28/7/14

ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΟΙ ΜΟΝΟΙ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΕΣ


Κείμενο που μοιράστηκε κατά τη διάρκεια μικροφωνικής συγκέντρωσης αλλήλεγγύης στις 26 Ιουλίου στο Μοναστηράκι


ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΟΙ ΜΟΝΟΙ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΕΣ

"Ο Επαναστατικός Αγώνας είναι μία επαναστατική οργάνωση ένοπλης προπαγάνδας, η οποία με τη δράση της και το λόγο που ανέπτυξε, και που συνεχίζουμε να εκφράζουμε, προτείνει στο λαό την ανατροπή του υπάρχοντος εγκληματικού καπιταλιστικού καθεστώτος και την καταστροφή του κράτους ως ενός εγκληματικού μηχανισμού που υπάρχει για να υπερασπίζεται το κεφάλαιο και τους πλούσιους, που καταπιέζει το λαό. Ο Επαναστατικός Αγώνας προτείνει στο λαό την αντικατάσταση αυτού του καθεστώτος από μία αντιεξουσιαστική κομμουνιστική κοινωνία. Μία κοινωνία όπου δεν υπάρχει καταπίεση και εκμετάλλευση, δεν υπάρχουν πεινασμένοι, άστεγοι και εξαθλιωμένοι, κανείς δεν πουλάει το σώμα, την εργατική και διανοητική δύναμή του για να επιβιώσει, δεν υπάρχουν κοινωνικές τάξεις, έχοντες και μη έχοντες, πλούσιοι και φτωχοί, δεν υπάρχει ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, δεν υπάρχει υπερσυσσώρευση του κοινωνικού πλούτου στα χέρια λίγων, δεν υπάρχουν οικονομικές κρίσεις" 
Νίκος Μαζιώτης

Στις 16 Ιουλίου τα έμμισθα αστυνομικά μαντρόσκυλα συνέλαβαν τον αναρχικό επαναστάτη Νίκο Μαζιώτη, μετά από ένοπλη συμπλοκή στο Μοναστηράκι. Από την πρώτη στιγμή τα αστικά ΜΜΕ αποπειράθηκαν να παρουσιάσουν τον σύντροφο ως “κοινωνική απειλή” και να απονοηματοδοτήσουν την πολιτική δράση του Επαναστατικού αγώνα.  Στην πραγματικότητα ο Ν. Μαζιώτης υπερασπίστηκε τη ζωή και την ελευθερία του· αποκλειστικά υπεύθυνοι για το σημείο της συμπλοκής είναι οι μπάτσοι που επέλεξαν να στήσουν επιχείρηση σύλληψης σε ένα τόσο πολυσύχναστο μέρος. 

Η κοινωνία γνωρίζει πολύ καλά ποιοι είναι οι πραγματικοί ληστές και τρομοκράτες: είναι αυτοί που λεηλατούν καθημερινά τις ζωές μας με τη βίαιη φτωχοποίηση και τη νεοφιλελεύθερη επέλαση που έχουν επιβάλει, που κάνουν πλιάτσικο στον κοινωνικό πλούτο, που ευθύνονται για χιλιάδες ανθρωποθυσίες στο βωμό της εξυπηρέτησης των ταξικών συμφερόντων των εκμεταλλευτών. Είναι αυτοί που δολοφονούν και ακρωτηριάζουν καθημερινά προλετάριους στα εντατικοποιημένα εργασιακά κάτεργα, για να συντηρούν και να διογκώνουν τα υπερκέρδη τους. Είναι αυτοί που χτυπάνε βίαια με τον στρατό κατοχής των ΜΑΤ κάθε κοινωνική αντίσταση, από τις Σκουριές μέχρι τον αγώνα των απολυμένων καθαριστριών. Είναι αυτοί που μέσα στο αυταρχικό τους αμόκ χτίζουν σύγχρονους μαζικούς τάφους, τις φυλακές τύπου Γ, για να θάψουν ζωντανό οποιονδήποτε αντιστέκεται στον σύγχρονο ολοκληρωτισμό του κεφαλαίου και του κράτους. Είναι αυτοί που στήριξαν το φασιστικό πραξικόπημα στην Ουκρανία, που στηρίζουν το ισραηλινό κράτος-τρομοκράτη, υπαίτιο για τις δολοφονίες εκατοντάδων αμάχων, που κήρυξαν πόλεμο εναντίον των φτωχών στις φαβέλες της Βραζιλίας για να υπερασπιστούν τα κέρδη των πολυεθνικών. 

