είναι απλά πυροτεχνήματα, είναι κομμάτι της ιστορικής ύλης και της ιστορικής διαδικασίας. “Το να τις εγκαταλείψεις τους σφετεριστές τους, να επινοήσεις νέες λέξεις ή να χρησιμοποιήσεις άλλες λέξεις εξαιτίας της δυσκολίας να ανακτήσεις τις αληθινές, ιστορικές λέξεις, σημαίνει να εγκαταλείπεις το πεδίο στον εχθρό. Είναι μια θεωρητική παραχώρηση που δεν μπορούμε να ανεχθούμε. Το να κάνουμε μια τέτοια παραχώρηση θα σήμαινε μόνο το να συμβάλουμε στη σύγχυση, σε μια σύγχυση που, εν μέρει, σχηματίζει βάση της κατεστημένης τάξης. Η εκ μέρους μας αντιστροφή της προοπτικής, αντιθέτως, προχωρεί στη διαύγαση των ίδιων των όρων της σύγχυσης.”
Σ’ αυτό το κείμενο θα νοηματοδοτήσουμε εκ νέου δυο λέξεις, που μέσα στον κόσμο της φαινομενικότητας έχουν διαστρεβλωθεί και κατασυκοφαντηθεί: Ατομικισμός και Κομμουνισμός. Και θα υποστηρίξουμε ότι η Επανάσταση, η Αναρχία, ο Ατομικισμός και ο Κομμουνισμός, όχι απλώς δεν είναι έννοιες αλληλοαποκλειόμενες, αλλά συμπληρώνουν η μία την άλλη, στον αέναο αγώνα για ατομική και συλλογική απελευθέρωση.


3

«Το πλούσιο ανθρώπινο ον και η πλούσια ανθρώπινη
ανάγκη αντικαθιστούν τον πλούτο και την αθλιότητα
της πολιτικής οικονομίας» (Μαρξ)

Ένα από τα μεγαλύτερα ψεύδη της ιδεολογίας, απότοκος της ιδεαλιστικής/ χριστιανικής κληρονομιάς, είναι το ψεύδος της ανιδιοτέλειας (ενίοτε και «επαναστατικής»).
Ανιδιοτέλεια υποτίθεται ότι είναι να πράττεις δίχως προσωπικό όφελος. Σε έναν κόσμο που ο φιλοτομαρισμός και η ανταλλακτικές σχέσεις είναι ο νόμος, η ανιδιοτέλεια είναι το ιδεολογικό ψέμα που δικαιώνει τη βρωμιά του υπάρχοντος κόσμου. Στη συνηθέστερη περίπτωση η ανιδιοτέλεια, η εργαλειακή χρήση της ανθρωπιάς (η ιδεολογία του ανθρωπισμού) γίνεται το άλλοθι της διαιώνισης της πλέον ταπεινής μορφής απληστίας: της ατομικής ιδιοκτησίας, της γενικευμένης φτώχειας που μασκαρεύεται ως πλούτος. Η ανιδιοτέλεια και ο ανθρωπισμός δεν μπορούν πλέον να κρυφτούν: “είναι ανήθικο να χρησιμοποιείς την ατομική ιδιοκτησία με σκοπό να ανακουφίσεις τα φοβερά δεινά που προκύπτουν από το θεσμό της ατομικής ιδιοκτησίας”. Σε μια κομμουνιστική κοινωνία γνήσιας αλληλεγγύης, χωρίς ανταλλακτικές σχέσεις, η ανιδιοτέλεια θα εξαφανιστεί ως άχρηστη. Γιατί από κάθε μας πράξη θα αντλούμε προσωπική ευχαρίστηση. Κι αυτό θα είναι το προσωπικό μας όφελος.

Στην πιο ειλικρινή της εκδοχή (και στην επαναστατική της εκδοχή, από τον κοινωνισμό μέχρι το νετσαγιεφισμό), η ανιδιοτέλεια γίνεται το αυτομαστίγωμα, ο ασκητισμός, η φιλοπονία, η αυτοθυσία, ο καλογερισμός. Παντού και πάντα είχε τα ίδια αποτελέσματα: τα βίαια ξεσπάσματα κατά του εαυτού, την τρέλα. Όπως στις καλόγριες, που η ερωτική στέρηση προκαλεί σεξουαλικές φαντασιώσεις με το Σατανά, έτσι και η ανιδιοτέλεια μετατρέπει την ανθρωπιά και την επανάσταση σε μια αποστειρωμένη και απονευρωμένη φαντασίωση. Δεν είναι ανθρωπιά, είναι η αναπαράστασή της. Δεν είναι επανάσταση, είναι μια απλή και ταπεινή ονείρωξη…

Ας βάλουμε τελεία στο ψεύδος της ανιδιοτέλειας, ας βάλουμε τέλος στον ψευδή τεμαχισμό της ατομικότητας και της συλλογικότητας. «Η αυθεντική κοινή ζωή», έλεγε ο Μαρξ, «προέρχεται από την ανάγκη και τον εγωισμό των ατόμων, δηλ. μέσα από την ενεργοποίηση της ίδιας τους της ύπαρξης».
«Ένας άνθρωπος που δε σκέφτεται τον εαυτό του δε σκέφτεται καθόλου». Η επανάσταση ξεκινάει από εμάς και καταλήγει πάλι σε εμάς. Εμείς είμαστε η αφετηρία της επανάστασης, εμείς είμαστε η ίδια η επανάσταση ( παρ’ όλα αυτά, δεν είμαστε και λήξη της επανάστασης, καθώς η επανάσταση δεν έχει λήξη…). Μοναδικό επαναστατικό υποκείμενο είναι ο εαυτός μας. Επαναστατούμε, όχι αποδεχόμενοι μια επιβαλλομένη -από τα πάνω- συλλογική ταυτότητα (προλετάριος, μετανάστης κλπ), αλλά αρνούμενοι τους επιβαλλόμενους ρόλους. Επαναστατούμε ως συλλογικότητα ατομικιστών.
Ανακεφαλαιώνοντας: στην υπάρχουσα αθλιότητα των ανταλλακτικών/εμπορευματικών σχέσεων, στην υπάρχουσα δικτατορία της κενότητας και της μετριότητας, η ιδιοτέλεια και η ανιδιοτέλεια είναι οι διαφορετικές όψεις του ίδιου νομίσματος. Είναι τα δύο πρόσωπα του Ιανού. Σκάψε βαθιά μέσα στην ανιδιοτέλεια και θα βγεις από την άλλη μεριά…
Οι παρούσες μορφές ανιδιοτέλειας διαλύονται, εντέλει, διότι αποδεικνύονται ελλιπώς ανιδιοτελείς…


4

Ο γνήσιος ατομικισμός, ο αυθεντικός εγωισμός πραγματώνεται μόνο μέσω της γνήσιας συλλογικότητας. « Ο “εαυτός” υπάρχει μόνο ως συνεταιρισμός εαυτών, ως μια σύνδεση με άλλους εαυτούς, ως σύμπραξη εαυτών, ως κοινωνία». Ο τεμαχισμός του ατόμου και της κοινωνίας υπάρχει μόνο στα μυαλά των ιδεολόγων (είτε του μεταφυσικού κοινωνισμού, είτε της αντανάκλασής του: του μεταφυσικού ατομικισμού). Δεν υπάρχει εξωκοινωνικό άτομο. Το άτομο πλάθεται από την κοινωνία και την πλάθει ταυτόχρονα: «σκάψε βαθιά μέσα στο άτομο και θα βρεις την κοινωνία. σκάψε βαθιά μέσα στην κοινωνία και θα βρεις το άτομο. Σκάψε βαθιά στο ένα και θα βγεις από την “άλλη” μεριά».
Και γι αυτόν ακριβώς το λόγο, ο αγώνας μας είναι αντικοινωνικός και ταυτόχρονα κοινωνικός. Γιατί θέλουμε να συντρίψουμε την υπάρχουσα κοινωνία της αλλοτρίωσης και της γενικευμένης φτώχειας. Γιατί θέλουμε να δραπετεύσουμε από το βασίλειο της αθλιότητας του υπάρχοντος και να δημιουργήσουμε την κοινωνία των ελεύθερων ατόμων και του γενικευμένου πλούτου.


5

Η υπάρχουσα μορφή του εγωισμού είναι κάτι παραπάνω από ελλιπής. Είναι η ιδιώτευση και η εξατομίκευση, είναι ο φιλοτομαρισμός και η θρησκεία της συσσώρευσης. Είναι η αποξένωση και η απομόνωση. Είναι η αρπαγή και η δίδυμη αδερφή της: η φιλανθρωπία. «Διότι απλούστατα ο καθένας κάτω από την επικράτηση του κεφαλαίου είναι καταδικασμένος να επιδιώκει την απληστία με αυτόν το στενό, περιορισμένο τρόπο». Η κοινωνία της ατομικής ιδιοκτησίας, είναι κοινωνία της μιζέριας, πλούσια μόνο σε φτώχεια (υλική και υπαρξιακή) Πρέπει από σήμερα κιόλας να κηρύξουμε το πόλεμο σ’ αυτόν ψευδο-εγωισμό:

«ο εξαθλιωμένος άνθρωπος, τυπικός στην καπιταλιστική κοινωνία, ο αποκαλούμενος “άπληστος”, είναι ένας άνθρωπος που ενθουσιάζεται μονάχα από το χρήμα, που ενδιαφέρεται μονάχα για αποσπάσματα, για θραύσματα άλλων ανθρώπων- να αγοράσει τις δεξιότητές τους, τις υπηρεσίες τους, τα προϊόντα τους, ενώ τα υπόλοιπα “δεν είναι δική του δουλειά”, δεν τον αφορούν. Ζει σε έναν κόσμο γεμάτο πόρνες, δηλαδή σε έναν κόσμο προλεταρίων. Είναι ο αφέντης της μερικής οικειοποίησης ανθρώπου από άνθρωπο. Δηλαδή, της εκμετάλλευσης».

