6/1/14

Για το (αυτο)ξεπέρασμα του μηδενισμού

(Το παρακάτω κείμενο δημοσιεύθηκε  στο πρώτο και μοναδικό τεύχος του εντύπου "Αιρετικό")


Όχι πως θέλω να φανώ αγνώμων απέναντι σε αυτή την αρρώστια. Υποστηρίζοντας σε αυτό το κείμενο πως ο μηδενισμός βλάπτει, επιθυμώ εξίσου να πω ότι είναι και απαραίτητος -στον επαναστάτη. Άλλοι μπορούν να επιβιώσουν μια χαρά χωρίς τον μηδενισμό: ο επαναστάτης όμως δεν είναι ελεύθερος να παραμερίσει τον μηδενισμό. Πρέπει να είναι η κακή συνείδηση της εποχής του -γι’ αυτό πρέπει να τη γνωρίζει όσο γίνεται καλύτερα. Ποιος είναι καλύτερος οδηγός για το λαβύρινθο της μοντέρνας ψυχής από τον μηδενισμό, πού θα βρίσκαμε πιο εύγλωττο ψυχολόγο από τον μηδενισμό; Μέσω του μηδενισμού η νεωτερικότητα μιλά την πιο μύχια γλώσσα της: δεν κρύβει ούτε τα καλά, ούτε τα κακά της, έχει απαλλαγεί από όλες τις ντροπές της. Και ανάποδα: κανείς κρίνει με ακρίβεια την αξία του μοντέρνου όταν έχει ξεκαθαρίσει μέσα του τα καλά και τα κακά τον μηδενισμού. Το καταλαβαίνω απολύτως να λέει ένας επαναστάτης σήμερα “μισώ τον μηδενισμό, αλλά δεν αντέχω πια καμιά άλλη επανάσταση”. Θα καταλάβαινα όμως κι έναν επαναστάτη που θα υποστήριζε: «Ο μηδενισμός ανακεφαλαιώνει τη νεωτερικότητα. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος, πρέπει πρώτα να γίνουμε μηδενιστές…"
(μικρή μεταστροφή από Φρ. Νίτσε)

Απαραίτητη διευκρίνιση
Η συγγραφή του κειμένου αυτού ξεκίνησε το 2009 και αφού έμεινε για αρκετό καιρό στο «συρτάρι», πήρε την τελική του μορφή αρκετούς μήνες πριν τα τραγικά γεγονότα της Marfin. Τραγικά όχι μονάχα λόγω του θανάτου των τριών εργαζομένων, αλλά και γιατί ουσιαστικά φρενάρησαν μια λαϊκή εξέγερση εναντίον του Δ.Ν.Τ και της κυβέρνησης. Έτσι, αν η 6η Δεκέμβρη σήμανε την ευρύτερη ριζοσπαστικοποίηση της κοινωνίας, η 5η Μάη σήμανε την προσωρινή υποχώρηση.

Όλο αυτό το διάστημα πολλά ακούστηκαν περί μηδενισμού. Το ζήτημα όμως του μηδενισμού δεν αφορά μονάχα μια τάση του αναρχικού «χώρου» (έστω και περιφερειακή ή "περιθωριακή"). Ολόκληρη η εποχή μας και η κοινωνία είναι βαθιά μηδενιστική και το ξεπέρασμα του μηδενισμού αυτού δεν γίνεται με ευεργετικές απεραντολογίες περί κάποιας γενικής και αόριστης (πάντα ομιχλώδους) ελευθερίας.

Το γνήσιο ξεπέρασμα του μηδενισμού πραγματώνεται θετικά μόνο μέσω ενός κινήματος που θα παλέψει για ένα συγκεκριμένο σκοπό: για την κοινωνική επανάσταση και την δημιουργία της αταξικής κοινωνίας. Μάλιστα, στη σημερινή συγκυρία της επίθεσης του κεφαλαίου και της σταδιακής αφύπνισης των προλετάριων διεθνώς, ένα γνήσια επαναστατικό κίνημα που θα μάχεται στην πράξη για τον κοινωνικό μετασχηματισμό θα παίξει καταλυτικό ρόλο στο ξεπέρασμα όχι μόνο του περιορισμένου “αναρχικού” μηδενισμού, αλλά και του ευρύτερου κοινωνικού μηδενισμού. Το προλεταριάτο ήδη ενσωματώνει αναρχικά συνθήματα ενεργητικού μηδενισμού («να καεί το μπουρδέλο η βουλή»). Στην εξελικτική του κίνηση πιθανότατα να ενσωματώσει (όπως παλιότερα) και τις επαναστατικές ιδέες και πρακτικές, ξεπερνώντας αυτόν τον απλοϊκό -αλλά αναγκαίο ως πρώτο βήμα- μηδενισμό. Γιατί όχι; Τα πάντα ρει…

Αντί εισαγωγής
«Κι αν από τώρα κι ύστερα σου λείψουν όλες οι σκάλες, πρέπει να μάθεις να πατάς στο ίδιο σου το κεφάλι: πώς αλλιώς θα ήθελες να ανέβεις ψηλότερα;» Νίτσε
Ο αναρχικός μηδενισμός είναι μια πολύ σημαντική συνιστώσα του ριζοσπαστικού κινήματος και με την ενεργητικότητα του έχει προσφέρει πολλά. Σε περιόδους κοινωνικής νηνεμίας βοήθησε στη διατήρηση πολλών δυνάμεων του επαναστατικού κινήματος, όταν άλλοι είτε λάκιζαν απογοητευμένοι από το «μάταιο του αγώνα» και ενσωματώνονταν στη ταξική κοινωνία, είτε προσεύχονταν για την έλευση της Αγίας Ιστορικής Αναγκαιότητας, τότε που οι ουρανοί θα σχιστούν και θα βρέξει επανάσταση. Ο μηδενισμός λοιπόν στην ενεργητική του μορφή επανέφερε την επαναστατική δράση από το ακαθόριστο μέλλον σε χρόνο ενεστώτα και εν μέσω κοινωνικής ειρήνης κάλυψε την ανάγκη για υπαρξιακή ανταρσία, ανάγκη που είναι θεμελιώδης για το επαναστατικό κίνημα (ας θυμηθούμε ότι για τον Μαρξ η επανάσταση δεν είναι μόνο μια διαδικασία αλλαγής του κόσμου αλλά και μια ταυτόχρονη διαδικασία ατομικής πραγμάτωσης). Ο επαναστάτης δεν θυσιάζεται για την κοινωνία, λέει ο Μαρξ, αλλά αντίθετα θυσιάζει την υπάρχουσα κοινωνία. Ίσως αυτά τα λόγια να πέφτουν βαριά στα στομάχια των ορθόδοξων... Η επανάσταση δεν είναι ένα έξωθεν επιβαλλόμενο καθήκον που πρέπει να εκτελεστεί από ανιδιοτελείς αυτοθυσιαζόμενους οσιομάρτυρες. Αντίθετα, εμπεριέχει και την ατομική ανταρσία, καθώς είναι εκείνο το σημείο όπου η αλλαγή του εαυτού συναντά την αλλαγή του κόσμου.
Ο μηδενισμός λοιπόν προσέφερε πολλά στο ριζοσπαστικό κίνημα. Αλλά ο ακτιβισμός δεν αρκεί. Ο μηδενισμός έχει τα όρια του, τους περιορισμούς του. τις αδυναμίες του και μπορεί να αποτελέσει τροχοπέδη για την παραπέρα ανάπτυξη του ριζοσπαστικού κινήματος. Ο σεχταρισμός, ο ελιτισμός, η αυτοαναφορικότητα, ο ακραίος βολονταρισμός, η μεγαλοστομία, ο φετιχισμός, ο πεσιμιστικός ντετερμινισμός, η (κατά φαντασία) αρνησικοσμία και άλλα εγγενή προβλήματα του μηδενισμού δημιουργούν στασιμότητα και από τα στάσιμα νερά μόνο δηλητήριο μπορούμε να περιμένουμε.

Ο μηδενισμός εκπλήρωσε τον ιστορικό του σκοπό, τώρα πρέπει να ξεπεραστεί, αλλά όχι να ενταφιαστεί. Το διαλεκτικό σχήμα της Αρνησης της Αρνησης είναι ιδανικό για το σκοπό μας: καταργεί τη μορφή αλλά όχι και το περιεχόμενο. Το περιεχόμενο υψώνεται σε νέα ανώτερα επίπεδα. Με δυο κουβέντες, το κείμενο αυτό δεν προσπαθεί μόνο να εντοπίσει τις ρίζες του μηδενισμού στον πεσιμισμό και να κριτικάρει τις αδυναμίες του, αλλά και να υποστηρίξει ότι το περιεχόμενο του μηδενισμού μπορεί και οφείλει να βρει μια ανώτερη έκφραση μέσα από ένα κίνημα γνήσια ριζοσπαστικό, γνήσια αντισυστημικό, γνήσια επαναστατικό. Ένα κίνημα που από τα μέσα θα θέτει και ένα σαφή σκοπό: μια ελεύθερη κοινωνία ελεύθερων ατόμων, μέσα από την καταστροφή του κράτους, της μισθωτής εργασίας και της ιδιωτικής ιδιοκτησίας. Μηδενιστές! Αλλη μια προσπάθεια να γίνουμε επαναστάτες!!