Μέσα στις υπάρχουσες συνθήκες κοινωνικής ερημοποίησης η επιλογή της αντίστασης με κάθε μέσο στη σύγχρονη βαρβαρότητα δεν είναι μονάχα δίκαιη και αναγκαία, αλλά αποτελεί τη μόνη ρεαλιστική επιλογή, για την οικοδόμηση μιας αταξικής κοινωνίας ισότητας κι ελευθερίας.

ΑΛΛΗΛΛΕΓΓΥΗ ΣΤΑ ΜΕΛΗ ΤΟΥ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ ΠΟΛΑ ΡΟΥΠΑ ΚΑΙ ΝΙΚΟ ΜΑΖΙΩΤΗ
ΔΥΝΑΜΗ ΣΤΟΝ ΚΑΤΑΖΗΤΟΥΜΕΝΟ ΓΙΩΡΓΟ ΠΕΤΡΑΚΑΚΟ
ΔΙΑΡΚΗΣ ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ 
ΜΕ ΟΛΑ ΤΑ ΜΕΣΑ






26/7/14

Ζιλ Ντωβέ:Να εργάζεται κανείς ή να μην εργάζεται; Είναι αυτό το αληθινό ερώτημα; (Υπο έκδοση)


Ορίστε μια πρόγευση του υπό έκδοση βιβλίου από την Ασύμμετρη Απειλη, σε μετάφραση του χαλκέντερου συντρόφου kostav και με την πολύτιμη βοήθεια του συντρόφου Α. και της συντρόφισσας Μ.

Η εργασία ως ένα είδωλο του παρελθόντος

Οι κομμουνιστές  του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ου αιώνα συχνά διακατέχονταν από τον προοδευτισμό της εποχής τους, και πίστευαν ότι μια νέου τύπου βιομηχανία και εργασία θα απελευθέρωναν την ανθρωπότητα. Εκατό χρόνια αργότερα, θα ήταν αφελές να ασπαστούμε την ακριβώς αντίθετη άποψη μόνο και μόνο επειδή τυχαίνει να είναι της μόδας. Μέσα σε πενήντα χρόνια, ο έπαινος του μόχθου και της θυσίας έχει γίνει τόσο ξεπερασμένος, όσο η πίστη στην απελευθερωτική αστείρευτη πηγή αγαθών της οικονομίας . Αυτή η εξέλιξη είναι τόσο το αποτέλεσμα της ριζοσπαστικής κριτικής των δεκαετιών του '60 και του '70, όσο και της περαιτέρω εμβάθυνσης του κεφαλαίου, μιας και η εντατικοποίηση της παραγωγικότητας της εργασίας σήμερα γίνεται περισσότερο μέσω της ίδιας της εργασιακής διαδικασίας παρά μέσω της ολοκληρωτικής εργασιακής πειθαρχίας. Η οθόνη του υπολογιστή είναι τώρα ο άμεσος προϊστάμενος εκατομμυρίων μισθωτών στις βιομηχανίες και τις υπηρεσίες. Ενώ στους πιο προηγμένους τομείς του, το κεφάλαιο έχει ήδη ξεπεράσει την αυταρχική ιεραρχία και την θεώρηση της εργασίας ως κατάρα. Η "αυτονομία" και το "bottom-up" είναι τα πιο in λόγια της εποχής μας. Η ματσό, μυώδης, εθνική (= λευκή) εικόνα του εργάτη έχει δώσει την θέση της σε μια πιο ανοικτή, πολυεθνική, θηλυκή και αρσενική φιγούρα.