Η άρνηση του υπάρχοντος κόσμού περνάει και από την άρνηση του υπάρχοντος ατομικισμού. Είναι ένας ατομικισμός φτωχός, χωλός, ανάπηρος. Ο κόσμος αυτός δε μας κάνει, το ίδιο και ο ατομικισμός του. Ο κομμουνισμός είναι το ανώτερο στάδιο του εγωισμού. Ένας γνήσιος ατομικισμός, μπορεί να πραγματωθεί μονάχα σε μια κοινωνία των από κοινού ηδονών, του κοινωνικού πλούτου (και όχι της πρωτογονιστικής σπάνης). Ο θάνατος του εμπορεύματος, της μισθωτής εργασίας, της αλλοτριωμένης/ εξουσιαστικής κοινωνίας, του κατακερματισμού, του κρατισμού, της πολιτικής, της ιδιωτικής ιδιοκτησίας θα σημάνει την ανατολή του πλήρους Ατομικισμού, του πλήρους Κομμουνισμού, της Αναρχίας…

Γιατί, Κομμουνισμός χωρίς Αναρχία και Ατομικισμό, σημαίνει γενικευμένη σκλαβιά. Γιατί, Αναρχία και Ατομικισμός, χωρίς Κομμουνισμό σημαίνει συνέχιση της παρούσας στέρησης και της φτώχειας, με άλλα μέσα, μια παλινδρόμηση. Γιατί, Ατομικισμός χωρίς Αναρχία και Κομμουνισμό, σημαίνει (ακόμα και όταν γίνονται ειλικρινείς απόπειρες ξεπεράσματος του ατομικισμού του υπάρχοντος κόσμου) περικύκλωση από τον κόσμο της ανελευθερίας. Η κατάρρευση αυτού του ατομικισμού είναι θέμα χρόνου.


6.

«στην αστική κοινωνία, όπου οι αντιθέσεις μεταξύ των ανθρώπων, είναι μόνο αντιθέσεις που δεν έχουν να κάνουν με τον ίδιο τον άνθρωπο, είναι ακριβώς οι πραγματικές αντιθέσεις, οι αντιθέσεις ποιότητας που δε διατηρούνται. Ο κομμουνιστής δε θέλει να χτίσει μια συλλογική ψυχή. Θέλει να δημιουργήσει μια κοινωνία όπου οι ψευδείς αντιθέσεις θα εξαφανιστούν. Κι όταν αυτές οι ψευδείς αντιθέσεις εξαφανιστούν, ανοίγουν όλες οι δυνατές πραγματικές αντιθέσεις»
Κάλεσμα


Και να το πούμε ξεκάθαρα. Ο κομμουνισμός και η αναρχία, δεν είναι κανένας παράδεισος κοινωνικής αρμονίας, δεν ταυτίζεται με τα χαζοχαρούμενα χιλιαστικά κηρύγματα, δε θα γίνουν ξαφνικά όλοι οι άνθρωποι αδέλφια. Ο χιλιασμός, η τελολογία, η εσχατολογία και η προνοιακή αντίληψη της ιστορίας, που μπαίνουν από το παράθυρο στο επαναστατικό κίνημα, πρέπει να πολεμηθούν λυσσαλέα από την επαναστατική θεωρία. Πρέπει να πετάξουμε όλη αυτή τη χριστιανική κληρονομιά του επαναστατικού κινήματος στις χωματερές της ιδεολογίας. Ο κομμουνισμός και η αναρχία είναι η δημιουργία μιας παγκόσμιας κοινότητας πλούτου, γνήσιου πλούτου (υλικού και πνευματικού).
Ο πλούτος αυτός καμιά σχέση δεν έχει με τη σημερινή αγχώδη συσσώρευση χρημάτων και εμπορευμάτων (άχρηστων κατά 99%). Ο κομμουνισμός και η αναρχία είναι οι μοναδικές ικανές καταστάσεις που θα δημιουργήσουν το περιβάλλον μέσα στο οποίο θα χτιστεί η ανώτερη μορφή του ατομικισμού.


7

«Ο ντετερμινισμός και ο νόμος αιτίου και αιτιατού, είναι νεκρός από καιρό. Τα επαναστατικά μέσα που χρησιμοποιούμε, ακόμα και η εξέγερση, δεν οδηγούν αναγκαστικά στην κοινωνική επανάσταση. Το μοντέλο, το τόσο αγαπητό στους θετικιστές του προηγούμενου αγώνα, δεν υπάρχει στην πραγματικότητα. Σ’ έναν κόσμο όπου τίποτα δεν είναι αληθινό, όλες οι ελπίδες επιτρέπονται. Το ιστορικό παιχνίδι δε θα μπορούσε ποτέ να είναι ένας νόμος κι ένας πόλεμος την ίδια στιγμή. Και άλλωστε, δε θα είχε κανένα ενδιαφέρον στην πρώτη περίπτωση»
Κύκλος Κόλαση- Λυσσασμένοι

Δεν γνωρίζουμε αν η Αναρχία και ο Κομμουνισμός θα πραγματωθούν κάποτε στο μέλλον. Ούτε και μας ενδιαφέρει. Δεν έχουμε καμιά διάθεση για μελλοντολογία. Ούτε πιστεύουμε σε επίγειους παραδείσους. Παρ’ όλα αυτά, αναγνωρίζουμε ότι ο αγώνας για την επαν-οικειοποίηση της ζωής (η “ουτοπία”, όπως χαρακτηρίζεται από τα απονευρωμένα ανθρωπάρια του σήμερα) δεν είναι κάτι μακρινό, υπάρχει και αναπνέει ακόμα και τώρα, στον παλιό κόσμο. Σε κάθε μας πράξη. Το μόνο που μας μένει είναι το γκρέμισμα του παλιού κόσμου, η αναβολή της αναβολής. Όλα τ’ άλλα είναι προφάσεις για αναβολές.



Περί εξουσίας (ακόμη ένα κολλάζ…)

«Η εξουσιαστική/ αυταρχική προσωπικότητα είναι κατ’ ουσίαν η προσωπικότητα σκλάβου, είναι η δουλοπρεπής προσωπικότητα, εκείνη που έχει ανάγκη την εξουσία, που δεν μπορεί να τα καταφέρει δίχως αυτήν. Αυτή η χαρακτηροδομή κρύβει την ουσία της στο ρόλο του αφέντη. Αποκαλύπτει την ουσία της στο ρόλο του δούλου. Η καπιταλιστική κοινωνία είναι θεμελιωμένη στη διευρυμένη και εκτεταμένη αναπαραγωγή της έξης της υποταγής, της αποξένωσης, της αλλοτρίωσης της υποκειμενικότητας, της μισθωτής εργασίας»
For ourselves

«Όλοι οι τρόποι διακυβέρνησης είναι αποτυχημένοι. Ο δεσποτισμός είναι άδικος για όλους, συμπεριλαμβανομένου και του δεσπότη, ο οποίος πιθανόν να είναι πλασμένος για καλύτερα πράγματα. Οι ολιγαρχίες είναι άδικες για τους πολλούς και οι οχλοκρατίες άδικες για τους λίγους. Μεγάλες προσδοκίες δημιουργήθηκαν κάποτε για τη δημοκρατία. Αλλά η δημοκρατία απλά σημαίνει ξυλοφόρτωμα του λαού από το λαό για το λαό. Και πρέπει να το πω ότι ήταν καιρός, γιατί κάθε εξουσία εξευτελίζει εντελώς. Εξευτελίζει αυτούς που την ασκούν και εξευτελίζει αυτούς πάνω στους οποίους ασκείται. Όταν χρησιμοποιείται βίαια, ολοκληρωτικά και αδίστακτα, παράγει ένα καλό αποτέλεσμα, δημιουργώντας ή αναδεικνύοντας σε κάποιο βαθμό, το πνεύμα της εξέγερσης και τον Ατομικισμό που θα τη σκοτώσει. Όταν εφαρμόζεται με κάποιο βαθμό ευγένειας και συνοδεύεται από δώρα και ανταμοιβές, διαφθείρει τρομερά. ο λαός, σ’ αυτήν την περίπτωση, έχει λιγότερη συναίσθηση της φρικτής πίεσης που του ασκείται και γι αυτό συνεχίζει τη ζωή του σε ένα είδος χυδαίου βολέματος, σα ζώο που το χαϊδεύουν, χωρίς ποτέ να αντιλαμβάνεται ότι πιθανώς σκέφτεται τις σκέψεις άλλων ανθρώπων, ότι ζει με τους κανόνες άλλων ανθρώπων…
“αυτός που θα ήθελε να είναι ελεύθερος”, λέει ένας ωραίος στοχαστής, “δεν πρέπει να προσαρμόζεται”. Και η εξουσία, δωροδοκώντας τους ανθρώπους για να προσαρμόζονται, παράγει ένα χονδροειδές είδος υπερτροφικής βαρβαρότητας ανάμεσά μας»
Όσκαρ Ουάιλντ