Ι.
Ο πεσιμισμός ως γεννήτορας του μηδενισμού
«Ο μηδενισμός ως ψυχολογική κατάσταση πραγματοποιείται όταν έχουμε αναζητήσει ένα “νόημα” σε όλα τα συμβάντα, τη οποίο δεν βρίσκεται εκεί: έτσι ο αναζητητής χάνει τελικά το θάρρος του. Ο μηδενισμός είναι τελικά η συνειδητοποίηση της μακρόχρονης σπατάλης, η αγωνία του “εις μάτην”, η ανασφάλεια, η έλλειψη κάθε ευκαιρίας να συνέλθουμε και να ανακτήσουμε την ηρεμία μας -η ντροπή απέναντι στον ίδιο μας τον εαυτό, σαν να τον εξαπατήσαμε για πάρα πολύ καιρό.» Φρ. Νίτσε
Παρά τις πολλές και διαφορετικές μορφές που μπορεί να πάρει ο μηδενισμός (άλλωστε υπάρχουν τόσοι μηδενισμοί όσοι είναι και οι μηδενιστές), η βάση του μηδενισμού είναι μία: ο πεσιμισμός. Στην πολιτική της μορφή η απογοήτευση που μπορεί να γεννήσει είτε μια ηττημένη επανάσταση είτε μια επανάσταση που δεν έρχεται, γεννά τον αναρχικό μηδενισμό, στις διάφορες εκδοχές του (ενεργητικός ή παθητικός, βίαιος ή ειρηνικός, αναρχοατομικισμός, ιλλεγκαλισμός. χαοτισμός, νεολαιίστικες υποκουλτούρες -σαν το punk rock, τον νεοχιπισμό κλπ.). Το “εις μάτην” του αγώνα και το “χαμένο νόημα” μεταφράζονται ποικιλοτρόπως, ανάλογα και με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του υποκειμένου. Παρά το διαφορετικό (ακόμα και εχθρικό μεταξύ τους) περιεχόμενο των διαφόρων μηδενισμών, έχουν κι ένα κοινό σημείο: τεμαχίζουν την επανάσταση ανάμεσα στην ατομική υπαρξιακή ανταρσία και στην κοινωνική δράση για την αλλαγή του κόσμου, προτάσσοντας μόνο την πρώτη ως ρεαλιστική και τη δεύτερη ως “ουτοπία” ή “παραμύθι για μικρά παιδιά”. Το ίδιο κάνουν και οι υπερορθόδοξοι επαναστάτες, με τη διαφορά ότι προτάσσουν τη δεύτερη, θεωρώντας την πρώτη ως “μικροαστικό κατάλοιπο”. Αμφότεροι εσχατολογούν ασύστολα, οι ορθόδοξοι φανερά κι από την πόρτα, οι μηδενιστές από το παράθυρο.
Διαβάσαμε κάπου:
«Ζούμε λοιπόν “το τέλος των ιδεολογιών”, όπως αναφέρει ο Φουκουγιάμα [...] Μιλάμε για την απελπισία που εκφράζει την κατάσταση όλων όσων δεν μας έχει απομείνει καμιά ελπίδα να δούμε να αλλάζει η πραγματικότητα που μας επιβάλλουν […] Είμαστε ρεαλιστές και χαιρόμαστε που δεν πρέπει να υπερασπιστούμε το όραμα και την ελπίδα ενός καλύτερου κόσμου που μπορεί να μην έρθει ποτέ [...] Οι παράνομες Επαναστατικές οργανώσεις δεν είναι εργαλεία για τον κόσμο του μέλλοντος αλλά πρόταση ζωής για το σήμερα».
Η αποσαρκωμένη εσχατολογία θεωρεί ότι ζει στην εσχατιά της ιστορίας. Όπως κάθε αντιδιαλεκτική ερμηνεία της πραγματικότητας βλέπει τα γεγονότα ως απόλυτα, ασύνδετα και ακίνητα. Η εθελόδουλη κοινωνία ως συμπαγές σύνολο θα μείνει για πάντα έτσι, χωρίς να κινηθεί ποτέ. Το κέρμα της μελλοντολογίας έχει ριφθεί: η πραγματικότητα θα μείνει απαράλλαχτη. Οπότε τι κάνουμε; Ευνουχίζουμε την επανάσταση και το νόημα της ως ενότητας Ατομικής και Κοινωνικής Ανταρσίας και την βαπτίζουμε εκ νέου ως μια απλή “πρόταση ζωής”. Το συντηρητικό μήνυμα της δημιουργίας μιας απλής “ένοπλης όασης” μέσα στο υπάρχον βαπτίζεται “επαναστατική αυτονομία”. Ταυτόχρονα τεμαχίζεται ιδεατά το παρόν από το μέλλον (όσο για το παρελθόν αυτό έχει εξοριστεί οριστικά στα Τάρταρα του Αρνητικού…) λες και οι πράξεις του παρόντος δεν δημιουργούν την μελλοντική πραγματικότητα, λες και το μέλλον φυτεύεται από τους ουρανούς, λες και το χωροχρονικό συνεχές μπορεί να διασπαστεί έτσι απλά, με ένα διάταγμα της Μεταφυσικής. Κι αυτό αποκαλείται ρεαλισμός!!!

Όταν εξετάζουμε ένα κοινωνικό φαινόμενο μόνο με τον τρόπο που εμφανίζεται στο παρόν (ως ακίνητη φωτογραφία της στιγμής), τότε απορροφούμαστε από την μεταφυσική σκέψη. Ένα φαινόμενο πρέπει να το εξετάζουμε διαλεκτικά, όχι μόνο στην παρούσα του μορφή αλλά και στην κίνηση του, στη δυναμική και στις δυνατότητες που εμπεριέχει, καθώς και στην αλληλεπίδραση του με άλλα φαινόμενα. Όπως έγραφε ο Ένγκελς: «Δεν πρέπει να αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο ως σύμπλεγμα έτοιμων πραγμάτων, αλλά ως σύμπλεγμα διαδικασιών, όπου φαινομενικά σταθερά πράγματα και παρόμοια οι ιδεατές απεικονίσεις τους στο μυαλό μας, οι έννοιες, υφίστανται αδιάκοπη αλλαγή γίγνεσθαι και θανάτου». Ρεαλισμός, λοιπόν, είναι η εξέταση των γεγονότων στην κίνηση τους και όχι ο κάθε είδους ντετερμινισμός που προτάσσει είτε την ακινησία των κοινωνικών φαινομένων είτε την προδιαγεγραμμένη κίνηση τους στις ράγες του μηχανιστικού κισμέτ.

Η κυρίαρχη τάση κάθε εποχής βλέπει τον εαυτό της ως έκφραση των καθολικών συμφερόντων ολόκληρης της κοινωνίας, εξ ου και το αναμασημένο ιδεολόγημα του “τέλους των ιδεολογιών”. Ιδεολόγημα πολύ παλιότερο από τον απολογητή του νεοφιλελευθερισμού Φουκουγιάμα (και αδρά χρηματοδοτούμενου βεβαίως -βεβαίως…). Οι κυρίαρχες τάξεις που αποζητούν τη διαιώνιση του ταξικού διαχωρισμού και των ιδιαίτερων συμφερόντων τους πάντα έχουν ανάγκη τον μεταφυσικό τρόπο σκέψης, ώστε να παρουσιάζουν την εκάστοτε κοινωνική δομή ως φυσικά δοσμένη και αμετάβλητη. Οι επαναστάτες όμως, εάν θέλουν να είναι τέτοιοι πέρα από το να αυτοαποκαλούνται ως τέτοιοι, καμιά σχέση δεν πρέπει να έχουν με αυτόν τον αντιδιαλεκτικό τρόπο σκέψης και να κάνουν επικλήσεις στον Φουκουγιάμα.

Η πηγή του απαισιόδοξου αυτού ντετερμινισμού γίνεται φανερή από τα παραπάνω αποσμάτα: “η απελπισία” όλων εκείνων που “δεν τους έχει απομείνει καμιά ελπίδα” για κοινωνική αλλαγή. Επιστρέφουμε λοιπόν στις πεσιμιστικές ρίζες του μηδενισμού…

ΙΙ.
Σε ποιες, όμως, ιστορικές περιόδους εμφανίζεται ο μηδενισμός; Όταν η κοινωνική ειρήνη προκαλεί την ύφεση του επαναστατικού κινήματος, τότε κάποιοι μαχητές που κυλάει αίμα στις φλέβες τους απαντούν αντανακλαστικά στην παρακμή αυτή, εγκαταλείποντας την ιδέα της κοινωνικής επανάστασης αλλά όχι την άμεση δράση. Εγκαταλείπουν δηλαδή το περιεχόμενο της επανάστασης, διατηρώντας την εξωτερική της μορφή. (Φυσικά υπάρχει και ο παθητικός μηδενισμός που εγκαταλείπει και τα δύο ταυτόχρονα, αλλά εδώ μας ενδιαφέρει μόνο εκείνη η μορφή μηδενισμού που εμπεριέχει σπερματικά τις δυνατότητες του αυτοξεπεράσματος).

Έτσι, για παράδειγμα, ο ρωσικός νιχιλισμός του 19ου αιώνα γεννήθηκε όταν ένα υπεραισιόδοξο επαναστατικό, υλιστικό και επιστημονικό κίνημα επιχείρησε την “κάθοδο προς τον λαό” και γνώρισε την αδιαφορία, την ήττα και την απογοήτευση. Παρόλα αυτά όμως. ο ρωσικός νιχιλισμός δεν εγκατέλειψε την ιδέα της κοινωνικής επανάστασης. Οι διαψευσμένες ελπίδες ενεργοποιούν και τον ευρωπαϊκό αναρχοατομικισμό: τόσο η ήττα της σπουδαιότερης προλεταριακής εξέγερσης, της παρισινής κομμούνας, όσο και η αποκαθήλωση της εργατικής τάξης ως αδιαμφισβήτητου και αυτόματου φορέα της επανάστασης προκάλεσαν αντανακλαστικά την άνοδο μηδενιστικών και ατομικιστικών ρευμάτων. Τόσο ο ρωσικός όσο και ο ευρωπαϊκός μηδενισμός, όταν έπαυε η ύφεση του επαναστατικού κινήματος και παρουσιαζόταν ριζοσπαστικοποίηση της κοινωνίας ενσωματώνονταν ξανά στο ευρύτερο κίνημα για την κοινωνική ανατροπή. Μιας και ο μηδενισμός ήταν αντανάκλαση της επαναστατικής ύφεσης δεν είχε λόγους ύπαρξης σε περιόδους κοινωνικών εκρήξεων. Έτσι για παράδειγμα στο πλευρό των κομμουνιστών και των αναρχικών στη γερμανική συμβουλιακή επανάσταση πολεμούν και οι ντανταϊστές, ακόμα και ο στιρνερικός Μαρούτ. Στη Ρωσία στο πλευρό της επανάστασης πολεμούν οι νιχιλιστές και οι φουτουριστές, ενώ ο αναρχοατομικιστής Βικτώρ Σερζ προσχωρεί στον μπολσεβικισμό.