Το 1900, θα έπρεπε να παράγεις για να καταναλώσεις, και τα εργατικά κόμματα έλεγαν στον εργάτη ότι έπρεπε να αναπτύξει τις παραγωγικές δυνάμεις πρώτα, προκειμένου να απολαύσει τους καρπούς του σοσιαλισμού αργότερα. Αντί για ένα μοναδικό λυτρωτή που πεθαίνει στο σταυρό, τα εκατομμύρια των πασχόντων («το άλας της γης») θα δημιουργούσαν τις προϋποθέσεις για έναν καλύτερο κόσμο. Η καταναλωτική και πιστωτική κοινωνία μας έχει πλέον απομακρύνει από αυτή την πίστη, μιας και ο οδυνηρός  μόχθος δεν χρειάζεται να υπάρξει για να μπορέσουμε να ικανοποιήσουμε τις ανάγκες και τις επιθυμίες μας. Κάτι το οποίο ισχύει και συνοδεύεται από τον πολλαπλασιασμό των κάτεργων, της αναγκαστικής, απλήρωτης ή κακοπληρωμένης εργασίας, καθώς και την αναγέννηση της δουλείας. Αυτές οι μορφές συμπληρώνουν, αλλά δεν έρχονται σε αντίθεση με τη γενική τάση προς την απο-αγιοποίηση της εργασίας. (Ούτε το 1965 οι ανειδίκευτοι εργάτες δεν ήταν η πλειοψηφία των μισθωτών).

Η εργασία είναι πια ένα γκρεμισμένο είδωλο. Η επιβολή της δεν γίνεται πια μέσω ενός ηθικού ή θρησκευτικού τρόπου ("θα κερδίσετε το ψωμί σας με τον ιδρώτα του προσώπου σας") αλλά μέσω του πραγματισμού και της χυδαιότητας της εποχής μας. Σε ορισμένες χώρες της Ασίας, οι εργάτες πειθαρχούνται πλέον πιο εύκολα από την πίεση του καταναλωτισμού παρά από μια έκκληση προς τον κομφουκιανισμό. Στη Tai-Peh, όπως και στο Βερολίνο, η δημόσια ανησυχία στρέφεται γύρω από τη δημιουργία θέσεων εργασίας, και όχι γύρω από την είσοδο σε  κάποιο επίγειο ή ουράνιο παράδεισο. Έτσι, η εργασία σήμερα χρήζει μιας κριτικής διαφορετικής από αυτή της περιόδου όπου περιβαλλόταν από μια αύρα αυτο-επιβαλλόμενου πόνου. Η κινητικότητα και η ατομική εξουσία είναι τα σημερινά συνθήματα του κεφαλαίου. Δεν μπορούμε να είμαστε ικανοποιημένοι με τις δηλώσεις εναντίον της εργασίας, όπως αυτές που οι σουρεαλιστές ορθώς έκαναν ογδόντα χρόνια πριν.

Το 2002, οι κανόνες και οι νόμοι της εργασίας, αλλά και η ηθική της εργασίας δεν στηρίζονται πλέον σε κάποιου είδους θυσία, αλλά μας καλούν να συνειδητοποιήσουμε τις δυνατότητές μας ως ανθρώπινα όντα. Σήμερα, δεν δουλεύουμε για ένα υπερβατικό στόχο (τη σωτηρία μας, ένα ιερό καθήκον, την πρόοδο, ένα καλύτερο μέλλον, κλπ.). Η ευλογία του έργου είχε δύο όψεις: κάθε αντικείμενο λατρείας είναι ένα ταμπού που πρέπει να σπάσει. Αλλά η εποχή μας είναι εποχή της καθολικής απο-αγιοποίησης. Η υπέρβαση δεν υφίσταται πλέον. Η πρακτική επιδίωξη της ευτυχίας είναι το σημερινή κίνητρο: είμαστε αμερικανοί.

Αυτό, ωστόσο, δεν θα οδηγήσει σε μια αυξανόμενη υπόγεια απόρριψη της εργασίας. Μια κοινωνία απαλλαγμένη σε μεγάλο βαθμό από την χριστιανική κουλτούρα, αντικαθιστά την επιθυμία  του να αισθάνονται καλά υπό το φόβο της αμαρτίας. Η θρησκεία δίνει θέση σε μια λατρεία του σώματος και της υγείας, η γενιά μου έχει να κάνει πολλά περισσότερα για τη διατήρηση μιας καλής φυσικής της κατάστασης από ό,τι για τη σωτηρία της ψυχής της. Έτσι, η εργασία πλέον δεν δοξάζεται γιατί δεν χρειάζεται πια να συμβεί κάτι τέτοιο, είναι απλά αρκετό το ότι υπάρχει. Πρόκειται περισσότερο για μια κυρίαρχη πραγματικότητα παρά για μια ιδεολογία. Η πίεση που ασκεί είναι πιο άμεση και ανοιχτή, και βρίσκεται κοντά σε αυτό που ο Μαρξ είχε περιγράψει ως αμερικάνικη νοοτροπία: "πλήρη αδιαφορία για το συγκεκριμένο περιεχόμενο της εργασίας και εύκολη μετακίνηση από τη μία δουλειά στην άλλη”. Σε έναν σύγχρονο και πιο “καθαρό” καπιταλισμό, η απο-αγιοποιημένη εργασία εξακολουθεί να δομεί τις ζωές και τα μυαλά μας. Και η σημερινή αντιδραστική επιστροφή της ηθικής στις ΗΠΑ αποδεικνύει πόσο πολύ οι αντιδραστικές αντιλήψεις συμπληρώνουν την ανεκτικότητα.