«Η δημοκρατία- κι αυτό ισχύει για όλες τις μορφές διακυβέρνησης- είναι μια αντίφαση, ένα ψέμα και στην ουσία μια καθαρή υποκρισία. Η πολιτική ελευθερία είναι μια φαινομενική ελευθερία και η χειρότερη μορφή σκλαβιάς, το πρόσχημα της ελευθερίας και άρα η χειρότερη υποδούλωση. Το ίδιο ισχύει και για την πολιτική ισότητα. Γι αυτό η δημοκρατία πρέπει να γίνει κομμάτια, όπως και κάθε άλλη μορφή διακυβέρνησης»
Φρίντριχ Ένγκελς

«Ο Σοσιαλισμός, ο Κομμουνισμός, ή όπως κανείς διαλέξει να τον ονομάσει, μετατρέποντας την ατομική ιδιοκτησία σε δημόσιο πλούτο και αντικαθιστώντας τον ανταγωνισμό με τη συνεργασία, θα επαναφέρει την κοινωνία στη σωστή κατάσταση ενός εξολοκλήρου υγιούς οργανισμού και θα διασφαλίσει την υλική ευμάρεια καθενός μέλους της κοινότητας. Θα αποδώσει, στην ουσία, στη Ζωή το σωστό θεμέλιο και το κατάλληλο περιβάλλον. Αλλά, για την πλήρη ανάπτυξη της Ζωής στο ύψιστο στάδιο της τελειότητας, χρειάζεται κάτι ακόμα. Αυτό που χρειάζεται είναι ο Ατομικισμός. Εάν ο σοσιαλισμός είναι αυταρχικό, εάν υπάρχουν κυβερνήσεις οπλισμένες με οικονομική ισχύ, εάν με μια λέξη, πρόκειται να έχουμε Βιομηχανικές Τυραννίες, τότε το τελευταίο στάδιο του ανθρώπου θα είναι χειρότερο από το πρώτο»
Όσκαρ Ουάιλντ


Πηγές:
For ourselves: Δικαίωμα στην απληστία, εκδ. Ερατώ/ Όσκαρ Ουάιλντ: Η ψυχή του ανθρώπου στο σοσιαλισμό, εκδ Στοχαστής/ Ρίχαρντ Χύλζενμπεκ: Εμπρός Νταντά, εκδ. Ελεύθερος Τύπος/ Συμμορία με προλεταριακή μνήμη: Η εξέγερση του παρισινού προλεταριάτου και η ανακήρυξη της Κομμούνας του 1871/ Κύκλος Κόλαση-Λυσσασμένοι: επαναστατικό κίνημα και αυτοδιαχειριζόμενος καπιταλισμός/ Κάλεσμα / Ουτοπία/ Πανοπτικόν

ΤΡΕΙΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ, ΕΝΑΣ ΠΟΙΟΤΙΚΟΣ ΡΟΥΦΙΑΝΟΣ ΚΑΙ Ο ΜΑΗΣ ΤΟΥ 68

ΤΡΕΙΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ, ΕΝΑΣ ΠΟΙΟΤΙΚΟΣ ΡΟΥΦΙΑΝΟΣ ΚΑΙ Ο ΜΑΗΣ ΤΟΥ 68


«Πίσω από τα οδοφράγματα, μπορεί να υπάρχουν πολλά που είναι ευγενικά και ηρωικά. Αλλά, τι υπάρχει πίσω από το κύριο άρθρο μιας εφημερίδας, πέρα από προκατάληψη, ηλιθιότητα, ψευδολογία και μωρολογία; Και όταν αυτά τα τέσσερα ενώνονται, σχηματίζουν μια τρομερή δύναμη και συνθέτουν μια νέα εξουσία. Τον παλιό καιρό οι άνθρωπο είχαν τη μέγγενη. Τώρα έχουν τον Τύπο.

Η μοντέρνα δημοσιογραφία δικαιολογεί την ύπαρξή της χάρη στη σπουδαία Δαρβίνεια αρχή της επιβίωσης του χυδαιότερου. Η διαφορά ανάμεσα στη λογοτεχνία και τη δημοσιογραφία είναι πως η πρώτη δε διαβάζεται καθόλου, ενώ η δεύτερη δε διαβάζεται με τίποτα»
Όσκαρ Ουάιλντ



Πλάνο πρώτο:

Ο δημοσιογράφος Παντελής Σαββίδης είναι αρκετά γνωστός στους αντιεξουσιαστικούς κύκλους της Θεσσαλονίκης: συμπαθητική φυσιογνωμία (κλασικός θείος που φορτώνει γαριδάκια και σοκοφρέτες στα αγαπημένα του ανιψάκια), κάνει μια ποιοτική εκπομπή (τις Ανιχνεύσεις στην ΕΤ3) και το κυριότερο: καλεί αντιεξουσιαστές και αριστεριστές στην εκπομπή του. Δεν είναι λίγες οι φορές που μέλη της ΑΚ Θες/νίκης, μέλη αριστερίστικών ομάδων, ακόμα και ο στοχαστής Τάκης Φωτόπουλος, έχουν φιλοξενηθεί στην εκπομπή του Σαββίδη. Προσφάτως δε, έκανε κι ένα ποιοτικότατο αφιέρωμα στον Κορνήλιο Καστοριάδη. Εν τέλει, ο Σαββίδης ήταν το τυπικό παράδειγμα ορισμένων αντι-εξουσιαστών και αριστεριστών: «είδατε που δεν είναι όλοι οι δημοσιογράφοι ίδιοι;», αναφωνούσαν.


Πλάνο δεύτερο:

26 Νοεμβρίου 2007. Μετά από μια εμπρηστική επίθεση σε αντιπροσωπεία αυτοκινήτων συλλαμβάνεται ο αναρχικός Βαγγέλης Μποτζατζής. Άλλοι τρεις αναρχικοί καταζητούνται για την επίθεση. Ορισμένα ΜΜΕ έσπευσαν να δικαιώσουν το συνηθισμένο τους ρόλο (αυτόν της συμπληρωματικής κατασταλτικής δύναμης) και δημοσίευσαν τις φωτογραφίες των τριών καταζητούμενων. Ανάμεσα στα ΜΜΕ που λειτούργησαν σα δεξί χέρι της αστυνομίας ήταν και η Μακεδονία, του ημίτρελου εθνικιστή Κώστα Ζουράρι. Μαντέψτε, λοιπόν, ποιος είναι διευθυντής της εν λόγω εφημερίδας. Ο ποιοτικός δημοσιογράφος ξεμασκαρεύτηκε, λοιπόν και έδειξε το πραγματικό του πρόσωπο: αυτό του ποιοτικού ρουφιάνου. Οι λαλίστατοι, εδώ και χρόνια, υπερασπιστές του ξαφνικά σωπάσαν.

Αφού, λοιπόν, έκανε το ασφαλίτικο καθήκον του ο κύριος Σαββίδης, είπε να ασχοληθεί και με το Μάη του 68 και τα διδάγματά του ( διδάγματα του Μάη του 68, στο 2008, εφ. Μακεδονία, Τρίτη 01.01.2008). Εδώ, λοιπόν, ο ποιοτικός κυρ Παντελής δίνει ρεσιτάλ ασχετοσύνης και ανοησίας. Και το χειρότερο σας το κρατάμε για το τέλος. Λίγα παραδείγματα:

«”απαγορεύεται το απαγορεύεται” ήταν ένα δημοφιλές σύνθημα. Και αυτό αποτελεί μια διδαχή προς τους ηγέτες- της Ελλάδας συμπεριλαμβανόμενης- ότι για να αποφευχθεί η κοινωνική έκρηξη, πρέπει στο δημοκρατικό καθεστώς να λειτουργούν οι θεσμοί και οι ηγέτες να έχουν την ικανότητα να συλλαμβάνουν τα όρια της ανοχής της κοινωνίας»
Εδώ ο ποιοτικός κυρ Παντελής κάνει ένα ρεσιτάλ πολιτικής ανάλυσης, χρησιμοποιώντας σαν εργαλεία σκέψης ένα μίγμα υπαρκτού σουρεαλισμού και της μεθόδου “-τι κάνεις Γιάννη; -κουκιά σπέρνω”. Τα σχόλια περιττεύουν…