Οι κοινωνικές συνθήκες μέχρι και τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο δεν επέτρεπαν κανένα αναχωρητισμό. Ακόμα και αντικαλλιτεχνικές πρωτοπορίες που έκλιναν προς τον μηδενισμό, όπως το dada και ο σουρεαλισμός, αναπτύσσουν έντονη κοινωνική δράση μέσα στους κόλπους του αναρχικού και κομμουνιστικού κινήματος (άλλωστε, ντανταϊστές ήταν και οι ιδρυτές του Κ.Κ. Ρηνανίας), ενώ το ξαδερφάκι τους στην Ιταλία, ο φουτουρισμός, προσχωρεί τελικά στο φασισμό.
Η κοινωνική κατάσταση στη Ευρώπη άλλαξε άρδην μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η κουρασμένη από τους πολέμους Ευρώπη αναζητά την κοινωνική σταθερότητα.

Η δεκαετία του ΄50 ήταν πράγματι μια δεκαετία σταθερότητας στη Δύση, η οποία μέσα από την υπερεκμετάλλευση του τρίτου κόσμου και την ανάπτυξη των παραγωγικών της δυνάμεων κατάφερε να δημιουργήσει μια σχετική αφθονία στους κόλπους της. Η δεκαετία του ΄60 όμως απέδειξε πως “η ιστορία ξεγελά και τους καλύτερους μαθητές της”. Ένα νέο επαναστατικό κίνημα, πολύμορφο και αντιφατικό, γεννήθηκε, άκμασε και δυστυχώς παράκμασε. Μια παρακμή που ολοκληρώθηκε οριστικά και με την πτώση των καθεστώτων του “υπαρκτού σοσιαλισμού”. Το ήδη κατακρεουργημένο, από αυτά τα καθεστώτα, επαναστατικό κίνημα κατέρρευσε (ανοίγοντας όμως το δρόμο για τη δημιουργία ενός νέου αντιεξουσιαστικού επαναστατικού κινήματος, αφού η τελεσίδικη αποτυχία του εξουσιαστικού μοντέλου επανάστασης γεννά νέες ιστορικές δυνατότητες).

Πλέον, η δυτική κοινωνία ακολουθεί την πορεία που ήδη από την δεκαετία του ’50 δρομολογήθηκε: καταναλωτική κουλτούρα, παθητικότητα, γενίκευση της απολιτίκ διάθεσης, μοιρολατρία, με δυο λέξεις παθητικός μηδενισμός. Η ηττημένη αριστερά, βαθιά μηδενιστική, δεν κάνει τίποτα άλλο από το να γκρινιάζει για τη μη ορθολογική λειτουργία του καπιταλισμού. Ενίοτε συμμετέχει και ως κυβερνητικός εταίρος (ή καλύτερα εταίρα, μιας και είναι πόρνη που αναμφίβολα διαθέτει πνευματική και αισθητική καλλιέργεια) στη διαχείριση του καπιταλισμού. Έτσι η Αριστερά βολεύεται με το ρόλο του παθητικού γκρινιάρη που εξαντλεί την “αγωνιστικότητα” σε τελετουργικές αναπαραστάσεις αγώνων περασμένων εποχών και ο ‘κομμουνισμός’ της μετατρέπεται σε ένα απλό άρθρο πίστης, που παραπέμπεται για το αόριστο μέλλον, όταν ο ουρανός θα βρέξει επανάσταση και θα επικρατήσει η χιλιόχρονη βασιλεία του σοσιαλισμού. Από την άλλη, η Ακρα Αριστερά έχει μείνει προσηλωμένη στη θρησκευτική ανάγνωση του μαρξισμού (και πολλών ακόμα -ισμών) και ακροβατεί ανάμεσα στον στείρο ακαδημαϊσμό, που μακριά από τον καθαρό αέρα της πράξης αποπνέει μούχλα, και στην αιώνια αναμονή της μεσσιανικής έλευσης των αντικειμενικών συνθηκών.
Αναμφίβολα, υπάρχουν ακόμα αρκετές ζωντανές δυνάμεις στην Αριστερά, αλλά πνίγονται μέσα στη γενικότερη παρακμή της. Με λίγα λόγια, η κοινωνική ειρήνη και η συνακόλουθη επαναστατική ύφεση δημιούργησαν μια Αριστερά ενσωματωμένη και βαθιά μηδενιστική (με την παθητική έννοια του όρου). Από την άλλη ο αναρχικός /αντιεξουσιαστικός χώρος, σε μεγάλο βαθμό έμεινε δέσμιος του υπεραυθορμητισμού του (της παιδικής αρρώστιας του αναρχισμού), ο οποίος βοήθησε μεν στο να κρατήσει επαφή με τις “από τα κάτω” κοινωνικές διεργασίες, αλλά δε βοήθησε στην ψύχραιμη ερμηνεία των διεργασιών αυτών.

Έτσι, σε περιόδους κοινωνικής έντασης οι αναρχικοί έβλεπαν εξεγέρσεις και την επανάσταση προ των πυλών, ενώ σε περιόδους ύφεσης γίνονταν απαισιόδοξοι και μοιρολάτρες. Μέσα σε διάστημα δέκα-δεκαπέντε ετών τμήματα του χώρου ακροβατούσαν ανάμεσα στους δύο ντετερμινισμούς: από το “κουφάλες κρατιστές λίγα χρονάκια ακόμα”, στο “οι αντικειμενικές συνθήκες για την αταξική κοινωνία δε θα έρθουν ποτέ”. Εν τέλει η ανάλυση που κάνουν πολλοί αναρχικοί στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στη ψυχολογική κατάσταση στην οποία βρίσκονται και όχι στα εργαλεία ανάλυσης που του παρέχει η πλούσια, πλέον, επαναστατική θεωρία!!

Αυτή η ψυχολογικοποίηση της θεωρίας είναι που σε περιόδους κοινωνικής ειρήνης συμβάλλει στην άνοδο μηδενιστικών ρευμάτων. Και αυτά τα μηδενιστικά ρεύματα δεν είναι τίποτα άλλο από αντανάκλαση αυτής της κοινωνικής ειρήνης, που εκφράζεται είτε με τον ειρηνιστικό νεοχιπισμό, είτε με τον βίαιο αναρχοατομικισμό. Και όσο δεν υπάρχει ένα ισχυρό επαναστατικό κίνημα (άλλη μια αντανάκλαση των κοινωνικών συνθηκών), ώστε να εντάξει στους κόλπους του αυτά τα μηδενιστικά ρεύματα, τόσο αυτά θα γεννιούνται και θα αναπτύσσονται με τα θετικά τους στοιχεία (που δεν είναι λίγα), αλλά και με τα αρνητικά τους (που είναι πολλά).


Μηδενισμός και κοινωνία
Ο Νίτσε έλεγε ότι η απόφαση των χριστιανών να βλέπουν τον κόσμο ‘κακό και άσχημο’ πράγματι, έκανε τον κόσμο κακό και άσχημο. Κατ’ αναλογία και η απόφαση των μηδενιστών να βλέπουν την κοινωνία (ως κοινωνία καθεαυτή) ‘κακή και άσχημη’ συμβάλλει στη διατήρηση μιας κοινωνίας κακής και άσχημης. Επιπλέον, οδηγεί και σε μια τεράστια ιδεολογική στρέβλωση: δεν τεμαχίζουν μονάχα την επανάσταση σε Ατομική και Κοινωνική, αλλά βλέπουν κιόλας την ατομική τους επανάσταση ως εξω-κοινωνικό φαινόμενο: «Απευθυνόμαστε σε όλους αυτούς που έχουν αυτοεξοριστεί από αυτήν την κοινωνία και τα ψεύτικα αγαθά της».

Ο εκκοσμικευμένος ασκητικός μηδενισμός του 19ου αιώνα αντικαθίσταται πλέον με ένα αρνησίκοσμο, αντιασκητικό μηδενισμό ο οποίος δεν θέτει κανένα σκοπό πέρα από την ίδια του την αυτοανακύκλωση, μέσω της αυτοαναφορικής βίας που εμφανίζεται ως ‘πρόταση ζωής’ για το σήμερα (ένα ένοπλο χόμπυ μήπως;). Αλλά τι ζητούσε κάποτε ο ρωσικός μηδενισμός: Ο Ντιμίτρι Πισάρεφ έλεγε: «Σύντροφοι! Χτυπάτε δεξιά και αριστερά, από τούτο κανένα κακό δε συνέβη ούτε θα συμβεί. Μας λένε παράσιτα της κοινωνίας. Λάθος! Θέλουμε να είμαστε χρήσιμοι στην κοινωνία. Απλά επί του παρόντος η άρνηση και η ολοκληρωτική καταστροφή της είναι ό,τι πιο χρήσιμο». Βλέπουμε λοιπόν ότι για τους ρώσους νιχιλιστές η άρνηση και η καταστροφή δεν είναι σκοπός αλλά μέσο (όπως και για τον ιλλεγκαλιστή Μάριους Ζακόμπ η παρανομία είναι ένα προσωρινό μέσο και όχι αυτοσκοπός).
Ακόμα και ο απόστολος της παν-καταστροφικής επανάστασης Νετσάγιεφ έγραφε: «Η μελλοντική οργάνωση (σ.σ. της κοινωνίας) θα προκύψει από το λαϊκό κίνημα και τη ζωή. Αυτό όμως είναι δουλειά των επερχόμενων γενεών. Δική μας δουλειά είναι η παθιασμένη, πλήρης, ολοκληρωτική και ανελέητη καταστροφή». Με δυο λόγια, ο ρώσικος μηδενισμός δεν ήταν αυτοαναφορικός, που έβλεπε τον εαυτό του ως μέσο και σκοπό ταυτόχρονα, αλλά ήταν ένα επαναστατικό κίνημα που έβλεπε την απόλυτη καταστροφή της υπάρχουσας κοινωνίας ως μέσο για την έλευση του κομμουνισμού (του τραχύ και πρωτολείου κομμουνισμού, που ο Μαρξ αποκαλούσε «κομμουνισμό του στρατώνα»).