Δεν έχει υπάρξει μια κάποια επαναστατική αποσαφήνιση αυτών των αλλαγών, μιας και δεν έχουν όλα την ίδια αξία εντός της καπιταλιστικής εξέλιξης. Η κρίσιμη επαναστατική προοπτική διαφέρει εντελώς αν είναι οι εργάτες αυτοί που επιτίθενται στην εργατική ταυτότητα και λατρεία ή, αν το κεφάλαιο είναι αυτό που τις σαρώνει. Τα τελευταία τριάντα χρόνια, ενώ η εργατική ταυτότητα  αποδιοργανωνόταν, η δυνατότητα για έναν εντελώς διαφορετικό κόσμο έχει επίσης εξαφανιστεί από την ατομική και την συλλογική σκέψη. Στο παρελθόν, τα σταλινικά και τα γραφειοκρατικά δεσμά δεν εμπόδισαν μια τέτοια ουτοπία, και οι διάφορες μειοψηφίες είχαν ανοίξει έναν διάλογο γι το περιεχόμενο του κομμουνισμού. Αν μια εργατική τάξη μπλεγμένη μέσα στην ταύτισή της με την εργασία δεν έκανε μια επανάσταση, τίποτα δεν έχει ακόμα αποδείξει ότι οι προλετάριοι τώρα απελευθερωμένοι από αυτή θα δράσουν με έναν επαναστατικό τρόπο.

Δεν είμαστε από αυτόν τον κόσμο” (Babeuf, 1795)

Δυσκολευόμαστε να συμμεριστούμε την αισιοδοξία εκείνων που βλέπουν την παρούσα περίοδο ως εντελώς ανόμοια από τη δεκαετία του '60-'70 ή από οποιαδήποτε προηγούμενη περίοδο, με έναν καπιταλισμό που υποβαθμίζει συστηματικά τις συνθήκες διαβίωσης των μισθωτών, δημιουργώντας έτσι μια κατάσταση που αρκετά σύντομα θα είναι ανυπόφορη και θα οδηγήσει σε μια επαναστατική κρίση. Τα όρια των προλεταριακών εξεγέρσεων από την Αλγερία μέχρι την Αργεντινή και η άνοδος του ριζοσπαστικού ρεφορμισμού στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, δείχνουν μάλλον ότι είναι η μεταρρύθμιση -και όχι η επανάσταση - που γίνεται επίκαιρη και πάλι.

Η προθυμία τους να γιορτάσουν τη πτώση της εργατικής ταυτότητας έχει κάνει ορισμένους συντρόφους να ξεχνούν ότι αυτή η ταυτότητα εξέφραζε επίσης την κατανόηση της ασυμφιλίωτης αντίθεσης μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου. Οι προλετάριοι είχαν τουλάχιστον συνειδητοποιήσει ότι ζούσαν σε έναν κόσμο που δεν ήταν δικός τους και ποτέ δεν θα μπορούσε να είναι. Δεν κάνουμε έκκληση για επιστροφή σε μια χρυσή εποχή. Εμείς λέμε ότι η εξαφάνιση αυτής της ταυτότητας οφείλεται τόσο στην αντεπανάσταση όσο και στην ριζοσπαστική κριτική. Η επανάσταση θα είναι δυνατή μόνο όταν οι προλετάριοι ενεργήσουν σαν να ήταν οι ίδιοι ξένοι σε αυτόν τον κόσμο, οι απόκληροι του, και κατ’ επέκταση συσχετίσουν τους εαυτούς τους σε μια οικουμενική διάσταση, αυτή μιας αταξικής κοινωνίας, μιας ανθρώπινης κοινότητας.