Τι πρέπει άραγε να κάνουν οι κρατούντες για να αποφευχθούν οι κοινωνικές εκρήξεις; Ο κυρ Παντελής έχει τη σίγουρη λύση: να διαμορφώσουν ένα σύστημα αξιών! «Η διαμόρφωση ενός τέτοιου συστήματος, ίσως, πρέπει να αποτελέσει αδήριτη ανάγκη των πολιτικών, εάν θέλουν να αποφύγουν μια νέα κοινωνική έκρηξη με απρόβλεπτες διαστάσεις». Σοφή σκέψη: ένα ηθικό σχέδιο Μάρσαλ και τα πάντα ηρεμούν. Μα πως δεν το σκέφτηκαν γενιές και γενιές εξουσιαστικών think tank;

Η ανοησία του ποιοτικού κυρ Παντελή, όμως, φτάνει στο απόγειό της, όταν δίπλα στα συνθήματα των καταστασιακών και των λυσσασμένων ( Μη δουλεύεις ποτέ, Οπλίστε τις επιθυμίες σας, Στην καρδιά του πόνου- Μηδενισμός, η ντροπή είναι αντεπαναστατική κλπ) βάζει και το αμίμητο: sex and drugs!!! (Παντελή, ξέχασες το rock n roll…)
Αλλά, εκεί που ο αντιεξουσιαστής, καστοριαδικός κλπ κυρ Παντελής δείχνει τις πραγματικές του προθέσεις και τη θέση του υπέρ των αστυνομιών αυτού του κόσμου, είναι στον επίλογο του κειμένου: «Καλή χρονιά κι ας ευχηθούμε να μην υπάρξουν οι συνθήκες που θα οδηγήσουν σε μια νέα κοινωνική έκρηξη». Αμήν…


«Οι κατάσκοποι είναι εντελώς άχρηστοι στις μέρες μας. Το επάγγελμά τους έχει σβήσει. Οι εφημερίδες έχουν αναλάβει τη δουλειά τους»
Όσκαρ Ουάιλντ

Ο ποιοτικός ρουφιάνος είναι ο ιδανικός κατάσκοπος. Ο ποιοτικός ρουφιάνος ξέρει καλά τη δουλειά του, παίζει άριστα το ρόλο του. Είναι, όπως αποκαλεί και η αστική γλώσσα τους εξευγενισμένους της ρουφιάνους, “αντικειμενικός”. Γι αυτήν την αντικειμενικότητά του, άλλωστε πήρε και το βραβείο Μπότση ( τώρα του ευχόμαστε να πάρει και το βραβείο Μαίρη Μπόση, για την προσφορά του στην αντιτρομοκρατική σταυροφορία…)

Το ζήτημα, όμως, δεν είναι μονάχα αυτός. Το ζήτημα είναι αυτοί που τόσα χρόνια τον γλύφουν και του κάνουν πλάτες, για να κερδίσουν λίγα λεπτά δημοσιότητας, μια τζούρα θεαματικής μαστούρας. Κοιμηθείτε ήσυχα, “σύντροφοι” στη μεγάλη νύχτα του θεάματος. Και όνειρα γλυκά…


Εμείς πάλι, θα αναδημοσιεύσουμε το κείμενο των τριών καταζητούμενων συντρόφων, έτσι όπως δημοσιεύθηκε στα indymedia. Ας μας επιτρέψουνε οι σύντροφοι, να αφιερώσουμε το κείμενο τους στο “σύντροφο” Σ.Μ. (μέλος της δημοσιογραφικής ομάδας του Παντελή Σαββίδη, στις Ανιχνεύσεις…):

Ξημερώματα της Δευτέρας 26/11/07

Ο σύντροφος Β. Μποτζατζής προσάγεται από αστυνομικούς με πολιτικά, ενώ βρισκόταν στο σπίτι της φίλης του στην Ά. Πόλη και κατάσχεται το αυτοκίνητό του. Οδηγείται στην Γ.Α.Δ.Θ. , όπου κρατείται πάνω από 48 ώρες, σε καθεστώς πλήρους απομόνωσης και χωρίς νομική κάλυψη.

Την ίδια μέρα, Δευτέρα πρωί, και ενώ οι μπάτσοι έχουν ήδη εισβάλει στο σπίτι του Βαγγέλη και στο σπίτι της φίλης του, προσάγεται και η ίδια από το χώρο εργασίας της.
Το μεσημέρι και το απόγευμα της ίδιας μέρας, γίνονται άλλες 4 προσαγωγές συντρόφων που συνδέονται φιλικά και πολιτικά με το Βαγγέλη. Οι δύο επίσης εν ώρα εργασίας τους, ενώ οι άλλοι δύο μέσα από καφετερία, στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Αργά το βράδυ οι 4 αφήνονται ελεύθεροι, ενώ προηγείται συγκέντρωση αλληλεγγύης όπου παρευρεθήκαμε πάνω από 100 άτομα έξω από τη Γ.Α.Δ.Θ.. Ο Βαγγέλης και η φίλη του συνεχίζουν να κρατούνται.

Τρίτη 27/11/07 μετά από 35 ώρες κράτησης η φίλη του Βαγγέλη αφήνεται ελεύθερη. Το μεσημέρι της ίδιας μέρας η Άνω Πόλη (δηλ. η ευρύτερη περιοχή γύρω από τους χώρους κατοικίας μας) πολιορκείται από δυνάμεις της αστυνομίας. Δύο κλούβες παρατάσσονται στα όρια της γειτονιάς και δεκάδες ασφαλίτες, ζητάδες και περιπολικά κινούνται προκλητικά στην περιοχή. Το απόγευμα της ίδιας μέρας πληροφορούμαστε ότι γίνεται έφοδος της αντιτρομοκρατικής στις κατοικίες μας. (σημ.: στο ένα από τα δύο σπίτια χωρίς την παρουσία δικηγόρων ή κατοίκου, ενώ στο άλλο προσάγεται και μια συντρόφισσα που αφήνεται ώρες αργότερα). Αυτό το γεγονός μας κατέστησε πλέον σαφές, ότι η αστυνομία προσπαθεί να στήσει ένα βρώμικο παιχνίδι εις βάρος μας κατασκευάζοντας “ενόχους”.

Την Τετάρτη 28/11/07, με βάση μια ανυπόστατη, κατασκευασμένη κατάθεση της φίλης του Βαγγέλη, προϊόν εκβιασμών, απειλών, ψυχολογικής βίας και πίεσης, στήνεται ένα απίστευτο κατηγορητήριο για τον Βαγγέλη και εκδίδονται άλλα 3 εντάλματα σύλληψης εις βάρος μας.

Οι κατηγορίες που μας αποδίδουν είναι 5 κακουργήματα και 3 πλημμελήματα, και συγκεκριμένα: εμπρησμός τελειωμένος και σε απόπειρα από κοινού και κατ’ εξακολούθηση, έκρηξη τελειωμένη και σε απόπειρα από κοινού και κατ’ εξακολούθηση, κατασκευή και κατοχή εκρηκτικού μηχανισμού, διακεκριμένη περίπτωση φθοράς ξένης ιδιοκτησίας, εγκληματική οργάνωση, τρομοκρατικές πράξεις από κοινού και κατ’ εξακολούθηση, παράνομη οπλοκατοχή.

Ο Βαγγέλης αρνείται τις κατηγορίες, δηλώνει αναρχικός και προφυλακίζεται στις δικαστικές φυλακές Κομοτηνής. Ομοίως και οι 3 μας δεν αποδεχόμαστε καμία από τις κατηγορίες.

Τα Μ.Μ.Ε. σε αγαστή συνεργασία με τους φορείς της εξουσίας αναλαμβάνουν δράση. Δημοσιοποιούνται στις εφημερίδες Μακεδονία και Έθνος, καθώς και στα κανάλια Mega, ET3, Alter και Alpha οι φωτογραφίες και των 3 μας. Έλειπε μόνο η λέξη “καταζητείται” και η αμοιβή που θα δίδονταν σε κάθε ενδεχόμενο ρουφιάνο.

Μέσα σε όλο αυτό το κλίμα, από την αρχή και χωρίς να αμφιβάλουμε καθόλου, επιλέξαμε την φυγή. Επιλογή τόσο συνειδητή όσο και πολιτική. Είμαστε αναρχικοί και ως τέτοιοι αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο γύρω μας. Για μας ο αγώνας για ελευθερία είναι μονόδρομος. Τα δίπολα αθώος-ένοχος, ηθικός-ανήθικος, καλό-κακό, δεν τα αναγνωρίζουμε και ούτε προτειθόμαστε να το κάνουμε τώρα. Γι’ αυτό, επιλέγουμε να μην γίνουμε θύματα της εξουσίας, των διαδικασιών, των νόμων, της αυστηρότητας ή της επιείκειας.
Αντιλαμβανόμαστε τους εαυτούς μας ως πολιτικά όντα που ανήκουν στον αναρχικό-επαναστατικό χώρο. Η συμμετοχή μας σ’ αυτόν είναι ένας τρόπος να υπάρχουμε στο σήμερα δίχως να προσμένουμε καρτερικά έναν επίγειο παράδεισο κοινωνικής δικαιοσύνης, αλλά προωθώντας την καθημερινή αναζήτηση και την ρήξη ανάμεσα σε θεσμούς και σχέσεις για την επανάκτηση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.