Αντίθετα, ο σύγχρονος μηδενισμός βλέπει τον εαυτό του σαν όχημα και προορισμό ταυτόχρονα, διακηρύσσοντας την «έξω-κοινωνική» του φύση και τον ένοπλο (ή άοπλο), βίαιο (ή ειρηνικό) αναχωρητισμό. Αυτή η αντίληψη περί οάσεων και ελεύθερων ζωνών ταυτίζει το μέσο με το σκοπό, γιατί απλούστατα λείπει ο σκοπός! Το αισιόδοξο, όμως, στο όλο ζήτημα είναι ότι ο αναχωρητισμός αυτός υπάρχει μονάχα στα κεφάλια των επίδοξων «έξω-κοινωνικών» επαναστατών, γιατί απλούστατα στον ενοποιημένο κόσμο του καπιταλισμού κάθε αυτό-εξορία από την κοινωνία βρίσκεται στις νεφέλες της ιδεολογίας. Στην έρημο του καπιταλισμού όλες οι οάσεις είναι οφθαλμαπάτες…

Δεκεμβριανά 2008
Πραγμάτωση και ξεπέρασμα του Μηδενισμού
«Για τη διαλεχτική φιλοσοφία τίποτα δεν είναι τελικό, απόλυτο, ιερό [...] Το ζήτημα δεν είναι να αρνηθώ κάτι, αλλά να αρνηθώ και την άρνηση του. Πρέπει, δηλαδή, να κάνω την πρώτη άρνηση με τέτοιον τρόπο, ώστε να είναι ή να μην μπορεί να γίνει δυνατή η άρνηση της.» Φρ. Ένγκελς
Η εξέγερση του Δεκέμβρη υπήρξε η έμπρακτη άρνηση του παθητικού μηδενισμού της υπάρχουσας κοινωνίας, που με την παθητικότητα της συντηρεί τη βαρβαρότητα που γεννά ο καπιταλισμός. Γιατί αν δούμε τα κοινωνικά φαινόμενα όχι σταθερά και αμετάβλητα, αλλά στην κίνηση τους, στην αλληλουχία τους, στην αλληλεπίδραση τους και όχι με σύνορα να υψώνονται μεταξύ τους, τότε μόνο μπορούμε να κατανοήσουμε πως πέρα από την από τα πάνω κρατική επιβολή, είναι και η παθητικότητα αυτή που συνδιαμορφώνει την εξουσιαστική πραγματικότητα που οπλίζει το χέρι του κάθε Κορκονέα. Η εξέγερση ενάντια στον παθητικό μηδενισμό της υπάρχουσας κοινωνίας, λοιπόν, δε θα μπορούσε να πάρει άλλη μορφή, πέρα από τον ενεργητικό μηδενισμό. Με δυο λόγια, η κοινωνία πλάθει τους εξεγερμένους που της αρμόζουν.

Μόνο η ιδεολογική τυφλότητα θα μπορούσε να δει πίσω από την έκρηξη του Δεκέμβρη μια «τυφλή» εξέγερση. Τόσο η επιλογή των στόχων (κατά κύριο λόγο στόχοι του κράτους και του κεφαλαίου) όσο και η γεωγραφική εξάπλωση της εξέγερσης σε ολόκληρο σχεδόν τον ελλαδικό χώρο, όχι μόνο δίνουν στην εξέγερση ένα συγκεκριμένο περιεχόμενο, αλλά την καθιστούν ως το σπουδαιότερο κοινωνικό γεγονός της ύστερης μεταπολίτευσης. Αλλά το πιο σπουδαίο δεν είναι η εξέγερση καθαυτή, αλλά οι δυνατότητες και η προοπτική εξέλιξης που εμπεριέχει. Γιατί ως επαναστάτες θα πρέπει να γνωρίζουμε και τα όρια της εξέγερσης. Όσο αναλωνόμαστε σε ύμνους και ψαλμωδίες, τη μουμιοποιούμε, την περιορίζουμε στα στενά όρια της αντιδραστικότητας και του ετεροκαθορισμού (της απλοϊκής άρνησης). Η άρνηση της υπάρχουσας αθλιότητας είναι αναμφισβήτητα το πρώτο βήμα. Η εξέγερση και ο μηδενισμός είναι αναγκαίοι. Το Μηδέν πρέπει να γίνει ο βατήρας που θα μας εκτοξεύσει στο άπειρο και όχι η κινούμενη άμμος που θα μας βουλιάξει.

Η άρνηση της άρνησης, η επαναστατική διαλεχτική είναι το επόμενο. Ο ενεργητικός μηδενισμός πρέπει να ξεπεραστεί διαλεχτικά και να υψωθεί εκ νέου μέσα από ένα αντιεξουσιαστικό ριζοσπαστικό κίνημα. Κι αυτό θα πει: όχι πια «χώρος», αλλά Κίνημα! Όχι αυτό το δήθεν «κίνημα» που εννοούν κάποια αριστερίστικα γκρου-πούσκουλα ή κάποιοι ενσωματωμένοι «αντιεξουσιαστές» σε έκπτωση και οι νεοχίπηδες ακολουθητές τους για να διατηρούν τα πολιτικά τους μαγαζάκια, αλλά η επανάσταση σε διαρκή κίνηση, πολύμορφη και ενεργητική.

Εάν ο Δεκέμβρης απέδειξε κάτι, είναι ότι το τέλος της ουτοπίας είναι μια ουτοπία δίχως τέλος. Εάν δε θέλουμε απλώς να αυτοθαυμάζουμε το επαναστατικό μας είδωλο στον καθρέφτη του σεχταρισμού, του φετιχισμού και της αυτοανακύκλωσης, τότε ας στρώσουμε τον κώλο μας για την ανάπτυξη ενός πραγματικά επαναστατικού /ριζοσπαστικού κινήματος. Αυτό είναι το στοίχημα της εποχής μας.

Επανάσταση ή βαρβαρότητα.

Πολύκαρπος Γεωργιάδης
Δεκέμβρης 2009
Κ.Κ Κορυδαλλού

3/1/14

Οι διασυνδέσεις αντιεξουσιαστών και ποινικών απ’ το 1821 ώς σήμερα

( Κείμενο που στάλθηκε και δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Ποντίκι, στις 15-01-2010, με αφορμή την παραφιλολογία του μιντιακού οχετού για το δήθεν "επαναστατικό ταμείο" και τις "σχέσεις ποινικών- αναρχικών". Βλ. http://www.topontiki.gr/article/3194/ )


Οι διασυνδέσεις αντιεξουσιαστών και ποινικών απ’ το 1821 ώς σήμερα

ΠΑΣΟΚ και Δέος! 
Με μεγάλη προσοχή παρακολούθησα τις συγκλονιστικές αποκαλύψεις του τηλεγυρολόγου υπουργού Προστασίας του Πολίτη (οργουελιανή αδεία). Ο σύντροφος Χρυσοχοΐδης επιτέλους αποκάλυψε τον οχετό της εγκληματικότητας που τόσο έντεχνα κρύβουν οι τρομοκράται κάτω απ’ τον μαυροκόκκινο μανδύα που φορούν.

Ως ακάματος ιστοριοδίφης και δημοσιοτσανακογλείφτης έκανα μια βουτιά στον βούρκο της παράδοσης ανταρσίας του λαϊκού πολιτισμού και κομίζω στον υπουργό μας νέες συγκλονιστικές αποκαλύψεις! Η διασύνδεση πολιτικού και ποινικού εγκλήματος, λοιπόν, δεν είναι καινούργιο φρούτο στη μαρτυρική πατρίδα μας. Ήδη, πριν απ’ το 1821 κοινοί κλέφτες πραγματοποιούσαν ποινικά κολάσιμες πράξεις εναντίον της νομίμου οθωμανικής εξουσίας, αναγκάζοντας τον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄ να απευθυνθεί, με τη μνημειώδη του «Πατρική Διδασκαλία», στους πνευματικούς ταγούς του Έθνους μας:
«Άγιοι Πατέρες Γρηγορείτε! Με το κακοποιό και τα αποστατικά πνεύματα που ξεσηκώνουν τους ραγιάδες, ενάντια στην κραταιά και αήττητη βασιλεία της ελέω Θεού Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κινδυνεύουμε να χάσουμε την εύνοια του αφέντη Σουλτάνου μας».

Με την πάροδο των ετών το οργανωμένο έγκλημα των κλεφτών εκσυγχρόνιζε τις μεθόδους του, δημιουργώντας «επαναστατικό ταμείο» για να χρηματοδοτεί τρομοκρατικές ενέργειες εναντίον της νομίμου κυβερνήσεως. Ληστείες, απαγωγές, εκβιασμοί κι άλλες έκνομες ενέργειες γέμιζαν τον «επαναστατικό» κορβανά:
«Εβγήκε ο Νάννος στα βουνά, ψηλά στα κορφο βούνια, κλεφτόπουλα εμάζωνε, παιδιά και παλληκάρια. Τα μάζωξε, τα σύναξε, τα ’καμε τρεις χιλιάδες κι ολημερίς τα δίδαχνε, κι ολημερίς τα λέγει: Ακούστε παλληκάρια μου κι εσείς παιδιά δικά μου, δε θέλω κλέφτες για τραγιά, κλέφτες για τα κριάρια, μόν’ θέλω κλέφτες για σπαθί, κλέφτες για το ντουφέκι, τριών μερών περπατηριά να πάρουμε μια νύχτα, να πάμε να πατήσουμε της Νικολούς τα σπίτια, οπόχει τ’ άσπρα τα πολλά και τ’ ασημένια πιάτα – Καλώς το Γιάννη πόρχεται, καλώς τα παλληκάρια   – Παράδες θέλουν τα παιδιά, φλουριά τα παλληκάρια».