Αυτό καθιστά αναγκαία την ύπαρξη του κοινωνικού υποκείμενου σε κάθε πραγματική κριτική. Γνωρίζουμε πολύ καλά τα διάφορα ερωτήματα που δημιουργήθηκαν από την λέξη "υποκείμενο" και σίγουρα δεν προσπαθούμε να εφεύρουμε μια νέα μαγική συνταγή. Προς το παρόν, ας πούμε απλά ότι δεν δίνουμε κάποια ιδιαίτερη θέση και σημασία στο υποκείμενο σε βάρος των αντικειμενικών συνθηκών, κάτι που θα τις καθιστούσε κάτι το δευτερεύον ή ασήμαντο. Έχουμε τονίσει πολλές φορές ότι δεν υπάρχει κανένα νόημα στην προσπάθεια να αφυπνίσουμε μια συνείδηση ​​πριν φτάσουμε στο σημείο της δράσης, αλλά κάθε πραγματική επανάσταση προϋποθέτει κάποια ελάχιστη πίστη στην ικανότητα των ανθρώπων που εμπλέκονται στο να αλλάξουν τον κόσμο. Αυτή είναι μια μεγάλη διαφορά σε σχέση με τη δεκαετία του '60-'70. Τριάντα χρόνια πριν, πολλοί προλετάριοι δεν ήταν απλώς δυσαρεστημένοι με αυτήν την κοινωνία αλλά θεωρούσαν τους εαυτούς τους ως παράγοντες της ιστορικής αλλαγής και δρούσαν αναλόγως, ή τουλάχιστον προσπαθούσαν.

Αυτό το ζεύγος υποκείμενο/αντικείμενο είναι μία από αυτές τις φιλοσοφικές εκφράσεις που μια ανθρώπινη κοινότητα θα αντικαθιστούσε, η διακηρυγμένη οριστική αντίθεση μεταξύ ατόμου και  κοινωνίας, ψυχής και σώματος, πνεύματος και ύλης, θεωρίας και πράξης, τέχνης και οικονομίας, ιδανικών και πραγματικότητας, ηθικής και πολιτικής ... όλα συσχετίζονται με τη διάλυση και τον κατακερματισμό των κοινοτήτων σε τάξεις μέσω της συνδυασμένης δράσης της ιδιοκτησίας, του χρήματος και της κρατικής εξουσίας. Αν και δεν είναι συνώνυμος με την τέλεια αρμονία, ο κομμουνισμός θα προσπαθήσει να υπάρξει πέρα από τέτοιες τραγικές διχοτομήσεις της ανθρώπινης ζωής. Το "υποκείμενο" και το "αντικείμενο" δεν υπάρχουν χωριστά το ένα από το άλλο. Μια κρίση δεν είναι κάτι εξωτερικό ως προς εμάς, το οποίο συμβαίνει και μας αναγκάζει να αντιδράσουμε. Οι ιστορικές καταστάσεις (και ευκαιρίες) είναι επίσης αποτέλεσμα των πεποιθήσεων, των πρωτοβουλιών, και των ενεργειών μας – ή και  της αδράνειας μας ...

Το "ριζοσπαστικό υποκείμενο" του Βανεγκέμ  είχε να προσάψει αρκετά ενδιαφέροντα σημεία (και τον σκοπό του εκείνη την περίοδο) και μια βασική αδυναμία: απευθυνόταν στην ελεύθερη βούληση, στην αυτοσυνειδητοποίηση ενός ατόμου η οποία αυξανόταν ενάντια στον κοινωνικό του ρόλο και συνθήκες. Αυτό σαφώς είναι κάτι το οποίο δεν προτείνουμε. Ο καπιταλισμός δεν βασίζεται στην αναγκαιότητα, ούτε και ο κομμουνισμός (ή κομμουνιστική επανάσταση) στην ελευθερία. Η κατάργηση των συνθηκών του από τους προλετάριους δεν μπορεί να διαχωριστεί από  σαφείς και συγκεκριμένους αγώνες ενάντια στο κεφάλαιο. Και το κεφάλαιο υφίσταται και πραγματώνεται μέσα από κοινωνικές ομάδες και θεσμούς. Οι αντικειμενικές πραγματικότητες, ιδίως η διαδοχή των «συστημάτων παραγωγής» ριζωμένη και εξαρτώμενη από την ταξική πάλη, αποτελούν το αναπόφευκτο πλαίσιο του κομμουνιστικού κινήματος. Το τι κάνουμε και τι θα κάνουμε με αυτό μένει να το δούμε.