Υπάρχουμε στη συνθήκη του σήμερα, χωρίς να ευαγγελίζουμε ένα “καλύτερο αύριο”, ζούμε και παλεύουμε για το τώρα, βάζοντας προοπτικές για το μέλλον. Θεωρούμε το τρίπτυχο “χθες-σήμερα-αύριο” έναυσμα για γόνιμη κριτική. Μαθαίνουμε από τα λάθη μας και προχωράμε πιο πέρα από αυτά.

Αντιλαμβανόμαστε την ύπαρξη-αντίληψη μας εχθρική προς το υπάρχον. Ενεργητικά στεκόμαστε αντίθετοι προς όλους αυτούς που αντικατοπτρίζουν αυτή τη συμβιβασμένη κοινωνία, την οποία βλέπουμε συνολικά και όχι μόνο ως προς τους εξουσιαστικούς της παράγοντες και θεσμούς αλλά και στην ολότητα των αποχαυνωμένων υπηκόων της. Αυτούς που με την “ουδέτερη” στάση τους, που μόνο ουδέτερη δεν είναι, γιατί η σιωπή είναι συνενοχή, προσπαθούν να “κατακτήσουν” μια βολεμένη θέση σε αυτό το σύστημα, κυριευμένοι από συμπλέγματα μικρο-εξουσίας. Είτε αυτούς που αναλαμβάνουν εθελοντικά το ρόλο του ευυπόληπτου πολίτη – συνειδητού ρουφιάνου όπου οι κανόνες, οι νόμοι και η τάξη αποκτούν ηθική ισχύ όμοια με την υποταγή στο θάνατο των σύγχρονων κοινωνικών νεκροταφείων.

Ήταν, είναι και θα είναι επιλογή μας να στεκόμαστε απέναντι σε όλη αυτή τη βρωμιά, και ο λόγος δεν είναι άλλος από το ότι τη ζωή και την ελευθερία μας, δεν μπορεί κανείς άλλος εκτός από μας να καθορίσει.

Ήμασταν, είμαστε και θα είμαστε επιθετικοί σε αυτόν τον κόσμο που το μοναδικό που έχει να προτάξει είναι η απάθεια είναι η απάθεια, το βόλεμα και η εθελοδουλεία.
Οι αντιλήψεις μας, μοιάζουν με ορμητικά νερά, που προσπαθούν να παρασύρουν τις προσταγές της εξουσίας, όποιες κι αν είναι οι μορφές της. Οι βράχοι των ορίων της νομιμότητας, που έντεχνα προσπαθεί αυτή να επιβάλλει στα ριζοσπαστικά κομμάτια αυτής της κοινωνίας, δεν πρόκειται να τους φράξουν το δρόμο.

Δεν συμβιβαστήκαμε και ούτε πρόκειται να συμβιβαστούμε με αυτόν τον γερασμένο κόσμο.
Επειδή ποτέ δεν κατείχαμε μια θέση στο μαντρί της εξουσίας.

Επειδή η αξιοπρέπεια μας δεν θα μας επέτρεπε ποτέ να ακολουθήσουμε οικιοθελώς την τακτική των “προβάτων επί σφαγή”.

Επειδή την “αγνή” δημοκρατία σας την γνωρίζουμε καλά, τη δημοκρατία του ολοκληρωτισμού, του ελέγχου και της ασφάλειας-ανασφάλειας.
Επειδή είμαστε άνθρωποι και δεν θα ανταλλάσσαμε την ελευθερία μας με οποιοδήποτε άλλο τίμημα.

Θα τα πούμε στη δημοκρατική σας θεατρική παράσταση που ονομάζεται δικαστήριο.

ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
ΤΙΠΟΤΑ ΔΕΝ ΤΕΛΕΙΩΣΕ ΟΛΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΝΤΑΙ
ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΣΤΟΝ ΣΥΝΤΡΟΦΟ ΒΑΓΓΕΛΗ ΜΠΟΤΖΑΤΖΗ
Δήμητρα Σ. – Κώστας Χ. – Ηλίας Ν

ΜΙΑ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΤΟΥ 'BENDING THE BARS: PRISON STORIES' ΤΟΥ JOHN BARKER

ΜΙΑ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΤΟΥ 'BENDING THE BARS: PRISON STORIES' ΤΟΥ JOHN BARKER


Το βιβλίο του πρώην μέλους της Οργισμένης Ταξιαρχίας (Angry Brigade) John Barker "Bending The Bars" παρέχει μια συνεκτική κριτική της πολιτικής του μπολσεβικισμού, κάτω από τη σκληρή επιδερμίδα του ημερολογίου φυλακής ενός βαρυποινίτη.

Το Bending The Bars δεν είναι κάτι που ο οποιοσδήποτε που έχει φάει στην μάπα όλα τα δημοσιεύματα των ΜΜΕ για τον John Barker, ως επικίνδυνο τρομοκράτη και έμπορο ναρκωτικών, θα περίμενε να διαβάσει. Όμως πάλι ο Barker είναι τόσο ιδιοφυής όσο και πολυσύνθετος γι αυτές τις μονοδιάστατες διαστρεβλώσεις του παρελθόντος του, ώστε να κατορθώνουν ακόμα και να τον ψηλαφίσουν. Το βιβλίο δεν έχει να κάνει με την σχέση του Barker με την χαλαρή "ομάδα συγγενείας" που έγινε γνωστή ως Οργισμένη Ταξιαρχία, αλλά αποτελεί μάλλον έναν απολογισμό του χρόνου που πέρασε στη φυλακή, μετά την καταδίκη του για βομβιστικές επιθέσεις σε διάφορους στόχους (στην πραγματικότητα κανείς δεν κινδύνεψε ή τραυματίστηκε στις ενέργειες αυτές).

Τα βιβλία φυλακισμένων συχνά προσφέρουν στον αναγνώστη μια σειρά από τετριμμένες ηθικές κοινοτοπίες,-και δεν εννοώ απλά αυτά των κατάδικων ή πρώην κατάδικων που εκφράζουν μια ψευδο-μεταμέλεια για τα όσα έκαναν επειδή βρήκαν τη λύτρωση μέσω του χριστού ή όποια άλλη εξωφρενική αφαίρεση. Το ότι αυτοί οι μυστικιστές κρετίνοι που γράφουν βιβλία των φυλακών αυτού του είδους χύνουν κροκοδείλια δάκρυα γίνεται αρκετά φανερό από το γεγονός ότι αν δεν είχαν σφάλλει, τότε πως ο ανύπαρκτος θεός τους θα μπορούσε να επιδείξει την συγχώρεσή του βάζοντάς τους ξανά στον "ίσιο δρόμο"; Αναλόγως, τα βιβλία από- και για- πολιτικούς κρατουμένους είναι μερικές φορές σχεδιασμένα έτσι ώστε να δημιουργούν μια ιεραρχική κουλτούρα περί μαρτύρων που έκαναν λάθος και να εκμεταλλεύονται κυνικά το αίσθημα αδικίας ώστε να συγκεντρώνουν υποστήριξη για ένα συγκεκριμένο είδος πολιτικής των ειδικών. Εν συντομία, αυτού του είδους η γραφή, αποτυγχάνει να υπερβεί μια προοπτική θρησκευτική, ακόμα κι όταν δεν περιλαμβάνει τη συνήθη παγίδα του χριστιανικού οίκτου. Το βιβλίο του John Barker διαφέρει, καθώς κάνει χρήση μιας ταξικής κι όχι μιας ηθικής προοπτικής. Ο Barker γράφει για τις δικές του υποκειμενικές εμπειρίες της φυλακής, όμως σηματοδοτεί επανειλημμένα την γνώση εκ μέρους του, της πολλαπλότητας των απόψεων που έχει ακούσει από άλλους κρατουμένους να εκφράζουν για τον εγκλεισμό, αποφεύγει επιδέξια να δώσει προνομιακή θέση στη δική του αντίληψη για το θέμα πάνω σε οποιουδήποτε άλλου. Αναλόγως, ο Barker δεν επικεντρώνει στο πως θα βγάλει ένα best seller της φυλακής, δίνει άλλωστε πολύ λιγότερη έμφαση στην αποκτήνωση απ' ότι στο βιβλίο του ο Jimmy Boyle, ή ακόμα ο αμερικάνος λαθρέμπορος χασίς Howard Mark στην αυτοβιογραφία του Mr. Nice. Έτσι, αν και στο βιβλίο γίνεται αναφορά στα ναρκωτικά της φυλακής, το Behind The Bars έχει να κάνει μόνο με την πρώτη περίοδο του Barker στην φυλακή, μετά τη σύλληψη και καταδίκη του για διάφορες βομβιστικές επιθέσεις της Οργισμένης Ταξιαρχίας. Δεν έχει να κάνει με την μετέπειτα φυλάκιση του για λαθρεμπόριο χασίς.

Αναλόγως, οι γεωγραφικές και ιστορικές διαφορές το καθιστούν χρήσιμο να διαβάσουμε τα γραπτά του Barker μαζί με βιβλία όπως του Mumia Abu-Jamal: Live From Death Row, μια θαρραλέα επίθεση στην απανθρωπιά του σωφρονιστικού συστήματος των ΗΠΑ από ένα από τα πολλά θύματά του.