Όπως είναι φανερό απ’ το παραπάνω κλέφτικο άσμα, στο στόχαστρο των αδίστακτων κλεφτών δεν έμπαιναν μονάχα οι νόμιμες οθωμανικές αρχές, αλλά και απλοί μεροκαματιάρηδες γαιοκτήμονες ελληνικής καταγωγής. Η τυφλή βία των μηδενιστών κλεφτών ξέσπασε ακόμα και σε εργαζόμενους ιερείς της γενιάς των εφτακοσίων γροσιών, όπως μας ιστορεί το παρακάτω δημοτικό τραγούδι:
«Τι ’ν’ το κακό που γένεται τούτο το καλοκαίρι· τρία χωριά μας κλαίγονται, τρία κεφαλοχώρια, μας κλαίγεται κι ένας παπάς από τον Άγιο Πέτρο. Τι του ’καμα του κερατά και κλαίγεται από μένα. Μήνα τα βόδια του ’σφαξα, μήνα τα πρόβατά του; Τη μια νύφη φίλησα, τες δυο του θυγατέρες, το ’να παιδί του σκότωσα, τ’ άλλο το πήρα σκλάβο, και πεντακόσιαδυο φλουριά για ξαγορά του πήρα. Όλα λουφέ τα μοίρασα, λουφέ στα παλληκάρια, κι ατός μου δεν εκράτησα τίποτε για τ’ εμένα».

Μέσα στην εκδικητική τους μανία οι ασεβείς τρομοκράτες δεν δίσταζαν να απειλούν με εμπρησμούς ακόμα και μοναστήρια. Η άνανδρη βία τους (γιατί όπως είπε και η Σώτη «η βία είναι το καταφύγιο των δειλών») ξεσπούσε κι εναντίον ιερών θεσμών:
«Βαστάτε τούρκοι τ’ άλογα, λιγού να ξανασάνου, να χαιρετήσουν τα βουνά, τα πρώτα μου λημέρια, ν’ αφήσου διάτα τα πιδγιά, διάτα τουν Λιπινιώτη, φουτχιά να βάλει στ’ Άγραφα στου μέγα μοναστήρι, για να καεί κι η ηγούμενους μ’ όλους τους καλο γοίρους, που παν κι μι προυδώσανε στους σκυλο Αρβανίτις. Με πήραν και μι πάιναν, στα Γιάννινα με πάνουν, στα Γιάννινα και στου πασιά, στη φυλακή μι βάνουν».

Η κλέφτικη μαφία, όμως, δεν στράφηκε μονάχα εναντίον της νομίμου εξουσίας και των φιλήσυχων ραγιάδων, αλλά προχώρησε και σε εσωτερικές εκκαθαρίσεις. Έτσι, όταν ένας καπετάνιος εξέφρασε την επιθυμία του να εγκαταλείψει την τρομοκρατική και εγκληματική του δράση για να παντρευτεί μια «κοντούλα», τα μέλη της τρομοκρατικής του οργάνωσης εκτέλεσαν συμβόλαιο θανάτου εναντί ον του:
«Τρεις ντουφεκιές τον δώσανε, τες τρεις φαρμακωμένες. Βαρείτε τον τον κερατά, βαρείτε τον τον πούστη. Από μας πήρε τα φλουριά να παντρευτεί τη ρούσα· η ρούσα είναι πιστολιά και το σπαθί κοντούλα».

Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, κλέφτες και πολιτικές οργανώσεις (όπως η Φιλική Εταιρεία, που χάιδευε τ’ αυτιά των φουστανελοφόρων) αποτελούσαν συγκοινωνούντα δοχεία. Ταυτόχρονα ερευνάται και το ενδεχόμενο διεθνών διασυνδέσεων με τρομοκράτες του εξωτερικού, όπως οι χαϊντούκοι και οι ζεϊμπέκηδες. Αξιωματικοί της αντιτρομοκρατικής δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο να έχει σχηματιστεί μια Διεθνής του Τρόμου, που με την εγκληματική της δράση προκαλεί την ευρύτατη κοινωνική ανασφάλεια.

Παρά την αιματοκυλισμένη τους ιστορία, οι κλέφτες βρήκαν απήχηση ακόμα και σε επιστήμονες, όπως τον μαρξιστή ιστορικό Χομπσμπάουμ, που ιδεολογικοποιώντας την εγκληματική τους δράση τη χαρακτήριζε ως «κοινωνική ληστεία» και «πρωτόλεια επανάσταση». Ακόμα και άνθρωποι των τεχνών γοητεύθηκαν απ’ τις ποινικές σειρήνες, σαν τον Κωστή Παλαμά: «Μπαλκανικοί αδερφοποιοί, χορεύετε τον πυρρίχιο χορό παλληκαρίσια, τον χορό τον χαϊντούκο και τον κλέφτη και σύρτε τον χορό με την αράδα».

Η συνεργασία ποινικών και πολιτικών συνεχίστηκε ακόμα και με τον ΕΛΑΣ το 1941, που με την προβοκατόρικη δράση του έδινε το άλλοθι στη γερμανική καταστολή και αποπροσανατόλιζε τις λαϊκές μάζες απ’ τα πραγματικά τους προβλήματα. Ταυτόχρονα οι προβοκάτορες ελασίτες δημιούργησαν το άβατο των ελληνικών βουνών, ένα κράτος εν κράτει στο οποίο δεν τολμούσαν να πατήσουν οι νόμιμες αρχές της χώρας.

Κάπως έτσι, λοιπόν, απ’ το 1821 ώς τις ημέρες μας ποινικοί και «αντιεξουσιαστές» εγκληματίες συμπράττουν σε έργο θεοστυγές, μιαρό κι ανίερο, θέλοντας να διαταράξουν την άνεση και ησυχία των πιστών ραγιάδων της κραταιάς βασιλείας των οθωμανογερμανοαγγλοαμερικανοτσολιάδων. 

Με τις υγείες σας, πολυχρονεμένε μου Βοναπάρτη.

Ο ανανήψας και μεταμεληθείς
αναρχοκομμουνιστοληστοσυμμορίτης
ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ

1/1/14

Η επιστήμη ως πόρνη του κεφαλαίου

( Το παρακάτω κείμενο δημοσιεύθηκε πρώτη φορά στο έβδομο τεύχος του αντιεξουσιαστικού έντυπου αντιπληροφόρησης Κακά Μαντάτα, που εκδίδονταν στη Θεσ/νίκη. Επαναδημοσιεύθηκε στο δωδέκατο τεύχος της Ασύμμετρης Απειλής)




Η επιστήμη ως πόρνη του κεφαλαίου



“Με πελέκι αστραπόμορφον
 η αλύπητη επιστήμη 
 χτυπάει και σπάει το είδωλο
 και το ρίχνει συντρίμμι
 κι ύστερα γίνεται είδωλον 
 εκείνη μες την πλάση
 ξαναγεννώντας άθελα ό,τι ήρθε να χαλάσει.
 Κι έτσι αλυσίδες γύρω μας παντου, σκοτάδια θεία.
 Κάθε Αιτία, μυστήριο κάθε Αλήθεια, θρησκεία” 

  Κωστής Παλαμάς 



Είναι μακρινοί οι καιροί που τα επαναστατικά ή τα μεταρρυθμιστικά κινήματα έβλεπαν στην επιστήμη την προοδευτική δύναμη που θα διέλυε τα σκοτάδια της μεταφυσικής. Η εκπόρνευση της επιστήμης από το κεφάλαιο, η προσαρμογή της στα ιδιαίτερα συμφέροντα διαφόρων ελίτ του πλούτου, γρήγορα μετέτρεψαν την επιστήμη σ’ έναν ειδικό τομέα ενσωματωμένο στους υπόλοιπους θεσμούς της διαιώνισης του καπιταλισμού. Παρά τις απίστευτες δυνάμεις που απελευθέρωσε η επιστήμη, δυνάμεις που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την ανθρώπινη χειραφέτηση, η υπαγωγή της στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και στην εξουσιαστική οργάνωση της κοινωνικής ζωής τη μετέτρεψε στο αντίστοιχο της μεσαιωνικής εκκλησίας. Πολλές φορές μάλιστα νοσταλγούμε το αφελές παπαδαριό, βλέποντας την οικολογική καταστροφή που προκαλούν οι “σύγχρονες επιστημονικές μέθοδοι” για την μεγιστοποίηση τηw καπιταλιστικής κερδοφορίας.

Λίγοι θυμούνται την περσινή οικολογική καταστροφή που προκάλεσε η πολυεθνική BP στον κόλπο του Μεξικού. Ακόμα πιο λίγοι γνωρίζουν πως η καταστροφή προήλθε απ’ την δραστική περικοπή των μέτρων ασφαλείας στην πλατφόρμα εξόρυξης πετρελαίου, ώστε να μειωθεί το παραγωγικό κόστος και να αυξηθεί η κερδοφορία της εταιρίας. Ελάχιστοι επίσης θυμούνται τους 14 δολοφονημένους προλετάριους που θυσιάστηκαν στον Μολώχ της υπεραξίωσης του κεφαλαίου. “Εργατικό δυστύχημα” ονομάστηκε η έκρηξη στην πλατφόρμα της BP, έτσι για να δοθεί ένας ουδέτερος και ανώδυνος τόνος σε αυτό το έγκλημα του κεφαλαίου. Και δίπλα στους νεκρούς ανθρώπους, τα χιλιάδες νεκρά ζώα μας θυμίζουν πως το κεφάλαιο μένει αδόνητο και αδιάφορο ακόμα και μπροστά στο ενδεχόμενο της καταστροφής της γης.