23/7/14

Σχετικά με την κατάθεσή μου στη δίκη της υπόθεσης Βελβεντού


Στις 22 Ιουλίου είχα την τιμή να καταθέσω ως μάρτυρας υπεράσπισης του συντρόφου Δημήτρη Μπουρζούκου στο δικαστήριο για την υπόθεση του Βελβεντού. Δυστυχώς, το ρεπορτάζ της Κόντρας όντας προχειρογραμμένο και με συντακτικά ατοπήματα, δημιουργεί συγχύσεις όσον αφορά τη δική μου κατάθεση (βλ. https://athens.indymedia.org/post/1529032/). Βεβαίως, η σύγχυση αυτή είμαι σίγουρος πως δεν είναι σκόπιμη, καθώς η Κόντρα πιστώνεται με μια πολύτιμη  συμβολή στον τομέα της αντιπληροφόρισης και κυρίως στις δικαστικές μάχες. Θεωρώ πως μόνο η βιασύνη είναι η αιτία αυτής της στρέβλωσης, αλλά επίσης θεωρώ σκόπιμο να αποκαταστήσω την πραγματικότητα, ώστε να μη δημιουργούνται πολιτικές συγχύσεις. Δείγμα αυτής της βιασύνης είναι η παρακάτω ασύντακτη φράση του κειμένου που για τους πιο κακόπιστους θα μπορούσε να θεωρηθεί και σαν μια μίνι αποκήρυξη των απαλλοτριώσεων: «έκανε μια αναλυτική ιστορική διαδρομή στις απαλλοτριώσεις τραπεζών, στο ποιοι τις έκαναν και για ποιους λόγους, καταλήγοντας ότι ναι μεν ο ίδιος δε συμφωνεί  ιδεολογικά μαζί τους, γιατί είναι κομμουνιστής και πιστεύει στον ελευθεριακό κομμουνισμό, αλλά τους υπερασπίζεται».


Επί τροχάδην λοιπόν:

Αρχικά, σκοπός μου υπήρξε, σε πλήρη συντονισμό με τους συντρόφους, να προχωρήσω σε μια πολιτική υπεράσπιση της επαναστατικής απαλλοτρίωσης, ως μιας πράξης όχι μονάχα δίκαιης, αλλά και ιστορικά αναγκαίας. Ως αντιεξουσιατής κομμουνιστής, άλλωστε, θεωρώ την απαλλοτρίωση ως αναπόσπαστο κομμάτι του διαρκή αγώνα για τη συνολική απαλλοτρίωση της αστικής τάξης, για μια  αταξική κοινωνία. Για αυτό αναφέρθηκα και σχετικά εκτενώς σε παραδείγματα που επαναστατικά κινήματα χρησιμοποίησαν τη μέθοδο αυτή, όπως οι γερμανοί κομμουνιστές, οι ρώσοι μπολσεβίκοι (όπως τουλάχιστον αναφέρει ο Hobsbawm), ο Δημοκρατικός Στρατός στην Ελλάδα, οι αναρχοσυνδικαλιστές της CNT κλπ. Αναφέρθηκα και στο φαινόμενο της κοινωνικής ληστείας, από την ύστερη αρχαιότητα με τους εβραίους ζηλωτές που ανέπτυξαν ένα διμέτωπο αγώνα εναντίον των ρωμαίων κατακτητών και της ιουδαϊκής πλουτοκρατίας, μέχρι τα μεσαιωνικά αιρετικά κινήματα που αντιστάθηκαν ένοπλα στην παπική ή βυζαντινή εκκλησία (όπως ήταν οι παυλικιανοί). 


(Ευκαιρίας δοθείσης, να αποκαταστήσω εδώ και μια άλλη σύγχυση που υπάρχει: οι 4 από τους 6 συντρόφους έχουν αναλάβει την πολιτική ευθύνη της απαλλοτρίωσης, λέγοντας πως σκοπός τους ήταν η αυτοχρηματοδότηση του αναρχικού αγώνα και όχι αφηρημένα η “άρνηση εργασίας”. Οπότε και η πολιτική υπεράσπιση της απαλλοτρίωσης βρίσκεται σε πλήρη συντονισμό με τη θέση των συντρόφων).