Αν και υπάρχει μια αίσθηση αποκτήνωσης στο Bending The Bars, αυτή προέρχεται περισσότερο από την επιβεβλημένη ανία και τις ολοφάνερα χαμένες ζωές, παρά από οτιδήποτε άλλο. Μιας και ο Barker δεν ενδιαφέρεται να προωθήσει τον εαυτό του ως ηγετική φυσιογνωμία, δεν νιώθει την ανάγκη να παρουσιάζεται ως "σκληρός" των φυλακών, είναι άνθρωπος κι όχι υπεράνθρωπος. Οπότε, έχει την ικανότητα να καταδεικνύει τη φυλακή ως ένα ουσιαστικό συστατικό του καπιταλιστικού κόσμου, αντί να κάνει το λάθος να την αντιμετωπίζει ως κάτι το διαχωρισμένο από την καθημερινή αλλοτρίωση. Πράγματι, ένα από τα πράγματα που βρίσκω πιο σημαντικά στο βιβλίο είναι ότι μου άφησε την έντονη εντύπωση ότι πολλές βρετανικές φυλακές είναι τελικά πιο απάνθρωπες για τους ρουφιάνους παρά για τους ποινικούς. Η αντιμετώπιση του Barker μέσα ίσως ήταν φριχτή, όμως θα ήταν πολύ χειρότερα αν είχε καταφέρει να τον πείσει ότι ήταν αποκομμένος από την ανθρωπότητα, κι όχι ένα ουσιαστικό συστατικό ενός κόσμου που χρειάζεται αλλαγή. Στην μέση του βιβλίου ο Barker ανακοινώνει: "Αυτό που λέω είναι ότι πρέπει να ζεις παρά τις αντιφάσεις. Πρέπει να κάνεις κάποια ζωή εδώ μέσα, γιατί δεν είσαι νεκρός, αλλά να μη ξεχνάς ποτέ ότι είσαι στη φυλακή και είναι τελείως αφύσικο κι ενάντια στη ζωή" (σελ.63).

Το σημείο αυτό συνοψίζεται διαλεκτικά στον επίλογο του βιβλίου, όταν ο συγγραφέας δηλώνει ότι οι "...αλλαγές στο πως έβλεπα τον κόσμο μοιάζουν να προχωρούν στο ίδιο βήμα με τους φίλους μου. Όταν αυτό έγινε σαφές, μέσα σε μια μόνη πρόταση, ή στη διάρκεια μιας ολόκληρης επίσκεψης, θα ήμασταν ευχάριστα ξαφνιασμένοι κι έπειτα διόλου έκπληκτοι, καθώς τελικά όλοι ζούσαμε στην ίδια εποχή. Κυρίως, είχε να κάνει με την αναγνώριση σε τι είδους γκέτο μέσα βρισκόταν η επαναστατική πολιτική..." (σελ. 120). Ανάλογα, η κόπωση του Barker από τους άλλους κρατουμένους που άσκοπα διακήρυσσαν την αθωότητά τους αντανακλάται στις ιστορίες του. Ο Barker μας λέει απλά ότι όταν καταδικάστηκε, οι μπάτσοι "την έστησαν σ' έναν ένοχο", κι αυτό ήταν πάνω κάτω η υπόθεση. Αν ο Barker έμπαινε σε μια διαδικασία αποκήρυξης όλων των ψεμάτων που έχουν ειπωθεί γι αυτόν, αυτό που θα έκανε δε θα ήταν να αποκαλύψει την αλήθεια, αλλά να βρεθεί σ έναν λαβύρινθο ατελείωτων συζητήσεων για το τι έκανε και τι όχι.
Έτσι λοιπόν, θα ήταν λάθος να πάρουμε το Behind The Bars ως μια πολιτική ή προσωπική κατάθεση, καθώς ενώ εν μέρει έχει μια σχέση (αλλά σίγουρα δεν ταυτίζεται) με αυτά τα πράγματα, ο συγγραφέας έχει ιδιαίτερη αντίληψη της πολιτικής της αναπαράστασης. Η χρήση της λέξης "ιστορίες" στον τίτλο, δείχνει ότι ο Barker επιθυμεί τα γραπτά του να αντιμετωπιστούν σαν μια αυτο-συνείδητη λογοπλαστική κατασκευή, και η προσέγγισή του είναι ευθεία: "...ήταν η Scrubs, φυλακή προσαρμογής για πρωτάρηδες. Το μπατσάδικο που μας συνόδευε ξαφνικά έκανε αναστροφή. Πρόλαβα μια εικόνα μιας μεγάλης πύλης να ανοίγει κι είδα ότι μας περιμένανε, έντονα φώτα παντού, γουώκι-τώκι, κραυγές. Οι πολύωρη αγρύπνια μου, η ωχρότητα της κόπωσης ήταν έκδηλη κάτω απ' αυτόν τον φωτισμό..." (σελ. 17-18). Εδώ ο Barker παίζει με πολιτιστικά κλισέ σχετικά με τις γκρίζες πύλες της φυλακής και αυτό είναι μια συναισθηματική βία, είναι υπερβολικά κουρασμένος για να αντιδράσει με φόβο. Ενώ η παρατήρηση ότι τους περίμεναν, από την άλλη, μοιάζει σχεδόν καλοπροαίρετη. Αυτός ο τόνος απάθειας είναι ένα πλήρως συνειδητό ξεφούσκωμα του κοινότυπου μελοδράματος που συναντούμε σε μυριάδες καλλιτεχνικές αναπαραστάσεις της εισόδου ανθρώπων στη φυλακή. Σχετικά με τα πολλά ζητήματα που μπορούν να σημειωθούν μέσα από όρους όπως ρεπορτάζ και φορμαλισμός, ο Barker σημειώνει: "Δεν ήμουν καλός τότε, ούτε και είμαι έκτοτε, καθόλου καλός στο να κρατάω σημειώσεις, με την έννοια του να καταγράφω πράγματα τα οποία βλέπω κι ακούω, για μελλοντική χρήση - όμως ήθελα να μπω στο νόημα και στη ροή των τόσων συζητήσεων, ειδικά αυτών που λάμβαναν χώρα όταν ήμασταν πολλοί σ ένα κελί. Και φυσικά, ήθελα να τις φουντώσω, να πουλήσω μούρη ακόμα, με αστεία και πλάκες. Είναι πάντως ένας αρκετά ειλικρινής γενικός απολογισμός στον οποίο αποτελώ ολοένα και περισσότερο την "σοσιαλδημοκρατική" φωνή, τουλάχιστον έτσι όπως το βλέπω εγώ".
Τον περισσότερο καιρό, δε συμβαίνει τίποτα στον απολογισμό του Barker για τα επτά χρόνια φυλάκισής του, για τις δράσεις της Οργισμένης Ταξιαρχίας, όμως, ως αποτέλεσμα, τα μικρά πράγματα μεγεθύνονται. Σε κάποια σημεία, κάτι τέτοιο δημιουργεί μια αίσθηση αποπροσανατολισμού που μου θυμίζει τον Beckett. Στο πως, όπως ο Barker, δημιουργικά αναπτύσσουν μια αίσθηση ανίας ώστε να προσομοιάσουν τα αδιέξοδα του λογοτεχνικού μοντερνισμού. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν είναι απλά μια περίπτωση πρωτοποριακών αντι-αφηγητικών τρικ που συνειδητά εκτυλίσσονται ως μια μεταμοντέρνα τροπή, καθώς ο Barker την ίδια στιγμή περικόπτει αυτά τα εντροπικά συμπτώματα με αστείες και παράξενες ιστορίες. Ανάμεσά τους υπάρχει μια εξιστόρηση της σαστισμένης αντίδρασης των γύρω του, όταν ένας φίλων του στέλνει με το ταχυδρομείο ως δώρο ένα ψεύτικο ποντίκι. Δεδομένης της αφόρητης μονοτονίας της ζωής στη φυλακή, οι ιστορίες του Barker για το ψεύτικο ποντίκι παίρνουν τεχνητά επικές διαστάσεις. Ενώ στοιχεία μιας εξεζητημένης καλλιέργειας βρίσκονται διάσπαρτα επίσης στις ιστορίες του Barker: προτιμά να δίνει έμφαση σ' άλλα πράγματα: "Όπως είπα στο εξώφυλλο, η ώθηση να γράψω ήρθε από την πρώτη εμφάνιση των Brownie stories στα Republican News - τα οποία τα φιλαράκια μου του IRA λάμβαναν στη φυλακή, το 1976, ιστορίες στο Long Kesh".
Η μελέτη του Barker είναι εκλεκτική, και χρησιμοποιεί το γράψιμό του ώστε να βρει προσεχτικά το δρόμο του μέσα απ' αυτήν: "Όπως ήρθαν τα πράγματα, βρίσκω πλέον την επιρροή του Chandler να έχει εξαπλωθεί σε καταστροφικό βαθμό. Έγραψα όμως αρκετά στο στυλ της πρόζας των πρώτων τεσσάρων βιβλίων του Len Deighton και είμαι σίγουρος ότι ήταν μια ασυνείδητη επιρροή, βρίσκεται απλά κάπου εκεί. Ήμουν στη φυλακή πάλι αρκετά τυχερός που ο φίλος μου ο Philippe Garnier μου έστειλε τα πρώτα δυο ή τρία βιβλία του Bukowski μόλις βγήκαν. Αυτά τα τρία βιβλία τα δάνεισα σε πολλούς, πάρα πολλούς κρατούμενους, κι άφησα τελικά τη φυλακή χωρίς αυτά. Φυσικά, στη βιβλιοθήκη της φυλακής υπήρχαν σωροί σκουπιδιών αλλά υπήρχαν και μερικά πραγματικά διαμάντια, από τα οποία πιο σημαντικά μου φάνηκαν τα γραπτά του Ρώσου συγγραφέα Konstantin Paustovsky. Είναι πολιτικοποιημένος, και παρά τις δυσκολίες, τον πόνο, σε κάνει να σκέφτεσαι ότι η ζωή είναι υπέροχη και αξίζει απόλυτα να την ζεις. Ακόμα κι αν δεν έχει σε εκτίμηση τον Makhno, πιστεύω ότι αξίζει".