Κάποτε ο Καστοριάδης έλεγε: “αν καταστραφεί η γη από έναν πυρηνικό όλεθρο, αρνούμαι να ονομάσω το γεγονός αυτό τραγωδία. Το ονομάζω μαλακία!” Η πυρηνική κρίση στη Φουκουσίμα δείχνει πραγματικά που μπορεί να οδηγήσει τόσο η θυσία της φύσης στο βωμό της καπιταλιστικής κερδοφορίας, όσο και η μαλακία καθαυτή...Τον πυρηνικό σταθμό της Φουκουσίμα διαχειρίζεται η ιδιωτική εταιρία TEPCO (Ηλεκτρική Εταιρία του Τόκιο), που είναι η τέταρτη μεγαλύτερη στον κόσμο. Απ’ του ςέξι πυρηνικούς αντιδραστήρες, τρεις κατασκευάστηκαν απ’ τον αμερικάνικο κολοσσό General Electric, δύο απ’ τη Toshiba και ένας απ’ τη Hitachi. Στο βωμό του μέγιστου δυνατού κέρδους, οι τέσσερις αυτές εταιρίες με αρωγό την ιαπωνική κυβέρνηση απειλούν ολόκληρη την ανθρωπότητα και τη γη με μια άνευ προηγουμένου οικολογική καταστροφή. Το 2002 τέσσερα μεγαλοστελέχη της ΤΕΡCΟ αναγκάστηκαν να παραιτηθούν, όταν αποκαλύφθηκαν πλαστογραφήσεις αρχείων ελέγχων και επισκευών. Τότε η TEPCO αναγκάστηκε να κλείσει 17 αντιδραστήρες, αφού αποκαλύφθηκαν περιστατικά συγκάλυψης σε ρωγμές σημαντικού εξαρτήματος. Το 2008 η ιαπωνική κυβέρνηση προειδοποιήθηκε απ’ τον Οργανισμό Ατομικής Ενέργειας του ΟΗΕ πως τα πυρηνικά της εργοστάσια δεν ήταν σε θέση να αντέξουν σε ισχυρές σεισμικές δονήσεις. Οι Ιάπωνες όμως έκαναν τους Κινέζους...Το 2009 όταν δικαστήριο του Τόκιο έδωσε εντολή να κλείσει ένα πυρηνικό εργοστάσιο, η κυβέρνηση μπλόκαρε την εντολή αυτή. Η TEPCO, γνωστή για τις στοργικές της σχέσεις με συντηρητικά κόμματα, αγνόησε τις προειδοποιήσεις της Γαλλικής Αρχής Πυρηνικής Ασφάλειας για το ενδεχόμενο τήξης του πυρήνα του αντιδραστήρα, ενώ πάνω από διακόσιες φορές παραποίησε εκθέσεις επιθεωρητών ασφαλείας. Αυτή είναι η πυρηνική μαφία, που διαφημίζεται μάλιστα απ’ τους μεταμοντέρνους σοσιαλφασίστες, σαν  τον  Γιώργο Παπανδρέου,  ως “πράσινη μορφή ενέργειας”!

Και για μια ακόμη φορά ακούγονται γενικότητες πως ο άνθρωπος (έτσι αόριστα) καταστρέφει τη φύση. Για μια ακόμα φορά η καταστροφή της φύσης απ’ το κεφάλαιο εμφανίζεται σαν ένα υπερταξικό ή διαταξικό φαινόμενο, που οφείλεται σε μια υποτιθέμενη έμφυτη κακία ή αυτοκαταστροφική τάση του ανθρώπου. Για μια ακόμα φορά προσπαθούν να κρύψουν την καταστροφή που προκαλεί η ταξική και ιεραρχική εκμεταλλευτική δόμηση της κοινωνίας κάτω απ’ το χαλάκι μιας κλαψιάρικης εσχατολογίας που όλα τα αλέθει. Για μια ακόμα φορά προσπαθούν να κρύψουν την ταξική φύση του εγκλήματος στη Φουκουσίμα:

“Φυσικά, οι γιαπωνέζοι ιμπεριαλιστές δεν ήθελαν να γίνει μια τέτοια καταστροφή. Βάζοντας όμως στην ζυγαριά το κριτήριο του μέγιστου κέρδους, βρήκαν ότι άξιζε τον κόπο να ρισκάρουν τις ζωές και την υγεία χιλιάδων ανθρώπων (ίσως και πολύ περισσότερων) σε μια περιοχή που πλήττεται από ισχυρούς σεισμούς, μην πιστεύοντας ότι θα τους προλάβουν τα “ακραία φυσικά φαινόμενα”. Έτσι λειτουργεί ο καπιταλισμός, ακόμα και στην πιο προηγμένη μορφή του. (Κόντρα: “Στα χνάρια του Τσερνομπίλ” 19/03/2011)

 Ήδη 11.500 τόνοι ραδιενεργού νερού έχουν διοχετευθεί στον Ειρηνικό, αποδεικνύοντας για ακόμη μια φορά πως ο καπιταλισμός και ο τρόπος ζωής που αντιστοιχεί σ’ αυτόν μας δηλητηριάζουν σωματικά και πνευματικά. Πρέπει επιτέλους να αντιληφθούμε πως ο οικολογικός αγώνας θα είναι αγώνας ενάντια στο κεφάλαιο και το κράτος ή δε θα είναι τίποτα!


Πολύκαρπος Γεωργιάδης

Φυλακές Κέρκυρας

8 Απριλίου 2011

Ιαπωνία: Άστεγοι εργάζονται στη Φουκουσίμα!

 
 
 
 
Συγκλονίζουν οι αποκαλύψεις για την εκμετάλλευση που υφίστανται άστεγοι της Ιαπωνίας.
Ορισμένοι από αυτούς στρατολογούνται, προκειμένου να κάνουν τη βρώμικη και επικίνδυνη δουλειά: να καθαρίσουν τα ραδιοενεργά συντρίμμια στη Φουκουσίμα.
Αυτό συμβαίνει στην πόλη Σεντάι, 360 χλμ. βορείως του Τόκιο.
Στο σιδηροδρομικό σταθμό της πόλης, οι άστεγοι βρίσκουν δουλειά. Τους εντοπίζουν εκπρόσωποι εταιρειών.
“Είμαστε εύκολος στόχος για αυτούς. Γυρνάμε εδώ γύρω με όλα μας τα πράγματα, μεταφέροντάς τα δεξιά κι αριστερά. Οπότε μπορούν να μας εντοπίσουν εύκολα. Έρχονται και μας λένε: “ψάχνεις για δουλειά;”, “πεινάς;”, κι αν δεν έχουμε φάει, τότε προσφέρονται να μας βρουν δουλειά”, εξηγεί μπροστά στον τηλεοπτικό φακό ένας 57χρονος άστεγος.
Τους τάζουν μισθό 90 δολάρια την ημέρα.
Όταν ξεκινήσουν να δουλεύουν όμως μαθαίνουν ότι πρέπει να πληρώνουν 50 δολάρια ημερησίως για διαμονή και διατροφή.
“Χωρίς καμιά απολύτως πληροφορία για τους πιθανούς κινδύνους, πολλοί άστεγοι τοποθετούνται σε κοιτώνες. Τα χρήματα για τη διαμονή και την τροφή τους αφαιρούνται αυτόματα από το μισθό τους. Και στο τέλος του μήνα, τους αφήνουν χωρίς να τους πληρώσουν καθόλου”, δηλώνει ένας πάστορας- επικεφαλής ομάδας στήριξης αστέγων.
Σύμφωνα με την αστυνομία ορισμένοι από τους άστεγους, παρά τις δύσκολες συνθήκες της δουλειάς τους, καταλήγουν ακόμη και χρεωμένοι.
 
Copyright © 2014 euronews

24/12/13

ANARCHIST KID




22/12/13

Εξ’ αντανακλάσεως "αντι"ρατσισμός ή επαναστατικός/προλεταριακός διεθνισμός;

( Το παρακάτω κείμενο δημοσιεύθηκε το Δεκέμβρη του 2012 στο έντυπο "Γκρεμίστε τη Βαστίλη", που εκδίδει το ταμείο αλληλεγγύης στους φυλακισμένους αγωνιστές. Από λάθος στη συγκεκριμένη έκδοση είχαν αφαιρεθεί τα σχόλια. Εδώ επαναδημοσιεύεται στην πλήρη του μορφή)

Το καλοκαίρι του 2010 μια ρατσιστική δολοφονία έλαβε χώρα στην Ήπειρο. Μόνο που αυτή τη φορά ο ρατσιστικός φόνος δεν αφορούσε την ελληνική νότια Ήπειρο, αλλά την αλβανική βόρεια Ήπειρο. Και το θύμα της εθνικιστικής βίας δεν ήταν κάποιος αλβανός μετανάστης, αλλά ένας μειονοτικός έλληνας, ο οποίος είχε το θράσος να μιλά τη μητρική του γλώσσα χωρίς να πάρει την έγκριση των εθνικιστικών ουραγκοτάγκων (που αυτή τη φορά έτυχε να έχουν αλβανική καταγωγή).

Θα μπορούσαν οι ελληνικές αντιρατσιστικές οργανώσεις, ο α/α χώρος και οι οργανώσεις μεταναστών, με αφορμή το γεγονός αυτό, να καλέσουν σε μια διεθνιστική συγκέντρωση για την καταδίκη τόσο του ελληνικού, όσο και του αλβανικού φασισμού. Δεν το έκαναν όμως. Μήπως η ρατσιστική δολοφονία ενός έλληνα είναι ήσσονος σημασίας σε σχέση με τις δολοφονίες των μεταναστών; Το κενό αυτό έσπευσε να το καλύψει η φασιστική και φασίζουσα Άκρα Δεξιά για να προτάξει τον ντόπιο εθνικισμό, ως απάντηση στον “ξένο” εθνικισμό. Η φύση απεχθάνεται τα κενά. Κι αν εμείς κοιμόμαστε με τις σίγουρες και δοκιμασμένες συνταγές αγκαλιά, τότε δίνουμε χώρο στους ντόπιους ουραγκοτάγκους του εθνικισμού. Έλλειψη αντανακλαστικών και φαντασίας; Ίσως, αλλά το πρόβλημα είναι ακόμα μεγαλύτερο. Και πιο βαθύ…

Μια τεράστια στρέβλωση υπάρχει εδώ και πολλά χρόνια στο “χώρο”. Με περισσή ευκολία αντικαταστήσαμε την ανάλυση του έθνους ως ιστορικού\ κοινωνικού δημιουργήματος με έναν απολίτικο και υστερικό αντιπατριωτισμό. Όπως οι οπαδοί του εθνοκρατισμού βλέπουν στο έθνος το μεταφυσικό Καλό, έτσι και εμείς είδαμε ένα μεταφυσικό Κακό (1). Στη θέση της ανάλυσης βάλαμε μια απλοϊκή "προβοκατόρικη" τακτική άνευ περιεχομένου, μακριά από κάθε έννοια κοινωνικής απεύθυνσης. Αρκούν μερικά σκατολογικά συνθήματα, μπόλικες καμένες σημαίες και άλλα τόσα βανδαλισμένα θρησκευτικά σύμβολα να δώσουν περιεχόμενο στον διεθνισμό; Το αντίθετο! Ο επιφανειακός αυτός ψευτοντανταϊσμός υπονομεύει και εξευτελίζει τον διεθνισμό, παίρνοντας τη θέση της κριτικής επαναστατικής πράξης και της γνήσιας διεθνιστικής αλληλεγγύης.