Ένας δεύτερος σκοπός υπήρξε η ανάδειξη των πραγματικών τρομοκρατών, του κεφαλαίου και των μαντρόσκυλών του (και αναφέρθηκα συγκεκριμένα στα εντός της αίθουσας μαντρόσκυλα- τους δικαστές και τους μπάτσους). Έχοντας άμεσες μαρτυρίες για τις ληστείες του Φιλώτα και του Βελβεντού, μιας και το χωριό μου απέχει 4 και 70 χλμ αντίστοιχα (υπήρξαν μάλιστα και μάρτυρες στη δίκη του Φιλώτα), βεβαίωσα πως ούτε ένας τρομοκρατήθηκε από τους αναρχικούς απαλλοτριωτές. Αντίθετα, κάθε μέρα τρομοκρατούνται από τον νόμιμο τοκογλυφικό μηχανισμό των τραπεζών και απ’ αυτούς που με τα μνημόνιά τους έχουν οδηγήσει στη βίαιη φτωχοποίηση και την κοινωνική ερημοποίηση. Αναφέρθηκα στην ίδια την εκμεταλλευτική- ληστρική βάση του καπιταλισμού με την απόσπαση της υπεραξίας της εργατικής τάξης από το κεφάλαιο. Ανέφερα πως πάνω στο αίμα των σκοτωμένων παιδιών στις πολεμικές επενδύσεις (όπως αυτή της Γάζας), στα ορυχεία, στο αιματοκύλισμα στις βραζιλιάνικες φαβέλες κλπ, χτίζεται όλο το προνομιούχο υπόβαθρο που επιτρέπει στους δικαστές να απολαμβάνουν τους παχυλούς μισθούς τους, παίζοντας έναν συγκεκριμένο ταξικό ρόλο, υπηρετώντας το κεφάλαιο. Εκεί ακριβώς ενοχλήθηκε και ο εισαγγελέας Πεπόνης (χωρίς να γίνει και ιδιαίτερα πιστευτή η κλάψα του για την υποτιθέμενη ένδειά του). 

Σε σχέση με τη σύλληψη του συντρόφου Νίκου Μαζιώτη, ανέφερα πως οι μπάτσοι αδιαφορώντας πλήρως για την ασφάλεια των περαστικών, έστησαν επιχείρηση σύλληψης σε ένα από τα πιο πολυσύχναστα μέρη της Αθήνας, κάτι που έκαναν και στην περίπτωση του Τάσου Θεοφίλου στον Κεραμεικό (μόνο που ο Τάσος ήταν άοπλος και δεν υπήρξε κάποια εμπλοκή- κάτι όμως που οι μπάτσοι δεν το γνώριζαν εκ των προτέρων). Συνέχισα με τη μιντιακή και πολιτική διαχείριση της γρατζουνιάς του αυστραλού τουρίστα, σε αντιπαραβολή με το γάζωμα με 9 σφαίρες από μπάτσους του αλβανού εργάτη Νίκολας Τόντι το 2010 (βλ. http://halastor.blogspot.gr/2014/07/nikollas-todi.html).


 Τέλος σε ερώτηση του εισαγγελέα για την «αλλαγή του συστήματος», απάντησα πως στόχος είναι η καταστροφή και όχι η αλλαγή του συστήματος. Εκεί είναι που ανέφερα και την πολιτική μου διαφωνία με τους συντρόφους (οι οποίοι είναι και οι μόνοι αρμόδιοι να μιλήσουν για τις πολιτικές τους αντιλήψεις), μιας κι εγώ ως κομμουνιστής πιστεύω σε μια κοινωνία που θα βασίζεται σε ελευθεριακούς κομμουνιστικούς θεσμούς. Και για κερασάκι στην τούρτα, κάλεσα τους δικαστές αν πραγματικά είναι στεναχωρημένοι και προβληματισμένοι όπως λένε, να αφήσουν αμέσως ελεύθερους τους συντρόφους γιατί είναι το πιο υγιές κομμάτι της κοινωνίας και ακολούθως να παραιτηθούν ή να αυτοκτονήσουν…


ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