Ακόμη περισσότερο κι απ τα βιβλία, το Bending The Bars βλέπει τις ταινίες και την τηλεόραση ως highlights της εβδομάδας στη φυλακή. Ωστόσο, ο Barker γενικά αδιαφορεί για τις εξωτερικές παγίδες ενός φιλμ, όπως ο τίτλος, τα αστέρια ή ο σκηνοθέτης. Αντίθετα, οι ταινίες λειτουργούν ως ένα είδος εξωτερικευμένης υποκειμενικότητας, κι ως τέτοιες η λειτουργία τους ως θέαμα ταυτόχρονα βρίσκει τον εκθειασμό και την άρνησή της. Δεδομένης της εμμονής του Hollywood με το έγκλημα, δεν θα έπρεπε ίσως να εκπλήσσει κανέναν ότι στις ταινίες που προβάλλονται στις φυλακές κυριαρχούν οι ταινίες για το έγκλημα. Παρόλο που ο Barker δεν το καταθέτει αναλυτικά, το συμπέρασμα που πρέπει να βγει είναι ότι είναι το ποινικό σύστημα που παράγει εγκληματίες κι όχι το ανάποδο. Οι μαφιόζοι για πολλά χρόνια είχαν ως πρότυπο τους γκάνγκστερς, έτσι όπως αποτυπώνονται στις ταινίες. Στην ίδια την πράξη της προβολής ταινιών εγκλήματος σε κρατουμένους, τα σωφρονιστικά ιδρύματα φανερώνουν την πραγματική τους λειτουργία ως σχολεία του εγκλήματος. Εφόσον, όπως κατέδειξε ο Marx αρκετό καιρό πριν, σε μια υποσημείωση της Θεωρίας της Υπεραξίας, ο αστυνομικός, ο δικαστής και ο χαφιές, όλοι εξαρτώνται από το έγκλημα για την εργασία τους, είναι αναπόφευκτο ότι η δικονομική γραφειοκρατία θα θελήσει μια αύξηση του εγκλήματος, καθώς η αύξηση του εγκλήματος είναι η καλύτερη δικαιολογία της αυξανόμενης ανάπτυξης των νομικών και ποινικών υποδομών. Το θεατρικό φαινόμενο των εγκληματιών να παίρνουν ως πρότυπο τους γκάνγκστερς των ταινιών φτάνει στην αρρωστημένη απόληξή του σε μια ιστορία που ο Barker αναφέρει στα 3/4 περίπου το βιβλίου του, για έναν δικαστή του '50 που συνήθιζε να αποδίδει τη θανατική ποινή, ο οποίος ως παιδί το άρεσε να παίζει τον δικαστή που καταδικάζει εις θάνατον. Ο Barker κατανοεί την γκανγκστερική κουλτούρα, όπως ακριβώς κάθε νόμιμο θεσμό, ως ένα ενσωματωμένο στοιχείο του καπιταλιστικού συστήματος - και βλέπει την αλληλεπίδραση που παράγουν και διαμεσολαβούν αυτά τα δυο φαντασιακά. Αναλόγως, ο Barker έχει πλήρη επίγνωση της προβληματικής φύσης των μίντια, περιλαμβανομένων των έντυπων: "Διάβαζα τις προάλλες εκείνο το ρεπορτάζ που έλεγε ότι η βία στην τηλεόραση δεν κάνει τους ανθρώπους βίαιους, τους κάνει πιο αγχωμένους και πιο παθητικούς..." (σελ 101). Ο Barker δε θέλει να κάνει τους ανθρώπους αγχωμένους ή παθητικούς, θέλει να τους κάνει να ζήσουν. Ωστόσο, είναι αρκετά έξυπνος ώστε να αναγνωρίζει ότι η τηλεόραση δεν είναι ένας μονόδρομος απόλυτα, και περιγράφει πολύ προσεκτικά το αποτέλεσμα της απευθείας μετάδοσης της εξέγερσης της φυλακής του Hull, ενώ ο ίδιος ήταν μέσα. Κάτι τέτοιο ανοίγει περισσότερα θέματα, απ' όσα μου επιτρέπει ο χώρος εδώ να αναπτύξω, από το πώς προσδιορίζεται η βία μέχρι το αν- όταν διαβάζεται στο πλαίσιο που υπάρχει- η πρόταση που αντέγραψα από το βιβλίο του Barker μόλις πριν αυτοαναιρείται σε μια αυτο-συνείδητη πράξη ρετρό-μοντερνιστικής άρνησης.

Μια κυρίαρχη δραστηριότητα αναψυχής στη φυλακή είναι η λήψη ναρκωτικών, και κανένα βιβλίο από τη φυλακή κάποιου με παραβατικό παρελθόν δε θα ήταν πλήρες χωρίς μια αναφορά σ αυτό. Σε κάτι που ίσως αποτελεί το κορυφαίο σημείο του Bending The Bars, o Barker χρησιμοποιεί κυκλικό κι επαναλαμβανόμενο λόγο για να περιγράψει και ταυτόχρονα να αναπαραστήσει το πρώτο του ολισθηρό ταξίδι με acid στη φυλακή. Αφηγείται επίσης μια διασκεδαστική ιστορία για το πως οι κρατούμενοι έκαναν έναν χαφιέ να τα 'ξεράσει όλα' με acid. Ωστόσο, αλκοόλ, στριφτά και τσιγαριλίκια αποδεικνύονται να είναι τα βασικά συστατικά της φυγής του Barker από την μιζέρια της φυλακής, και περίπου στο μέσον του βιβλίου γράφει: "Σταμάτησα να κάνω acid στη φυλακή. Το έκτο ταξίδι ήταν το ίδιο με το πέμπτο, μόνο πιο βαρετό" (σελ 56). Το πιο σημαντικό που έχουμε να θυμόμαστε για τις δραστηριότητες που φαινομενικά εξυπηρετούν τάσεις φυγής, όπως αυτές, είναι ότι ταυτόχρονα είναι συλλογικές. Ένα από τα πιο φανερά μαθήματα του βιβλίου είναι ότι η αλληλεγγύη είναι ο μόνος τρόπος να βελτιώσεις τα πράγματα είτε εντός είτε εκτός της φυλακής. Ο Barker περιγράφει έναν αριθμό διαμαρτυριών της φυλακής. Όμως, εξίσου σημαντικό, με τον τρόπο του, είναι οι κρατούμενοι που μαγειρεύουν ή παίζουν μουσική μαζί. Θα πρεπε να είναι αδιαμφισβήτητο ότι είναι η δι-υποκειμενική σχέση που μας κάνει ανθρώπους, πράγμα που εξηγεί για ποιο λόγο χρησιμοποιείται η απομόνωση προκειμένου να μεταμορφώσει τους κρατουμένους σε εξ-ατομικευμένους αστούς και ταυτόχρονα σε κάτι λιγότερο από έναν εξατομικευμένο αστό. Προφανώς , το να είσαι αστός είναι εξ ορισμού κάτι λιγότερο από το να είσαι ένα πλήρως πραγματωμένο ανθρώπινο ον, μιας και το να είσαι μέρος μιας τάξης σημαίνει αναγκαστικά ότι είσαι αλλοτριωμένος. Σ ένα σημείο, ενώ περιγράφει τα συναισθήματα στενοχώριας που βιώνει, ο Barker γράφει: "Κάθε ζήτημα που θα έπρεπε να είναι πολιτικό, γίνεται ατομικό, ζήτημα του κατά πόσον είμαι συνεπής με τον εαυτό μου, πως αντιμετωπίζω τον εαυτό μου..." (σελ. 85). Αν αυτό δεν είναι μια επίθεση στις υπάρξιστικές παρανοήσεις αυθεντικότητας, τότε δεν ξέρω τι είναι, ιδιαίτερα καθώς το βιβλίο γράφτηκε στο μεγαλύτερο μέρος του στη φυλακή.