Ορισμένοι νομίζουν ότι για να γίνουμε διεθνιστές αρκεί ένα προσκύνημα στον αντίπαλο εθνικισμό. Αρκεί να αποκαλούμε την Κωνσταντινούπολη Ισταμπούλ και την FYROM Μακεδονία κι έληξε το θέμα… Ο αστικός κοσμοπολιτισμός όμως, ακόμα και όταν φοράει κόκκινο ή μαυροκόκκινο ένδυμα δεν γίνεται διεθνισμός. Κι ο Πάγκαλος τα ίδια λέει άλλωστε… Όσο κι αν πασπαλίσουμε με αντιεξουσιαστική φρασεολογία τον μεταμοντέρνο “αντι” ρατσισμό του Κεφαλαίου (τον θρυλικό πολυπολιτισμό), δεν πρόκειται ποτέ να του δώσουμε επαναστατικό περιεχόμενο.

Στον κυρίαρχο “αντι” ρατσιστικό λόγο η όλη ανάλυση του ρατσιστικού φαινομένου είτε αποταξικοποιείται, είτε ηθικοποιείται υπερβολικά κι έτσι οι μετανάστες λίγο-πολύ εμφανίζονται ως ιερές αγελάδες και όχι ως ζωντανά υποκείμενα. Στο πρόσωπο του μετανάστη ο μεταμοντέρνος “αντι” ρατσιστής βλέπει μονάχα το θύμα, που πρέπει φυσικά να απελευθερωθεί “απ’ έξω”. Ο αριστερός ή αναρχικός οριενταλισμός (2) γεννά μια πατερναλιστική εκτροπή της αλληλεγγύης στους μετανάστες που ξεπέφτει σ’ έναν  εξ αντανακλάσεως “αντι” ρατσισμό, που ως κατοπτρικό είδωλο του ακροδεξιού ρατσισμού ουρλιάζει:

     «Είκοσι χρόνια μάγκας και μαστρωπός
       τώρα θα δεις πως είναι να ζεις σαν αλβανός»

Συλλήβδην ολόκληρη η ελληνική κοινωνία, ασχέτως ταξικής θέσης, αποτελείται από “μάγκες” και “μαστροπούς”! Στο ίδιο τσουβάλι αφεντικά και εργαζόμενοι, Κεφάλαιο και Προλεταριάτο, Μπάτσοι και Απεργοί κτλ. χαρακτηρίζονται- ρατσιστικώ τω τρόπω- ως νταβατζήδες! Ταυτόχρονα ο μεταμοντέρνος “αντι”ρατσιστής μας τρίβει χαιρέκακα (σχεδόν σκατόψυχα) τα χέρια του για την υποβάθμιση της ζωής των “ελλήνων”, εξαιτίας της καπιταλιστικής κρίσης. Κι όμως, δεν είναι οι “έλληνες” έτσι γενικά κι αόριστα αυτοί που “τώρα θα δουν πως είναι να ζουν σαν αλβανοί”! Δεν είναι οι καπιταλιστές αυτοί που βιώνουν άγρια επίθεση, αλλά οι προλετάριοι!!

Είναι προφανές πως οι “αντί” ρατσιστές του θερμοκηπίου δεν έχουν πατήσει το πόδι τους στις φτωχογειτονιές για να δουν το διάχυτο σεξισμό και στους μετανάστες, τις συνεχείς σεξουαλικές παρενοχλήσεις, το νταβαντζηλίκι και το πρεζεμπόριο. Κι όλα αυτά σε αυξημένο βαθμό, όχι φυσικά εξαιτίας του εγκληματικού DNA των “ξένων”, αλλά εξαιτίας της ΦΤΩΧΕΙΑΣ και της ΕΞΑΘΛΙΩΣΗΣ (φαινομένων ΤΑΞΙΚΩΝ ως το μεδούλι!) που νομοτελειακά γεννούν παραβατικές συμπεριφορές, οι οποίες εκτρέπονται σ’ έναν ιδιότυπο εμφύλιο πόλεμο μεταξύ των φτωχών και καταπιεσμένων. Όπως οι έλληνες, έτσι και οι μετανάστες, είναι βουτηγμένοι στις αντιφάσεις και την ιδεολογική σύγχυση. Η ύπαρξη των αντιφάσεων δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται μ’ ένα μεταφυσικό τρόμο. Και οι επαναστάτες, άλλωστε, βουτηγμένοι στις αντιφάσεις είμαστε. Δεν είμαστε μια ελίτ υπερανθρώπων! Επαναστατικό μας χρέος, όμως, δεν είναι να κρύβουμε τις αντιφάσεις κάτω απ’το χαλάκι, αλλά να τις αναδεικνύουμε και να τις πολεμάμε στην πράξη με όπλο την διεθνιστική/ταξική αλληλεγγύη.
Αυτό το είδαμε στην πράξη και με τον ηρωικό αγώνα των 300 απεργών πείνας στην Υπατία και το ΕΚΘ. Ήταν μια ευκαιρία να σφυρηλατηθεί μια σχέση ταξικής αλληλεγγύης ανάμεσα στο ελληνικό και μεταναστευτικό προλεταριάτο, μακριά απ’ τον οριενταλισμό του μεταμοντέρνου “αντι” ρατσισμού. Έγινε κατορθωτό αυτό; Ίσως όχι ολοκληρωμένα, αλλά τουλάχιστον έγιναν τα πρώτα βήματα.

                                                         *

Παρένθεση:

Δεν υποστηρίζω πως υπάρχει ένα σινικό τείχος ανάμεσα στον εξ’ αντανακλάσεως “αντι” ρατσισμό και στον επαναστατικό διεθνισμό. Ακόμα και στο ίδιο το άτομο ή στην ίδια την ομάδα μπορεί να συνυπάρχουν και οι δύο τάσεις. Το ζήτημα είναι πως θα αποφευχθεί ο υστερικός αντιπατριωτισμός των αναρχικών και ο επιφανειακός ανθρωπισμός  των αριστερών που ενισχύουν την πρώτη τάση και πως θα προωθηθεί η ταξική αλληλεγγύη που ενισχύει τη δεύτερη.

Κλείνει η παρένθεση.
                                                    
                                                         *

Εδώ και μερικές δεκαετίες η Ελλάδα, μέσα στο παγκόσμιο καπιταλιστικό καταμερισμό, ανήκει στα εκμεταλλευτικά έθνη. Αυτό βέβαια ενισχύθηκε κι από την κατάρρευση του Ανατολικού Μπλοκ και  το άνοιγμα των αγορών στα βόρεια σύνορα της Ελλάδας. Αυτό το πλασάρισμα της Ελλάδας στα εκμεταλλευτικά έθνη (έστω και ως ουρά και φτωχός συγγενής του Δυτικού Υπεριμπεραλισμού) προκάλεσε και την συνακόλουθη ενσωμάτωση και μικροαστικοποίηση της ελληνικής εργατικής τάξης, αφού η καταλήστευση των εθνών της καπιταλιστικής περιφέρειας ανεβάζει, έστω και προσωρινά, το βιοτικό επίπεδο των εκμεταλλευομένων τάξεων (που ταυτόχρονα γίνονται εκμεταλλεύτριες σε επίπεδο εθνικό). Ο τριτογενής τομέας της οικονομίας υπερδιογκώνεται και η μικροαστική ιδεολογία ηγεμονεύει. Ο ψυχαναγκαστικός υπερκαταναλωτισμός στηρίζει τη φούσκα της Ανάπτυξης και η ταξική κινητικότητα διευκολύνει την εσωτερίκευση του μικροαστισμού ακόμα και στα φτωχότερα στρώματα των εργαζομένων. Ας μην ξεχνάμε, όμως, και την πάντοτε παρούσα “εργατική αριστοκρατία” που προστίθεται και αυτή στο συνονθύλευμα των ενδιάμεσων στρωμάτων της ταξικής κοινωνίας (3).

Η Ελλάδα, ως κομμάτι του ιμπεριαλιστικού μπλοκ, ακολουθεί την κλασική μέθοδο της νεοαποιοκρατίας: το outsourcing, την εξαγωγή της σκοτεινής πλευράς της παραγωγής (οικολογική καταστροφή, πειθαρχημένη και αυστηρά ιεραρχική οργάνωση της εργασίας κλπ.) (4). Το σπρώξιμο της πιο βρώμικης πλευράς της παραγωγικής διαδικασίας γίνεται κυρίως έξω από τα σύνορα του καπιταλιστικού κέντρου, προς τις χώρες της περιφέρειας (το λεγόμενο τρίτο κόσμο). Ο διαχωρισμός όμως, δεν είναι αυστηρά γεωγραφικός. Τρίτος κόσμος υπάρχει και στο εσωτερικό της Δύσης. Έτσι, οι μετανάστες αναλαμβάνουν ως φθηνό, ευέλικτο και υπάκουο εργατικό δυναμικό την πιο “βρώμικη” πλευρά της παραγωγής. Και εδώ εμφανίζεται και ο “αντι” ρατσισμός του Κεφαλαίου, ο πολυπολιτισμός (5). Σα δίδυμος αδελφός του ρατσισμού του Κεφαλαίου, ο πολυπολιτισμός βλέπει τους μετανάστες ως αναλώσιμη κα φθηνή εργατική δύναμη, ως μοχλό πίεσης στους ντόπιους εργαζόμενους κι άρα ως καλοδεχούμενη προς ενσωμάτωση κοινωνική ομάδα. Το Κεφάλαιο εναλλάσσει τον ρατσισμό και τον “αντι” ρατσισμό του ανάλογα με τα ιδιαίτερα συμφέροντα του στην εκάστοτε χρονική συγκυρία. Τα τελευταία χρόνια επίσημο δόγμα του Κεφαλαίου ήταν ο πολυπολιτισμός. Μετά την κρίση του 2008, δια στόματος Μέρκελ, το Κεφάλαιο άφησε στην άκρη την “ανεκτικότητα του”, σφύριξε τη λήξη του πολυπολιτισμού και επέστρεψε στον επίσημο ρατσισμό (πογκρόμ των Ρομά στη Γαλλία, φράχτης στον Έβρο κλπ).

Μέσα ,λοιπόν, στον ιδιαίτερο καταμερισμό εργασίας στην Ελλάδα, οι μετανάστες αναλαμβάνουν την “βρώμικη” πλευρά της παραγωγής. Δεν αργεί, όμως, να έρθει και η ενσωμάτωση αρκετών μεταναστών, η μικροαστικοποίηση τους και η δημιουργία ενός νέου καταμερισμού, στο εσωτερικό πλέον των μεταναστών. Έτσι συναντάμε και ορισμένα φαινομενικά παράδοξα γεγονότα, όπως τις λυκοφωλιές ομάδων μεταναστών με ακροδεξιούς, ώστε να διώξουν πιο σκουρόχρωμους μετανάστες!

Όπως βλέπουμε, ο καπιταλισμός στην κίνηση του μεταμορφώνει ραγδαία ρόλους, συμπεριφορές, ιδεολογίες και γεννά συγχύσεις και αντιφάσεις στο εσωτερικό των εκμεταλλευόμενων. Γεννά ένα πολύπλοκο πλέγμα ιεραρχίας και εκμετάλλευσης, το οποίο δε μπορεί να εξηγηθεί και να πολεμηθεί από τις υπεραπλουστεύσεις του υστερικού αντιπατριωτισμού ή της αριστερής εκδοχής του μεταμοντέρνου πολυπολιτισμού. Γεννά μια γενικευμένη μικροαστικοποίηση των συνειδήσεων, όχι μόνο στα μεσοστρώμματα, αλλά και στην ίδια την εργατική τάξη και στα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα. Αν και η επίθεση του Κεφαλαίου μετά την κρίση οξύνει και τον ταξικό ανταγωνισμό, ο μικροαστισμός στέκει ακόμα στο θρόνο του, αφού η αλλαγή των συνειδήσεων  δεν είναι μια αυτόματη διαδικασία, δεν γίνεται συγχρονισμένα με την αλλαγή των υλικών συνθηκών. Γι αυτό βλέπουμε σήμερα έναν αντιπολιτικό μικροαστισμό, (6) παρά την τόση όξυνση του ταξικού ανταγωνισμού. Αποτελεί αυτός ο απλοϊκός αντιπολιτικός- αντικλεπτοκρατικός λόγος προθάλαμο για μια πιο πλατιά ταξική συνείδηση; Κι αυτή η ταξική συνείδηση μπορεί να δημιουργηθεί αυθόρμητα μέσα από τις τάξεις των καταπιεσμένων;

Κατά την γνώμη μου όχι! Μόνο ένα επαναστατικό κίνημα μπορεί να μπολιάσει την ολοκληρωμένη ταξική συνείδηση στους καταπιεσμένους. Όχι “απ’ έξω”, όπως πιστεύει ο λενινισμός, αλλά μέσα σε μια αμφίδρομη και συνεξελικτική διαδικασία. Οι επαναστάτες δεν είναι έξω από το προλεταριάτο ώστε να εισάγουν την συνείδηση στην πλέμπα. Οι επαναστάτες είναι η αιχμή του προλεταριάτου, είναι εκείνο το κίνημα που μπορεί να πραγματοποιήσει την κατά Μαρξ διαλεχτική ένωση της πάσχουσας ανθρωπότητας με τη μαχόμενη ανθρωπότητα.

Χρέος του επαναστατικού κινήματος δεν είναι να χαϊδεύει τ’ αυτιά των προλετάριων (ντόπιων και μεταναστατών). Χρέος του επαναστατικού κινήματος είναι να λειτουργήσει ως ξυπνητήρι, να αφυπνίσει τις εν υπνώσει συνειδήσεις, να κοινωνικοποιήσει την ιδέα της Επανάστασης, να ριζοσπαστικοποιήσει τον κοινωνικό-ταξικό πόλεμο για την καταστροφή της ιεραρχικής/ ταξικής κοινωνίας, για την καταστροφή όλων των αιτιών που δημιουργούν τη φτώχεια και την εξαθλίωση κι επομένως γεννούν την προσφυγιά και τη μετανάστευση.

Όσοι επιμένουν σε μια επαναστατική και διεθνιστική προοπτική και δεν επαναπαύονται στον εύκολο βερμπαλισμό του υστερικού αντιπατριωτισμού και του αντίστροφου ρατσισμού, θα βρίσκονται πάντα στο πλευρό των αγωνιζόμενων προλετάριων, ελλήνων και μεταναστών, παρά τις όποιες αντιφάσεις και αδυναμίες τους.

Ξένοι για μας είναι μόνο οι καπιταλιστές και τα μαντρόσκυλά τους. Και οι διεθνιστές αντί να φωνάζουν αντεστραμμένα ρατσιστικά συνθήματα εναντίων των ελλήνων, προτιμούν το παλιό καλό:

ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ “ΞΕΝΟΙ” ΕΡΓΑΤΕΣ ΕΝΩΜΕΝΟΙ
Τ’ ΑΦΕΝΤΙΚΑ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΥΝΕ ΣΚΙΑ
ΣΤΑ ΔΕΝΤΡΑ ΚΡΕΜΑΣΜΕΝΟΙ!



Σημειώσεις:

1.Ο αναρχικός επαναστάτης Μιχαήλ Μπακούνιν, διαχωρίζοντας τον λαϊκό εθνισμό από τον εξουσιαστικό εθνοκρατισμό, έλεγε πως ο κάθε λαός : «διαθέτει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του, τον ιδιαίτερο τρόπο ύπαρξής του, το δικό του τρόπο να αισθάνεται, να εκφράζεται, να σκέφτεται, να πράττει. Αυτός ο ιδιαίτερος χαρακτήρας του, η ιδιοσυγκρασία του, είναι η βάση της εθνικότητας του που είναι αποτέλεσμα ολόκληρης της ιστορικής διαδρομής και όλων των συνθηκών του περιβάλλοντος ζωής αυτού του λαού. Από αυτήν τη άποψη η εθνικότητα είναι ένα ιστορικό κοινωνικό γεγονός» (βλ. “Οι ινδιάνοι mapuche”, εναλλακτικές εκδόσεις Νότιος Άνεμος).


2.Οριενταλισμός είναι η (ρατσιστική στην ουσία της) αντιμετώπιση του “ανατολίτη”  ως ανθρώπου εκ φύσεως ανώριμου να υπερασπισθεί τα συμφέροντά του και ως εκ τούτου αναγκασμένου να δεχτεί την εξωτερική πατερναλιστική βοήθεια του "ανώτερου" δυτικού.

3.Η αλήθεια είναι ότι σ’ αυτό το σημείο στριμώχνω σχετικά μεταξύ τους μεν, αλλά διαφορετικά φαινόμενα που χρειάζονται ξεχωριστή ανάλυση: ενσωμάτωση του προλεταριάτου στον ανεπτυγμένο καπιταλισμό, “φαινόμενα εργατικής αριστοκρατίας” (όρος που εισήγαγε ο Λένιν), διόγκωση των μεσοστρωμμάτων και του τριτογενή τομέα της οικονομίας, ηγεμονία της μικροαστικής ιδεολογίας, φαινομενικά υπερταξική εθνική εκμετάλλευση, ταξική κινητικότητα κτλ. Ας με συγχωρέσει ο απαιτητικός αναγνώστης γι αυτό το στρίμωγμα, αλλά το απαιτεί η οικονομία του κειμένου.

4. βλ. Σλαβόι Ζίζεκ : «Βία: έξι λοξοί στοχασμοί» εκδ. SCRIPTA

5. «Η πολυπολιτισμικότητα συλλαβίζει τη θανάτωση της ουτοπίας […] η πολυπολιτισμικότητα δεν είναι το αντίθετο της αφομοίωσης, αλλά το προϊόν της» (Ράσελ Τζάκομπι : «Το τέλος της ουτοπίας» εκδ Τροπή).


6.Αντιπολιτικός μικροαστισμός με την έννοια πως δε στρέφεται εναντίον της καπιταλιστικής οργάνωσης της κοινωνίας, αλλά στρέφεται γενικόλογα κι αφηρημένα εναντίον του πολιτικού εποικοδομήματος και των πολιτικών ως μεμονωμένων προσώπων. Η επιφανειακή αυτή αντιπολιτική, πολλές φορές ρέπει προς τον χυδαίο “αντικαπιταλισμό” του φασισμού. Γι αυτό και ο απλουστευτικός/ αντικλεπτοκρατικός λόγος ενδέχεται να ριζοσπαστικοποιηθεί όχι μόνο προς τ’ αριστερά, αλλά και προς τα δεξιά. Η ριζοσπαστικοποίηση σε περιόδους κρίσης δεν έχει ευθύγραμμη πορεία: ένα κομμάτι της κοινωνίας στρέφεται προς τ’ αριστερά κι ένα άλλο κομμάτι στρέφεται στις εύπεπτες “λύσεις” της Ακροδεξιάς: για όλα φταίνε οι μετανάστες και η εβραιομασονική συνωμοσία…  

ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ
ΦΥΛΑΚΕΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΗΣ 2012