Ο Barker γράφει για τις ιστορίες του: "Η πλειοψηφία τους γράφτηκε μέσα στα τελευταία 2-3 χρόνια πριν το '78 οπότε αποφυλακίστηκα. Νομίζω, στο σύνολό τους τέλειωσαν. Ήμουν στο μεταξύ πολύ απασχολημένος να απολαμβάνω την ελευθερία και την πολιτική δράση, στις αρχές του 1980." Το να βγει το γραπτό έξω από τη φυλακή δεν ήταν ιδιαίτερο πρόβλημα, αλλά και δεν περιείχε τίποτα το ρομαντικό, όπως το να βγει λαθραία, καθώς, κατά τον Barker και πάλι: "Υπάρχει ένα απόσπασμα στο βιβλίο για μια απόφαση που πρέπει να πάρεις για τη λογοκρισία της φυλακής, που εκτός συγκεκριμένων πραγμάτων που προφανώς έπρεπε να αποφύγεις, πρέπει να την αγνοείς. Κι έπειτα στο τέλος της ποινής, επιτρέπεται να πάρεις μαζί σου τα πράγματά σου, τα βιβλία, τις σημειώσεις κλπ."

Το Behind The Bars είναι ένα βιβλίο για τη φυλακή, κι ενώ ο Barker αναφέρει κάποια από τα γεγονότα που οδήγησαν στη δεκαετή φυλάκισή του, δεν το κάνει με τον ίδιο τρόπο όπως όταν έγραψε μια κριτική επιθεώρηση του βιβλίου του Tom Vague "Anarchy In The UK: The Angry Brigade (AK Press, Edinburgh 1997)", για την εφημερίδα Transgressions: "Το βρήκα επώδυνο να σκεφτώ ξανά το παρελθόν, να το κάνω για πρώτη φορά μετά από τόσο καιρό. Δεν μετανιώνω για ό,τι έκανα... Αλλά "εγώ" του τότε, μου φαίνομαι πολύ μακρινός και, αν και σέβομαι τα όσα έκανα, τα βλέπω κριτικά και όχι με συμπάθεια. Μέρος της ρητορικής και του κάπως ηθικού αισθήματος δικαιοσύνης "με το μέρος μας" των προκηρύξεων της Οργισμένης Ταξιαρχίας με κάνουν πια να μαζεύομαι... Οι επιθέσεις της Οργισμένης Ταξιαρχίας εναντίον άψυχων στόχων, έγιναν κυρίως στη διάρκεια της διακυβέρνησης του κυρίου Edward Heath. Μας συνέλαβαν τον Αύγουστο του 1971... Το σύγχρονο βρετανικό κράτος έπαιξε σύμφωνα με τους κανόνες, μέχρι που τους τροποποίησε όπως ήθελε, μέχρι τελικά να τους καταργήσει εντελώς. Έναν χρόνο αργότερα, 13 κάτοικοι του Derry σε μια ειρηνική διαδήλωση δολοφονήθηκαν από τις ένοπλες υπηρεσίες του βρετανικού κράτους. Ήμουν στη φυλακή τότε και μου φάνηκε ότι το βρετανικό κράτος θέλησε τον IRA, θέλησε μια στρατιωτικοποίηση του αγώνα στην Ιρλανδία, την προτιμούσε από το Free Derry και τον δημοκρατικό κομμουνισμό στην πράξη... Οι πολλοί και διάφοροι άνθρωποι που αναλάμβαναν δράσεις της Οργισμένης Ταξιαρχίας δεν ήταν ιδιαίτερα εξοικειωμένοι με την παρανομία, η οποία είναι αναπόφευκτα ελιτίστικη όταν δεν πηγάζει από ένα μαζικό κίνημα... Το στοιχείο του κριτικού σεβασμού που νιώθω τώρα είναι ότι ήμασταν συνεπείς σχετικά με τα όσα νιώθαμε και σκεφτόμασταν και πάνω στα οποία δρούσαμε. Τα κάναμε και περνούσαμε καλά, κάτι που χρηματοδοτούνταν κυρίως με ψεύτικες επιταγές. Όμως τότε, γιατί οι βόμβες, μια τακτική του 19ου αιώνα, που εύκολα πήρε μια αναρχική ταμπέλα (κάτι που δεν ήμασταν), υποχρεωτικά παράνομη και, δεδομένου του ότι δεν θέλαμε να βλάψουμε κανέναν, αναγκαστικά περιορισμένη ως προς τις ζημιές που θα μπορούσε να προκαλέσει... νιώθαμε σαν να τους χτυπούσε, χωρίς να μπορούν να χτυπήσουν εμάς... Όλη η φάση με την Οργισμένη Ταξιαρχία ήταν ότι χαροποιούσε τους σχετικά ανίσχυρους για λίγο. Όμως ήταν υπερβολικά ξένη προς αυτούς... Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι δεν ήμασταν τουλάχιστον σαν εκείνες τις αναίσχυντες αριστερές ομάδες που ενθάρρυναν τους μαύρους νεολαίους να επιτεθούν στα αστυνομικά τμήματα μετά τον θάνατο του Colin Roache, κι έπειτα τους αποκήρυσσαν όταν το έκαναν πράξη με μολότοφ (οι οποίες είναι πολύ πιο δημοκρατικές από τον δυναμίτη)... Αυτό που επεβίωσε και άνθισε από το ελευθεριακό κίνημα και ιδιαίτερα από το γυναικείο κίνημα ήταν ένας σκεπτικισμός σχετικά με το αυτοματοποιημένο "εμείς" της παραδοσιακής αριστερής πολιτικής. Από την άλλη, η έννοια της αυτονομίας (που τώρα πια χρησιμοποιείται στις διαφημίσεις των κινητών τηλεφώνων) ενσωματώθηκε, μέσα από την ήττα, στις παρανοήσεις της "ατομικής ταυτότητας". Η ενότητα σήμερα πρέπει να ξαναδουλευτεί. Όμως μπορεί να γίνει ισχυρότερη από το αυτοματοποιημένο "εμείς" όταν γεννηθεί από τον αμοιβαίο σεβασμό και αν κατορθώσει να συμπεριλάβει αυτούς που εξοργίζονται με την κυβέρνηση των χριστιανο-μπολσεβίκων που έχουμε, καθώς η ρητορική τους της "ενσωμάτωσης" φανερώνεται ως ολοένα και περισσότερο ως πολιτική εξόρισης και απομόνωσης..."
Οι θέσεις που υποδεικνύονται παραπάνω στην επιθεώρηση αυτή του βιβλίου του Tom Vague, είναι εγγενείς στο Bending The Bars. Για να ξαναδηλώσουμε το προφανές, ο Tom Barker είναι ένας ελευθεριακός κομμουνιστής με μια πλήρως αναπτερωμένη κριτική της ιεραρχικής πολιτικής του μπολσεβικισμού.





( Για το βιβλίο: BENDING THE BARS: PRISON STORIES by John Barker, Christie Books, Hastings 2002, 123pp, eBook £7.50/χάρτινο εξώφυλλο £12.00-$15 σκληρό εξώφυλλο.
Το άρθρο εμφανίστηκε αρχικά στο metamute: http://www.metamute.org/en/node/6241 και είναι του βρετανού Stewart Home: http://www.stewarthomesociety.org/pol/barker.htm
Σημειώσεις: Η Οργισμένη Ταξιαρχία έδρασε στα 1970-72. Ήταν ένα χαλαρό δίκτυο ανταρτών πόλης, με βασικές θεωρητικές τους αναφορές τους καταστασιακούς, αναρχικούς και αντιεξουσιαστές κομμουνιστές. Κινηματικά μπορούν να ενταχθούν στη γενιά των ομάδων δρόμου (ΗΠΑ), των Motherfuckers (ΗΠΑ), του King Mob (Αγγλία), του Κινήματος 2 Ιούνη (Γερμανία), των Os Cangaceiros (Γαλλία)... Συνολικά τους αποδίδονται γύρω στις 25 βομβιστικές επιθέσεις. Η δίκη τους, από τις 30 Μάη έως τις 6 Δεκέμβρη 1972, ήταν η μακροβιότερη στην αγγλική ιστορία, καταδικάζοντας τους John Barker, Jim Greenfield, Hilary Creek και Anna Mendleson σε 10 χρόνια φυλάκισης ενώ αθωώθηκαν τελικά ο Stuart Christie (που είχε ήδη φυλακιστεί στην Ισπανία για απόπειρα εκτέλεσης του Φράνκο με εκρηκτικά) και η Angela Mason, μετέπειτα γνωστή ριζοσπαστική φεμινίστρια, και άλλοι.

Περισσότερες πληροφορίες στα: http://www.geocities.com/pract_history/barker.html (επισκόπηση από τον Barker του βιβλίου του Vague) - http://www.geocities.com/anarcores/angry.html (3 αναλήψεις ευθύνης, στα ελληνικά) - http://www.spunk.org/texts/groups/agb/sp000540.txt (χρονοδιάγραμμα των δράσεων της Οργισμένης Ταξιαρχίας).
Επίσης, έχει εκδοθεί στα ελληνικά βιβλίο με τις δράσεις και τα κείμενα της Οργισμένης Ταξιαρχίας από την Συσπείρωση Αναρχικών, πλέον εξαντλημένο. (Σκοπεύουμε, όμως, να το επανεκδώσουμε σύντομα)


Μετάφραση: ...για τη διάδοση της μεταδοτικής λύσσας, Μάρτης 2008
για το έντυπο Ασύμμετρη Απειλή